~19~

160 10 0
                                    

ΣΤΕΛΙΟΣ

Τότε λοιπόν την πείρα στην αγκαλιά μου, πέρασα το δεξί μου χέρι γύρο από την μέση της και με το αριστερό πήρα το δεξί της χέρι και της το κράτησα, αφού πρώτα πέρασα το αριστερό της χέρι στον ώμο μου και αρχίζαμε να κάνουμε πλαγιά βήματα, τότε κοιταχτήκαμε στα ματιά και πέρασαν από μπροστά μου όλα. Το πρώτο φιλί, τα όμορφα λογία, η ξενάγηση σε όλη την Θεσσαλονίκη, η απίστευτη βραδιά που περάσαμε μαζί στο λάτιν μπαρ που χορέψαμε, ο παθιασμένος ερωτάς που κάναμε, όλα αυτά τα όμορφα λογία, όλες αυτές οι όμορφες στιγμές, η χαρά όταν την είδα μπροστά στην πόρτα μου όταν μου έκανε έκπληξη και το κλάμα που έριξα μετρά.

Χωρίς καν να συνειδητοποιήσω τι έκανα, με μια κίνηση ξέπλεξα το σώμα μου με το δικός της και της είπα με σιγανή φωνή.

«Πρέπει, πρέπει να πάω στο μπάνιο.» και πριν καν προλάβει να μου πει τίποτα έγινα καπνός. Μπήκα στο μπάνιο κλειδώθηκα, και άρχιζα να κλαίω με αναφιλητά. Έκλαιγα για μια ώρα και ακουγόμουν σε όλη την πολυκατοικία. Την άκουγα να μου μιλάει, με ρωτούσε με απόγνωση.

«Είσαι καλά; σε παρακαλώ πες μου τι έπαθες;»

Και εγώ της απαντούσα με φωνές...

«Άσε με! Άσε με μόνο μου.»

Για άλλη μια ώρα έκλαιγα, ώσπου κάποια στιγμή στέρεψαν τα ματιά μου. Σκούπισα τα δάκρυα μου έλουσα το κεφάλι μου ολόκληρο με παγωμένο νερό, πήρα μια πετσέτα που είχε στο μπάνιο και την άπλωσα στο κεφάλι μου.

Λίγη ώρα μετά, ξεκλείδωσα την πόρτα και βγήκα έξω. Την είδα να κάθετε στον καναπέ. Ήταν όλη διπλωμένη. Είχε δέση τα ποδιά της με τα χεριά της και καθόταν στην άκρη του καναπέ.

Μυρτώ μου... η δική μου Μυρτώ... αυτή που νόμιζα ότι δεν θα έβλεπα ποτέ ξανά! ήταν μπροστά μου σαν άλλη μια σκηνή από την πρώτη φορά που την γνώρισα. Ήμουν τόσο στραβός που, πέρασε σχεδόν μια μέρα για να την αναγνωρίσω.

Την πλησίασα και στεκόμουν δίπλα της.

«Γιατί δεν μου το είπες ότι ήσουν εσύ; Γιατί με άφησες να πίνω για σένα και να σε βρίζω; Γιατί με άφηνες να σε ξεφτιλίζω μπροστά στα ματιά σου;»

«Στέλιο, τι λες;»

«Απάντησε μου σε αυτό που σε ρωτάω. Γιατί; δεν μου είπες την αλήθεια;»

«Δεν... δεν σε καταλαβαίνω»

Πλησιάζω στον καναπέ, της ακουμπάω τα ποδιά και της λέω

«Κοίταξε με στα ματιά και πες μου πάλι πως δεν καταλαβαίνεις τι λέω.»

Τότε σηκώθηκε και με έσπρωξε στην άλλη άκρη του καναπέ, και πήγε στο δωμάτιο της, την ακολούθησα. Ανέβηκα πάνω στο κρεβάτι και την ρώτησα

«Είσαι σίγουρη ότι δεν καταλαβαίνεις;»

«Εγώ... Εγώ...δεν... δεν..» έχει χάσει τα λογία της

«Μυρτώ, ήξερες πως είμαι εγώ. Και εγώ πλέον ξέρω ότι είσαι εσύ. Είσαι η Μυρτώ που με εγκατέλειψε τότε»

Και τότε την είδα να σωριάζετε στο στρώμα και να κλαίει. Να ξεσπάει σε λυγμούς.

«Γιατί κλαις;» την ρώτησα. Μα απάντηση δεν πήρα « γιατί κλαις αγάπη μου;» την ξανά ρώτησα.

« Είναι τόσα πολλά αυτά που πρέπει να σου πω...»

«Ένα μόνο πράγμα θέλω να μου πεις και μου φτάνει.»

«τι θες να σου πω;» γύρισε και με κοίταξε με μάτια πρησμένα και δακρυσμένα.

«Να μου πεις ότι με αγαπάς. Να μου πεις ότι ισχύει αυτό που μου υποσχέθηκες. Ότι, άμα ξανά βρεθούμε, δεν θα χωρίσουμε ποτέ.»

«Στέλιο...»

«Μωρό μου... Σ'αγαπάω και δεν έπαψα ποτέ να σε αγαπάω. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι είσαι εσύ, εδώ, ότι σε κρατάω»

Τότε η Μυρτώ γυρίζει προς εμένα ολόκληρη και με κοιτάει με αυτό το λάγνο βλέμμα που είχε την πρώτη φορά που με είδε. Θα μπορούσα να κάθομαι να το κοιτάω αυτό το βλέμμα με τις ώρες και να με διαπερνάει σε όλη μου την ψυχή. Η σιωπή που κράτησε για λίγα λεπτά την έσπασε ένα

«Σ'αγαπάω Στέλιο!»

Που ένα φιλί αυτή η φράση το ακολούθησε. Και κάναμε το ποιο τρελό, τον ποιο παθιασμένο ερωτά που είχαμε κάνει ποτέ. Ήταν ένας μαραθώνιος που κράτησε πολλές ώρες. Μέχρι που, μας πήρε αγκαλιά ο ύπνος. Ήταν η καλύτερη στιγμή της ζωής μου. η Μυρτώ που αγάπησα όσο τίποτα άλλο στον κόσμο ήταν επιτέλους ξανά δική μου. 

ΣΤΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣWhere stories live. Discover now