Η Μαριάνθη περίμενε τον Άρη στο σταθμό του τρένου για Αθήνα ή ώρα ήταν 22:45 και το τρένο θα έφευγε σε λίγα λεπτά αλλά είχε καθυστερήσει λόγω χιονιού.
Το κρύο πριόνιζε, η υγρασία τρυπούσε κόκαλα.
"Ελπίζω να μην το μετάνιωσε, η να κάναμε λάθος συνεννόηση, δεν ξανά γυρίζω πίσω για κανένα λόγο." Σκέφτηκε.
Μετά τον άγριο ξυλοδαρμό από το Σταύρο η Μαριάνθη μίλησε με τον Άρη του είπε πως ήθελε να φύγει από αυτό το μέρος δεν ήθελε να μείνει άλλο στο χωριό για δικούς της λόγους, που θα του τα εξηγούσε από κοντά.
Ο Άρης της είπε πως τη Παρασκευή το βράδυ θα έφευγε για Αθήνα με το τρένο των 23:00 και με το που έφτανε στην Αθήνα θα απολυόταν από το στρατό, οπότε θα την έπαιρνε ως την Αθήνα.
Οι μέρες δεν περνούσαν, στο σπίτι υπήρχε μια πολεμική ατμόσφαιρα, το τέρας γινόταν όλο και πιο επικίνδυνο. Με απειλές ύβρεις και ξεσπούσε στη καημένη τη Λαμπρινή.
Η Άννα κυκλοφορούσε μπροστά της με ύφος νικητή και δεν έπαψε να της θυμίζει με το τρόπο της για το τι έγινε το Σάββατο το βράδυ στο διαμέρισμα του Chris.
Η Μαριάνθη ένιωθε ότι πνιγόταν, μετρούσε τις μέρες σαν το φαντάρο να φύγει.
Τη Παρασκευή το απόγευμα ετοίμασε ένα μικρό βαλιτσάκι πήρε τα λίγα ρούχα που είχε και τις μικρόοικονομίες τής, δεν έφταναν για πολλά ίσα ίσα για τα πρώτα έξοδα, έγραψε ένα γράμμα στη μητέρα της.
Και έλεγε :
"Αγαπητή μητέρα, φεύγω από αυτό το καταραμένο μέρος.
Αποδείχθηκες πολύ αδύναμη να με προστατέψεις, να με βοηθήσεις όταν το τέρας που αποκαλείς σύζυγό σου με ξεφτίλισε,
Όταν η κόρη του με τους φίλους της με βίασανε,
Προτίμησες την σιωπή και να κρυφτείς από ντροπή.Μην κάνεις καμιά προσπάθεια να με γυρίσεις πίσω δεν πρόκειται, ούτε σε ποια πόλη θα ζήσω θα μάθεις, ακόμα και η αστυνομία να με γυρίσει εγώ θα ξανά φύγω και θα ξανά φύγω.
Σε ένα χρόνο γίνομαι δεκαοχτώ και πλέον θα είμαι ελεύθερη να αποφασίσω, εγώ όταν θα γυρίσω και το πότε θα γυρίσω, που μάλλον δεν θα ξανά γυρίσω στο χωριό ποτέ.
Το μόνο που θα μου λείψει είναι το Κιλκίς και η ζεστασιά και υπέροχη φιλοξενία των αγνών ανθρώπων που τους ντροπίαζουν οι άνθρωποι σαν το σύζυγο σου και οι μυρωδιές από το καμένο ξύλο το χειμώνα και οι μυρωδιές της άνοιξης που σε λίγες μέρες θα αρχίσει να ανθίζει η φύση.
Όταν βολευτώ θα έρθω σε επικοινωνία μαζί σου να σε πάρω μαζί μου εάν δεν έρθεις είσαι αξία της μοίρας σου.
Καλή τύχη. "
Κάποια στιγμή το τρένο έφτασε στο σταθμό του Κιλκίς και θα έφευγε σε δέκα λεπτά, ο Άρης πουθενά.
Η Αγωνία της Μαριάνθη βάραγε κόκκινα.
Ένιωσε ένα χέρι από πίσω της και γύρισε νομίζοντας πως ήταν ο δυνάστης που ήρθε να την μαζέψει από το σταθμό με ξύλο, αλλά ήταν ο Άρης.
Όμορφος, γεροδεμένος με ένα σκουφί, γάντια και ένα χοντρό μπουφάν.
Η Μαριάνθη έπεσε στην αγκαλιά του.
-Νόμιζα πως δεν θα έρθεις. του είπε.
Και όμως ήρθα. Της απάντησε γελώντας.
Και μπήκαν στο τρένο.
Η μεγάλη μηχανή του τρένου μούγκρισε και ξεκίνησε να φύγει.
Ήρθαν δάκρυα στα μάτια της Μαριάνθη.
- Επιτέλους φεύγω, αντίο κάθαρμα. Είπε ψιθυριστά.
Η ένταση και η κούραση την έκαναν να κοιμηθεί στα πρώτα λεπτά στο κάθισμα της.
Ξαφνικά είδε να ανοίγει η πόρτα της κουκέτας και να μπαίνει ο Σταύρος, ο Άρης έλειπε.
Ο Σταύρος την άρπαξε από το λαιμό και της κόπηκε η ανάσα ζήτησε βοήθεια μα η φωνή δεν έβγαινε.
Τα σάπια δόντια του Σταύρου φαινόντουσαν που γελούσε σαρκαστικά, με ύφος νικητή
-Πουτάνα φώναξε.
Και τότε ξύπνησε, δεν υπήρχε ούτε Σταύρος ούτε την άρπαξε από τον λαιμό, ούτε τίποτα.
Δίπλα της μόνο ο Άρης που κοιμόταν.
- ουφ. Έκανα ανακουφισμένη.
Και ξανά κοιμήθηκε.
YOU ARE READING
Γιατί.....;
Short StoryΤο γιατί είναι ερωτηματικό μόριο και αιτιολογικός συνδεσμος που ακούμε και λέμε κάθε μέρα, από όλες τις γλώσσες του πλανήτη μας. Είναι για να ρωτήσουμε κάτι ή να αιτιολογησουμε μια κατάσταση. Πολλές φορές όμως όταν ξαπλώνουμε το βράδυ το σκεφτό...