VII

31 2 1
                                    

ώσπου το τίποτα
βλεφάρισε επίμονα
και παρέσυρε σε έναν του χτύπο
την νοσηρότητα της ανυπαρξίας

κινούμαστε από αίμα
οι μηχανές της ιστορίας τρίζουν
αλλά δεν μας χρειάζονται
όχι όλους
μόνο όσους έχουν χέρια

και πάνω στον ειρμό των σκέψεων
τράκαραν οι οφειλές μου
έσπασαν τζάμια
χύθηκε αρκετό αίμα
μα τουλάχιστον
με το δικό μου
σου ξόφλησα ένα ασήμαντο μερίδιο

και πάνω στον ειρμό της ανθρωπότητας
ο κόσμος έγειρε να ξεκουραστεί
και χαμογέλασε στις μινιατούρες
που ξέφυγαν
από τις βιβλιοθήκες των μεγάλων σπιτιών

Vivamus, moriendum est.Donde viven las historias. Descúbrelo ahora