×Κεφάλαιο 6×

23 7 30
                                    

ᵃˢᵗᵉʳ

Το λεπτό νήμα μεταξύ του ύπνου και του ξύπνιου κόπηκε μέσα στο κεφάλι της Άστερ, κάτω από την προστασία των πυκνών, μαύρων της μαλλιών, και τα μάτια της άνοιξαν απότομα.

Έκανε έναν γύρω στο κρεβάτι, σαν εκείνη την άσκηση ονόματι βαρελάκι που της έβαζε η γυμνάστριά της στο δημοτικό, κατόπιν έτριψε τα μάτια της και ύστερα έριξε μια ματιά στο κομοδίνο της, πάνω το οποίο κοσμούταν από το ξυπνητήρι.

Η ώρα ήταν οκτώ παρά τρία. Υπέροχα.

Οι γονείς της είχαν φύγει για τις δουλειές τους από το ξημέρωμα σχεδόν, ενώ τον μικρό Λίαμ δε θα τον σήκωνε ούτε βομβαρδισμός από τα ζεστά του σκεπάσματα.

Η λεπτή σιλουέτα του κοριτσιού απομακρύνθηκε από το κρεβάτι, εξακολουθωντας να τρίβει τα μάτια της νυσταγμένα, μη έχοντας ακόμη προσαρμοστεί στο φως που διαχεόταν μέσα στο μικρό, αλλά διαμπερές δωμάτιο. Άρπαξε το λουρί της μαύρης τσάντας, έβαλε βιαστικά τα βιβλία που βρήκε μπότα της ελπίζοντας πως ήταν τα σωστά αξία πήγε τρέχοντας στο δωμάτιο του αδερφού της, για να τον ξυπνήσει.

«Λίαμ!» φώναξε. Η ώρα είχε ήδη πάει οκτώ. «Η ώρα είναι οκτώ! Σε ένα τέταρτο έχεις σχολείο! Μπορείς να πας μόνος σου, έτσι; Γιατί εγώ πρέπει να φύγω αμέσως, γιατί αλλιώς θα πάρω απουσία. Άρα, θα πας μόνος σου. Εντάξει;»

«Τι είπες; Συγγνώμη, δεν άκουγα», απάντησε νυσταγμένα το δεκάχρονο αγόρι, τρίβοντας το κεφαλάκι του, που καλυπτόταν από επίσης μαύρες τούφες.

«Ξέχνα το», μουρμούρισε. «Πάρε γρήγορα-γρήγορα τα βιβλία σου και ντύσου. Θα σε πάω, αλλά κάνε γρήγορα».

Δεκτέσσερα λεπτά αργότερα, τα μαλλιά της Άστερ ανέμιζαν και ένιωθε την κοιλιά της να πονά σαν να την τρυπούσαν καρφίτσες, ενώ τα πόδια της κινούνταν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, για να προλάβει να φτάσει στην ώρα της. Τη στιγμή που το παπούτσι της πάτησε στον χώρο του προαυλίου, δύο πράγματα έγιναν: το πρώτο είναι ότι το κουδούνι χτύπησε, οπότε το τρέξιμο έπρεπε να συνεχιστεί μέχρι να φτάσει στην τάξη της, και το δεύτερο, που, κατά κάποιον τρόπο, ανέτρεπε το πρώτο, ήταν η συνειδητοποίηση ότι είχε φορέσει διαφορετικό παπούτσι σε κάθε πόδι. Σταμάτησε για λίγο. Κοίταξε τα πόδια της. Στο ένα φορούσε ένα καλοκαιρινό, πάνινο παπούτσι σε ανοιχτό, παστέλ χρώμα, μάρκας Toms, ενώ η άλλη της πατούσα βρισκόταν μέσα σε ένα μαύρο, λιτό παπούτσι, του οποίου η μάρκα ήταν η Vans. Ωστόσο, δεν ήταν ότι είχε και πολλές άλλες επιλογές, οπότε απλώς συνέχισε να τρέχει, έχοντας την επίγνωση πως τα μάτια των μισών της συμμαθητών βρίσκονταν πάνω της και, πιο συγκεκριμένα, πάνω στα παράταιρα παπούτσια της.

Paper HeartsWhere stories live. Discover now