2.

41 3 0
                                    

Η Τίφανι γύρισε να δει πίσω της ξανά. Κοίταξε αριστερά, δεξιά. Άρχισε να πανικοβάλλεται. Δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Τι κι αν το έλεγε στους γονείς της και εκείνοι αμέσως άρχιζαν να την επιπλήττουνε; Η Τίφανι άρχισε να τρέχει μες τα χιόνια δίχως κάποιο προορισμό, δεν ήξερε που πήγαινε. Απλώς περπατούσε. Τα πόδια της σκεπασμένα από το χιόνι και η καρδιά της από το άγχος να τρέμει. Έτρεχε όλο και πιο γρήγορα, άρχισε να κλαίει και να ουρλιάζει από απόγνωση. Λίγες ώρες αργότερα αφού ο ήλιος είχε πλέον ανατείλει η Τίφανι βρέθηκε σκεπασμένη με χιόνι. Λίγα λεπτά αργότερα αφού ήλιος είχε ξυπνήσει, πλέον ξύπνησε και η ίδια η Τίφανι. Μέχρι να συνειδητοποιήσει που βρισκόταν και γιατί βρισκόταν εκεί που βρισκόταν, ήταν εντελώς ήρεμη. Ξαφνικά σηκώθηκε απότομα και άρχισε να τρέχει. Λίγο αργότερα, εντόπισε πατημασιές. Όχι όμως κοινές συνηθισμένες πατημασιές πατημασιές του Τζόνσον. Μήπως είναι ιδέα μου, αναρωτήθηκε, μήπως είναι κάποιου ζώου πατημασιές. Όσο κι αν προσπαθούσε τον εαυτό της να πείσει αλλά και να ξεγελάσει για κάτι άλλο, κατέληγε σε μία και μόνο σκέψη, πως ήταν οι πατημασιές του Τζόνσον. Ένιωθε πως έπρεπε να τα ακολουθήσει. Η φωνή μέσα της της ψιθύριζε πως αυτό ήταν το σωστό, ακόμα αισθανόταν πως το ένστικτο της δεν θα την πρόδιδε έτσι εύκολα ούτε θα την παρέσυρε με τέτοια ευκολία. Έτσι, ακολούθησε τις πατημασιές, οι οποίες θα την οδηγούσαν σε κάποιο συμπέρασμα σχετικά με την εξαφάνιση του μικρού της αδερφού. Δεν είχε ακριβώς συνειδητοποιήσει τι είχε συμβεί το προηγούμενο βράδυ, ο εντεκάχρονος νους της δεν μπορούσε να αντιληφθεί την σοβαρότητα της κατάστασης. Βρισκόταν στη δική της αδιέξοδο, στη δική της καλά κλειδωμένη πόρτα. Κουράστηκε να περπατάει. Το χιόνι είχε αρχίσει να λιώνει, όπως οι αντοχές της εντεκάχρονης Τίφανι. Είχε απελπιστεί, αλλά είχε χάσει τις δυνάμεις της και την υπομονή της. Ήθελε τόσο να τα παρατήσει και να γυρίσει σπίτι. Όμως δεν μπορούσε να αφήσει τον μικρό της αδελφό να εξαφανιστεί εξαιτίας του δικού της σφάλματος. Ο δρόμος ήταν άδειος και ήταν παρέα με τη σιωπή το μικρό κορίτσι. Ο ουρανός ήταν λιγάκι μπουκωμένος από σύννεφα, ίσα-ίσα που φαινόταν ο ήλιος. Οι δρόμοι μες τα χιόνια, τα δέντρα πνιγμένα είναι κι αυτά μες το χιόνι και το κορίτσι πνιγμένο στις δικές της ενοχές, που την βασάνιζαν και την έπνιγαν όλο και όλο και όλο περισσότερο. Άραγε είναι καλά εκεί που είναι; Γιατί εξαφανίστηκε; Δεν του άρεσε το παιχνίδι; Χιλιάδες ερωτηματικά μες το μυαλό της μικρής Τίφανι τα οποία δεν μπορούσε αλλά δεν ήταν και ικανή να απαντήσει ή να διαχειριστεί. Λίγο αργότερα καθώς νωχελικά το μικρό κορίτσι περπατούσε, εντόπισε ένα τούνελ. Από περιέργεια και μόνο έτρεξε να δει τι μυστικά έκρυβε εκείνο το τούνελ. Που να ήξερε όμως, πως εκείνη της η απόφαση, θα της στοίχιζε πολύ, μα πολύ ακριβά.

Ο Εφιάλτης στο ΤούνελWhere stories live. Discover now