×Κεφάλαιο 3×

43 13 6
                                    

ᵇᵉⁿ

Την ώρα που το φως των αστεριών εξασθενούσε σταδιακά, τη στιγμή που ο ήλιος είχε αρχίσει ν' ανατέλλει, δημιουργώντας μια ακόμη μέρα, ίδια με όλες τις προηγούμενες, όταν η πόλη της Νέας Υόρκης άρχιζε να γεμίζει με φυσικό, όμορφο φως, σε συνδυασμό βέβαια με τα πολύχρωμα φώτα που ήταν μονίμως αναμμένα και το χάος που επικρατούσε καθημερινά, ως εκ θαύματος, ο Μπέντζαμιν Γουίλιαμ Στόουν ο τρίτος ξύπνησε στην ώρα του για το σχολείο, πράγμα τόσο σπάνιο, που έπρεπε οπωσδήποτε να σημειωθεί σε κάποιο ημερολόγιο και να γιορτάζεται κάθε χρόνο ως εθνική εορτή.

Η θέα έξω ήταν πανέμορφη, μπορούσες να δεις όλη την πόλη κι όλα τα κτίρια που άγγιζαν τ' αστέρια απ' το διαμέρισμα στον ογδοηκοστό δεύτερο όροφο ενός ουρανοξύστη, που κυριολεκτικά έξυνε τον ουρανό, όπου διέμεναν ο Μπεν και η οικογένειά του.

Το ξυπνητήρι του αγοριού με καστανόξανθα μαλλιά και τα επίσης καστανά, εκφραστικά μάτια δεν είχε καν προλάβει να βγάλει τον εκνευριστικό του ήχο, πράγμα που σήμαινε ότι, σήμερα, ο Μπεν είχε ξυπνήσει πραγματικά νωρίς.

Άφησε τη ζεστασιά των σεντονιών του μ' ένα βαριεστημένο βλέμμα να κοσμεί το πρόσωπό του, και πήγε να φτιάξει την τσάντα του για το σχολείο, αν και τελικά κατέληξε να βάζει ό,τι βιβλίο είχε και δεν είχε μέσα σ' εκείνα τα παλιά, υφασμάτινα τείχη, καθώς ήταν υπερβολικά κουρασμένος για να δει ποια ακριβώς βιβλία χρειαζόταν.

Εκείνη τη μέρα, ένιωθε πως όλα του έφταιγαν· ο ήλιος παραήταν φωτεινός και τον τύφλωνε, το δωμάτιό του ήταν πολύ κρύο, οι αδερφές του στον κάτω όροφο έκαναν πολλή φασαρία και το δέρμα της κοιλιάς του φαινόταν σε ένα σημείο, λόγω της τεράστιας τρύπας πάνω στην μπλούζα που πήγε να βάλει.

«Μπεν, κατέβα κάτω, δεν ακούς την κόρνα;» ακούστηκε μια σχετικά σιγανή, αλλά αρκετά διαπεραστική για να ακουστεί μέχρι εκεί, φωνή, που ο προηγούμενος αναγνώρισε ως τη φωνή της μητέρας του. «Η Βιρτζίνια σε περιμένει!» πρόσθεσε, λες και ο Μπεν δεν μπορούσε να φανταστεί ποιος έκανε αυτόν τον εκνευριστικό ήχο· η Βιρτζίνια Τζόουνς ήταν ο μόνος άνθρωπος που ήταν ικανός να πατάει την κόρνα για τόσο πολύ, ώρες ολόκληρες σχεδόν — ή, τουλάχιστον, ο μόνος που γνώριζε ο Μπεν πως ήταν ικανός.

Ο Μπεν και η Βιρτζίνια ήταν αχώριστοι από την τρίτη δημοτικού, όχι επειδή ταίριαζαν ιδιαίτερα, αλλά περισσότερο επειδή συνειδητοποίησαν ότι ήταν κι οι δυο τους τόσο «ξενέρωτοι», όπως του χαρακτήριζαν οι συμμαθητές τους, που κανένας άλλος δε θα έκανε παρέα μαζί τους.

Paper HeartsWhere stories live. Discover now