3

94 2 0
                                    

Ούτε που κατάλαβε η Μαρία πως μπήκε στην ζωή της ο Σπύρος, ο αρχιτέκτονας , με το όμορφο πρόσωπο και εκείνο το λαμπερό χαμόγελο, ο Σπύρος, που ήταν σαν άγγελος από τον ουρανό.
Της έδειχνε αγάπη και σεβασμό και η κοπέλα διψουσε και για τα δύο.
Ήθελε να αγαπηθεί, όπως όλα τα κορίτσια αν και την  είχανε καμει να πιστέψει ότι δεν ήταν αξία για αυτό...

Η Μελπω μετα από πολλα πεσίματα δέχτηκε να  αφήσει τον Σπύρο και την Μαρία να βγαίνουν βόλτες, αλλα
και όχι κοντά, κοντά και βέβαια μόνη τους, παντα με τα ξαδέρφια της, που ήταν φίλοι με τον Σπύρο.
Τους άφηνε να πάνε βόλτα  μόνο μέρα μεσημέρι ως παλιό θέατρο που έρχονταν ποτέ, πότε το μπουλουκι, ή ο δάσκαλος ανέβαζε κάνα βαρετο θεατρικό έργο, ή το μικρό ψευτοζαχαροπλαστειο στην πλατεία, με τα συχνά μπαγιάτικα γλυκά, που το τούβλο (κορμός) θαρρείς και ήταν το πιο ταιριαστό όνομα, αλλά μιας και δεν υπήρχε εναλλακτική τους φαίνονταν χαρά.
Στο γυρισμό ο Σπύρος εμεινε πάντα λίγο πιο με την Μαρία, την κοίταζε, την φλέρταρε, της χαϊδεύε τα μαλλια, της χαμογελούσε γλυκά, την αγκάλιαζε, έβγαιναν συχνά, την ειχε συστήσει μάλιστα και σαν κοπέλα του, αλλά απέφευγε να την φιλήσει.
Μια φορά, μάλιστα του είχε δώσει ένα φιλί εκείνη, τα χείλη του ήταν άκαμπτα και το προσώπου ανέκφραστο..
Γιατι άραγε?

Η "σημαδεμενη" Where stories live. Discover now