Δύο εβδομάδες νωρίτερα:
"Ναι μα το ξέρω. Ναι φυσικά και καταλαβαίνω την θέση σας ,όμως πρέπει να κατανοήσετε ότι δεν έχω βρει ακόμα τα χρήματα." Είπα με δυσκολία προσπαθώντας να κρατήσω την ισορροπία μου καθώς ενώ κρατούσα το κινητό με τον λαιμό μου επρεπε να καθαρίζω και τον πάγκο της κουζίνας.
"Κοιτάξετε εμείς θέλουμε το καλύτερο για τους ασθενής μας όμως, ο πατέρας σας χρειάζεται όπως και δηποτε νέα αγωγή και η παρουσία σας εδώ είναι αναγκαία. Σας εξήγησα ήδη το γιατί." Μου απάντησε η υπεύθυνη, με σοβαρή φωνή.
"Ναι, το δέχομαι αυτό, όμως ένα τέτοιο ταξίδι θα κοστίσει και όπως σας είπα τα βγάζω πέρα ήδη αρκετά δύσκολα." Συνέχισα να προσπαθώ να δικαιολογώ τον εαυτό μου.
"Σας καταλαβαίνω όμως έχουμε ξεμείνει από επιλογές. Θα σας δώσουμε λίγο χρόνο, όμως σας παρακαλώ μην το αμελησετε."
"Καλός, θα δω τι μπορώ να κάνω." Ψελλισα ηττημένη.
"Καλή σας ημέρα!"
"Επίσης."
Πέταξα με νεύρα το κινητό πάνω στον πάγκο και η Σόφι με κοίταξε ξαφνιασμένη.
"Κάποια ξύπνησε με νευράκια βλέπω.." είπε περιπαιχτικά.
"Τι; όχι δεν είναι αυτό.." ψελλισα μελαγχολικά, κοιτάζοντας κάτω.
"Τότε τι έγινε;" Με ρώτησε ανυσηχιτικα και σταμάτησε να καθαρίζει τον πάγκο της κουζίνας.
"Μόλις μου τηλεφώνησαν από το ίδρυμα που νοσηλεύεται ο μπαμπάς μου. Από ότι φαίνεται η κατάσταση του έχει επιδεινωθεί και θα χρειαστεί καινούρια θεραπεία." Είπα κοιτάζοντας κάτω. Δεν θέλω οίκτο, ούτε καν από την Σόφι.
"Και δεν έχεις αρκετά χρήματα." Συμπέρανε.
"Κάπως έτσι." Είπα ξεφυσώντας.
"Και τι σκέφτεσαι να κάνεις;" Με ρώτησε σκύβοντας στον πάγκο της κουζίνας.
"Για να είμαι ειλικρινής δεν έχω ιδέα."
"Ίσως ο Σον θα μπορούσε να σε βοηθήσει." Μου πρότεινε διστακτικά.
"Δεν υπάρχει περίπτωση!" Είπα κατηγοριματικά. "Δεν παίρνω λεφτά από τον Σον."
"Μα γιατί;" Αναρωτήθηκε.
"Γιατί έτσι! Ελεημοσύνη δεν θέλω από κανένα ,ποσό μάλλον από αυτόν!" Είπα κοφτά θέλοντας να λήξει το θέμα.