Κεφάλαιο 24

2.3K 225 0
                                    

-Δεν με νοιάζει αν δεν θες να με δεις, θέλω να σου μιλήσω. Συγνώμη που σου χάλασα την σχέση αλλά νομίζω εσύ μου έκανες κάτι πολύ χειρότερο οπότε είμαστε πάτσι ας πούμε. Ότι και να ένιωθα ή νιώθω για σένα δεν έχει σημασία. Έχουμε τελειώσει και δεν θα είμαστε ποτέ ξανά μαζί. Έχω μια σχέση που αρκετά παραμέλησα εξ αιτίας σου. Δεν μπορούμε να μην βλεπόμαστε, αφού έχουμε κοινή παρέα, οπότε θα κάνουμε υπομονή και με τον καιρό θα συνηθίσουμε και πάλι να είμαστε φίλοι, ίσως όπως τότε στην Πάτρα.

-Όχι, δεν κατάλαβες καλά, δεν υπάρχει περίπτωση να είμαστε όπως τότε στην Πάτρα, ποτέ. Γιατί τότε πίστευα ακόμα ότι είσαι άνθρωπος, αλλά εσύ είσαι...είσαι ένα πλάσμα με τέτοιο εγωισμό που δεν ξέρω αν θέλω καν να βλέπω. Δεν πέρασε το δικό σου στην εκδρομή, δεν παράτησα την Μελίνα για να είμαι μαζί σου και σκύλιασες, και αποφάσισες με τον χειρότερο τρόπο να την διώξεις από κοντά μου. Αυτό λοιπόν θα στο χρωστάω. Και δεν είμαστε καθόλου πάτσι, γιατί όταν χάσαμε το μωρό ΣΟΥ, όπως λες πόνεσα και εγώ πολύ, πάρα πολύ. Και ας μην βγήκα σαν εσένα να το διατυμπανίσω.

Τσακωθήκαμε πολύ, φώναζε αυτός, φώναζα εγώ, είπαμε βαριές κουβέντες. Ρίξαμε ο ένας στον άλλο ευθύνες, αλλά άκρη δεν βρήκαμε. Μα ήθελε να βγει και από πάνω ο κύριος, να μου πει ότι πόνεσε και πολύ μάλιστα, και να μου αφήσει και υπονοούμενο ότι εγώ δεν πόνεσα τόσο αλλά το έκανα για να ασχολούνται οι άλλοι μαζί μου, πόσο έξω έπεσα με αυτόν τον άνθρωπο; Πόσο τον σιχαίνομαι. Τον μισώ, πως είναι δυνατόν εγώ να ερωτεύτηκα αυτό το υποκείμενο; Είναι τόσο...τόσο που ούτε τις λέξεις δεν βρίσκω. Τελειώσαμε οριστικά, αμετάκλητα και για πάντα. Δεν θέλω ούτε να τον ξαναδώ μπροστά μου. ΠΟΤΕ»

Η Ελισάβετ έκλεισε υπολογιστή και ακούμπησε την πλάτη της στην καρέκλα. Έτριψε τα μάτια της, που είχαν κοκκινίσει από την οθόνη του υπολογιστή τόση ώρα που διάβαζε αυτά που η Μαρίνα είχε γράψει, και κοίταξε το ρολόι στον τοίχο. Ήταν περασμένες έντεκα, είχε περάσει πολλές ώρες εκεί μέσα, στο διαμέρισμα τις Μαρίνας μόνη της. Τουλάχιστον όμως είχε βρει την άκρη. Είχε μάθει τον λόγο που είχαν φτάσει να νομίζουν ότι μισούν ο ένας τον άλλο. Ένα παιδί που είχαν χάσει. Τώρα μπορούσε να πάει στην μητέρα της και να της τα πει όλα, ότι είχε μάθει. Αλλά της έλειπε άλλο ένα κομμάτι από το πάζλ. Αφού ο Στράτος ήταν τόσο ερωτευμένος και ευτυχισμένος με την Μαρίνα πως έφτασε να την απατήσει με την Εβελίνα; Και γιατί με την Εβελίνα;

Πριν κάνει οτιδήποτε άλλο πήρε την μητέρα της τηλέφωνο να της πει τα καλά νέα.

-Έλα μαμά, σου έχω καλά και κακά νέα. Το καλό είναι ότι βρήκα τον λόγο που χώρισαν, το κακό όμως είναι ότι είναι πολύ σοβαρός, ο αδερφός μου έχει κάνει μεγάλη βλακεία. Τώρα, θα συμμαζέψω λίγο το σπίτι και μετά θα έρθω να στα πω. Ναι, ναι...φιλιά.

-Ελισάβετ; Άκουσε την έκπληκτη φωνή της Μαρίνας την ώρα που έκλεινε το τηλέφωνο. Γύρισε παγωμένη και την είδε που στεκόταν στην πόρτα. Τι κάνεις εδώ τέτοια ώρα; Τη ρώτησε η Μαρίνα.

-Ε, να...ξέρεις τώρα, σε λίγες μέρες αυτό θα είναι το σπίτι μου και ήθελα να συνηθίζω σιγά, σιγά, απάντησε αμέσως η Ελισάβετ και ταυτόχρονα ένιωσε περήφανη για το γρήγορο και πιστευτό ψέμα της.

Η Μαρίνα της χαμογέλασε, πήγε κοντά της και την αγκάλιασε λέγοντας της πως το έβρισκε λογικό. Και εκείνη το ίδιο ένιωθε που θα άλλαζε σπίτι.

-Ρε μικρό, θα με αφήνεις να έρχομαι που και που, να θυμάμαι λίγο το σπιτάκι μου;

-Εσύ τι λες; Αφού άλλωστε τα μισά πράγματα δικά σου είναι, μόνο να έρχεσαι, ότι θες θα κάνεις.

-Ωραία τότε, όταν θα λείπει ο Φίλιππος για δουλειές θα μαζευόμαστε όλες εδώ και θα κάνουμε τις εργένισσες μαζί σου...αστειεύτηκε η Μαρίνα και αγκάλιασε την Αφροδίτη. Κοίταξε λίγο το σπίτι και σαν να την έπιασε μια μικρή νοσταλγία.

-Ποτέ δεν πίστευα ότι θα θέλω να φύγω από αυτό το σπίτι. Τουλάχιστον θα μείνεις εσύ μέσα που σε θεωρώ δικό μου άνθρωπο. Λοιπόν, είπε και έτριψε τις παλάμες της για να τις ζεστάνει, ελπίζω μόνο το Σάββατο στον γάμο να μην βρέχει. Αν και ο Φίλιππος λέει ότι η βροχή είναι γούρι, εγώ λέω ότι θα μου καταστρέψει τα μαλλιά. Άδικο έχω μικρό μου; Για πες και εσύ;

-Ο Στράτος, λέει ότι αν βρέχει στο γάμο η νύφη είναι γκρινιάρα.

-Ε, ο αδερφός σου τι θα έλεγε; τις γνωστές του μαλακίες. Άλλωστε και να βρέχει σε αυτόν τον γάμο δεν πρόκειται να πατήσει το πόδι του, αν θέλει να συνεχίσει να ζει.

Είπε και πάλι μεταξύ αστείου και σοβαρού η Μαρίνα και πήρε την μικρή για να φύγουν.

-Μαρίνα τι ήρθες εσύ να κάνεις τέτοια ώρα στο σπίτι; Ρώτησε φεύγοντας η Ελισάβετ.

-Ωχ, καλά που μου το θύμισες, είπε και ξαναμπήκε στο σπίτι, πήγε στην ντουλάπα, βρήκε το κόκκινο τετράδιο που πριν είχε διαβάσει η Ελισάβετ και το πήρε μαζί της. Φτάνοντας στον δρόμο, το έριξε με φόρα μέσα στον κάδο των σκουπιδιών.

-Τι ήταν αυτό; Ρώτησε η μικρή κάνοντας την ανήξερη, με τον φόβο ότι η Μαρίνα κάτι είχε καταλάβει.

-Τίποτα, βλακείες, της απάντησε εκείνη, ένα ημερολόγιο, παιδικό, με χαζά όνειρα και ελπίδες. Σαχλαμάρες.

-Και γιατί το πέταξες;

-Γιατί γράφω βλακείες και αν τις διαβάσει ποτέ κανείς θα ντραπώ πάρα πολύ. Όχι για άλλο λόγο. Μουρμούρισε η Μαρίνα και όπως κάθε φορά που έλεγε ψέματα κοιτούσε το πάτωμα.

Και αν σε μισώ...σ'αγαπάω... (GW15)Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt