Κεφάλαιο 7:Ως Εδώ.

8 0 0
                                    

Η Μαριάνθη ξύπνησε το επόμενο πρωί.

Το κεφάλι της πόναγε φρικτά,σαν να την τρυπούσαν με blaken dekker.

Το πρώτο πράγμα που είδε ήταν αυτή γυμνή σε άγνωστο σπίτι, δίπλα της ήταν και η Άννα και αυτή γυμνή και δύο αλλά αγόρια επίσης γυμνά.

Την έπιασε πανικός στο κάτω μέρος του σεντονιού είδε αίματα, δεν άργησε να καταλάβει τι έγινε.

- Αννααααααααααααα ούρλιαξε.

Η Άννα ξύπνησε μέσα στη θολούρα και στα μπερδεμένα όνειρα και είδε τη Μαριάνθη να φωνάζει μέσα στα δάκρυα.

Μετά από δύο ώρες τα δύο κορίτσια έμπαιναν στο χωριό.

Η Μαριάνθη ακόμα έκλαιγε για το κακό που έγινε.

- Μην κάνεις έτσι,της είπε η Άννα,

- Πως να μην κάνω εδώ μιλάμε για βιασμό, θα τα πούμε όλα στην αστυνομία. Είπε.

- Ποια αστυνομία μου λες; ποιο βιασμό; ότι έγινε έγινε με τη θέληση μας. Απάντησε η Άννα.

- Εγώ δεν ήθελα κάτι τέτοιο με βιάσατε. Απάντησε η Μαριάνθη.

- Σε βιάσαμε ; ρώτησε βλοσυρά η Άννα.

- Όταν τους έκανες πίπα μια χαρά τους έγλυφες και τώρα μιλάς για βιασμό; ξανά είπε η Άννα.

- Όταν έγλυφες εμένα μια χαρά μου το έγλυφες, μιλάς για Βιασμό; Συνέχισε ποιο δυνατά.

Η Μαριάνθη ένιωσε τα σώθηκα της να ανακατεύοντε.

- Εγώ ποτέ μου δεν θα έκανα κάτι τέτοιο, με αναγκάσετε. Συνέχισε η Μαριάνθη με δάκρυα στα μάτια.

- Βλέπω δεν βγάζεις το σκασμό. Μήπως θέλεις να μάθουν όλοι ότι έχασες τη παρθενιά σου σε παρτούζα; είπε άγρια η Άννα.

- θα το πληρώσετε αυτό. Είπε η Μαριάνθη.

- Καλά θα το πληρώσουμε, κοίτα τώρα να πεις μια καλή δικαιολογία στο πατέρα μου. Γιατί φτάσαμε στο σπίτι. Είπε η Άννα με ύφος νικητή.

Μόλις μπήκε στο σπίτι είδε το Σταύρο κατακόκκινο από θυμό.

- Πουτάνα ψέλλισε μέσα στην οργή του.

-Πουτάνα, φώναξε αυτή τη φορά.

- Να σας εξηγήσω είπε η Μαριάνθη με δάκρυα στα μάτια. Το κεφάλι της πήγαινε να σπάσει.

- ΠΟΥ ΣΤΟ ΔΙΆΟΛΟ ΓΑΜΗΙΩΣΟΥΝ ΌΛΟ ΤΟ ΒΡΆΔΥ.
Είπε το κτήνος και του πετάχτηκαν σάλια.

Έβγαλε τη ζώνη.

Η μάνα της δίπλα δεν μίλαγε απλά είχε κατεβασμένο το κεφάλι.

Την άρπαξε από το μαλλί ο δυνάστης και την έσυρε στο δωμάτιο της.

Τη πέταξε με δύναμη στο πάτωμα.

Και ξεκίνησε να τη χτυπάει με πολύ δύναμη με τη ζώνη.

- ΠΑΡΕ ΠΟΥΤΑΝΑ ΠΆΡΕ ΚΑΡΙΌΛΑ ΑΝΟΙΞΕΣ ΤΑ ΣΚΈΛΙΑ ΣΟΥ; ΠΟΥΤΑΝΑ, ΠΟΥΤΑΝΑ, ΠΟΥΤΑΝΑ.
Οριώταν το τέρας.

Η Μαριάνθη τον παρακαλούσε να σταματήσει.

Μα ο δυνάστης χτυπούσε το ποιο αδύναμο με περισσότερη οργή.

Ώσπου Η Μαριάνθη λυποθήμησε,απο το πόνο και τα χτυπήματα

Μόλις συνήλθε πόναγε παντού έκλαιγε το σώμα της καιγόταν.

Άνοιξε τη τσέπη της και έβγαλε το χαρτάκι που της έδωσε ο Άρης.

Τον πήρε τηλέφωνο.

Και είπε.
- Άρη, θέλω να σε δω.

Γιατί.....; Where stories live. Discover now