Κεφάλαιο 9

470 32 42
                                    

Ο πατήρ Φλάβιο κατανοούσε πως η σιωπή της έκανε θόρυβο στ' αφτιά του Τάιλερ, πως αυτή η ήρεμη, εσωτερική της δύναμη, έκανε τόσο θόρυβο που τα νεύρα του αντί να καλμάρουν, γιγάντωναν - ακριβώς γιατί θα μπορούσε να του υψώσει τη φωνή, να του αντιμιλήσει, να τον κρίνει, να τον κατηγορήσει, να τον χτυπήσει, να τον πληγώσει° αυτές είναι και οι φυσιολογικές αντιδράσεις κάθε ανθρώπου που δεν έχει ασκηθεί στην υπομονή και στην εγκράτεια, όμως, η μικρή Λίντα, ύστερα από όσα υπέφερε, ήταν πολύ πιο δυνατή απ' όσο η ίδια πίστευε. Το Εγώ του Τάιλερ σίγουρα υπέφερε, το κεφάλι του θα πονούσε, θα ήθελε να την πιάσει από τα χέρια και ν' αρχίσει να την ταρακουνά με όλη του τη δύναμη για να την επαναφέρει στην πραγματικότητα που τον ήθελε εγκλωβισμένο στα δίχτυα της αρρωστημένης αγάπης του γι' αυτήν, μα δε γινόταν να μη δώσει την ευκαιρία στην ίδια τη Λίντα ώστε να του διηγηθεί τις επόμενες κινήσεις του.

«Και πώς αντέδρασε που πήρε τη σιωπή σου ως απάντηση στα ερωτήματά του;»

Η Κλαίρη συνέχισε να κοιτά τον Νικ δίχως να μιλά, όσο και αν της φώναζε ή την ταρακουνούσε εκείνη έμενε άπραγη σε κάθε του αντίδραση. Το μυαλό της χάθηκε και ταξίδεψε άθελά της στα παιδικά της χρόνια και όσα έζησε. Με κάποιον τρόπο έπρεπε να το σταματήσει.

«Γιατί μου το κάνεις αυτό;» τον ρώτησε κάποια στιγμή όταν τον είδε να ξεφεύγει με το μάτι του να γυαλίζει, και επανήλθε στην πραγματικότητα. «Γιατί;» ρώτησε απλώς με το κενό της βλέμμα .

«Γιατί θέλω να τα ξέρω όλα. Τόσο κακό είναι αυτό; Πώς γίνεται να λες ότι μ' αγαπάς και να μη μου ανοίγεσαι;»

«Μίλα μου για τη μάνα σου, Νικ», του είπε ξαφνικά λες και το ένστικτό της την οδήγησε στα ίδια μονοπάτια, λες και δεν ήθελε να ξεφύγει το υποσυνείδητό της από τον πόνο.

«Δεν μπορώ... δεν έχω μιλήσει σε κανέναν γι' αυτήν και τον πατέρα μου.»

Κάθισε στο κρεβάτι κλείνοντας το πρόσωπό του στα χέρια του και ανασαίνοντας βαριά. Η Κλαίρη έπεσε στα γόνατα μπροστά του και απομάκρυνε τα χέρια του, άγγιξε το πηγούνι του για να ενώσουν τις ματιές τους, και φίλησε απαλά τα χείλη του. «Πάρε όσο χρόνο χρειάζεσαι Νικ, εγώ είμαι εδώ για' σένα», του είπε μόνο και τον έκλεισε στην αγκαλιά της. Το μόνο που ήθελε ήταν να τον κάνει να νιώσει ασφαλής και ότι κάνεις δε θα μπορούσε να του κάνει κακό όσο τον είχε στην αγκαλιά της. Δεν ήθελε να σκεφτεί πως μοιράζονταν το ίδιο παρελθόν, δεν ήθελε να σκεφτεί τίποτα πέρα από την αγάπη τους.

ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑOù les histoires vivent. Découvrez maintenant