Στεκόμουν δίπλα στη φωτιά εκνευρισμένος. Δεν θυμάμαι ποια ήταν η τελευταία φορά που ήμουν τόσο νευρικός.
Είχα δει τον Πάτροκλο να μπαίνει στην σκηνή του και πριν καλά καλά το καταλάβω τα πόδια μου βάδισαν μέχρι το κάλυμμα εισόδου της Έφιλης. Το τράβηξα απαλά και έσκυψα για να μπω μέσα αποφασισμένος να της μιλήσω.
Καθόταν στο κρεβάτι της έχοντας μέσα στη γροθιά της το περιδέραιο που της είχα χαρίσει και κρεμόταν στον λαιμό της. Το κεφάλι της γύρισε αμέσως προς τα εμένα και είδα τρία διαφορετικά συναισθήματα να διαδέχονται με καμβά το πρόσωπό της. Τρόμος, έκπληξη, ανακούφιση. Σηκώθηκε βιαστικά όρθια.
Όταν την πλησίασα εκείνη έριξε ένα ανήσυχο βλέμμα στις γυναίκες γύρω της. Με χαροποίησε το γεγονός ότι δεν προσπάθησε να γονατίσει ή να σκύψει. Δεν ήθελα να με αντιμετωπίζει σαν κάτι μακρινό, ανώτερο και άπιαστο. Ήθελα να είμαι κοντά της.
"Πάμε μια βόλτα στη θάλασσα;" ψιθύρισα και σταμάτησα δύο βήματα μακρυά της.
Τα μάτια της, θλιμμένα, άγγιξαν το βλέμμα μου. Ένευσε μα δίστασε. Κοίταξε για άλλη μια φορά τις γυναίκες της, το κρεβάτι της, και ύστερα εμένα.
"Τι φοβάσαι;" την ρώτησα.
"Τίποτα", απάντησε και με προσπέρασε βγαίνοντας έξω.
Δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ από το να χαμογελάσω και να την ακολουθήσω.
Όσο η ώρα το περνούσε η ατμόσφαιρα ανάμεσα από τις σκηνές γίνονταν όλο και πιο βαριά. Η μυρωδιά της αρρώστιας, της σαπίλας και του εμετού γέμιζαν τον αέρα ενώ ο ανοιξιάτικος αέρας έδινε την θέση του στον καλοκαιρινό.
Περπατήσαμε ο ένας πλάι στον άλλον σιωπηλοί. Όσο και αν με δελέαζε η αίσθηση της ανάσας της τόσο κοντά μου δεν τόλμησα να κοιτάξω προς το μέρος της . Όταν εκείνη μπορούσε να με δει φοβόμουν πως αν ανταπέδιδα τις ματιές της θα όταν δεν μιλούσαμε, θα μπορούσε να διαβάσει τις σκέψεις μου σα να ήταν γραμμένες μπροστά της σε ένα ανοιχτό βιβλίο.
Στη διαδρομή μας συναντήσαμε ελάχιστους ανθρώπους. Μία γυναίκα να τρέχει με ρούχα πρόχειρα ριγμένα πάνω της, δύο άντρες να κουβαλάνε ένα βαρέλι με κρασί, και άλλον έναν άνδρα με μανδύα που έκρυβε το πρόσωπό του. Κανείς δεν φάνηκε να δίνει σημασία στην Έφιλη, ούτε εκείνη σε αυτούς. Πέρα από εκείνους, οι δρόμου ήταν έρημοι, σαν εγκαταλελειμμένη πόλη.
VOCÊ ESTÁ LENDO
Έφιλη
FanficΒρισκόμαστε στον καιρό του Τρωικού πολέμου. Όταν η προθεσμία του Ζεύξιππου τελειώνει και δεν έχει τα χρήματα, αναγκάζεται να δώσει την κόρη του ως δούλα σε ένα χωριό έξω από τα τείχη της Τροίας. Η ζωή της αλλάζει ριζικά, αφήνει πίσω της τα πάντα, τ...