Το Παραμυθι

200 9 2
                                    

Ο Γιώργης μπήκε στο σπίτι και είδε την πορτα των κοριτσιών να κλείνει, ποτε δεν θα φανταζόταν ποιος θα μπορούσε να κρύβεται από πισω, όσο και εάν δεν το έλεγε σε κανέναν περα απο τον Φανούρη ανησυχούσε για την κόρη του, την Λενιώ του, αν δεν έπαιξαν όλο αυτό το θέατρο εχτές στα ψέματα και ήταν αλήθεια; Αν ειχε τυφλωθεί τόσο πολυ από το μίσος του για τους Σεβαστους που δεν έβλεπε ότι κάνει κακό στο παιδι του; Με αυτές τις σκέψεις που τον είχαν κατακλύσει αποφάσισε να μιλήσει στην κόρη του.

Τα βήματα του πλησίαζαν όλο και περισσότερο δεν είχαν άλλο χρόνο κάτι έπρεπε να κάνουν και γρήγορα. Ο Λάμπρος πλησίασε την Ασημίνα και την τράβηξε προς το μέρος του, της ψυθιρισε κάτι που σχεδόν ούτε ο ίδιος δεν άκουσε και την έσπρωξε προς την πόρτα. Το μόνο που κατάφερε εκείνη να ακουσει ήταν δυο λέξεις είναι άρρωστη και κάπως έτσι ξεκίνησε ένα καινούργιο παραμύθι. Ο Γιώργης άνοιξε την πόρτα την ίδια στιγμή με την Ασημίνα, ο Λάμπρος κρύφτηκε πίσω από την πόρτα ενώ προσευχόταν να μην τον καταλάβει ο Γιώργης. Η Ασημίνα προσπαθησε να το τραβήξει προς την κουζίνα αλλά εκείνος παραπονιόταν πως ήθελε να δει την πρωτότοκη του. Τα νέυρα της Ελένης κόντεψαν να σπάσουν και φώναξε με τόση δύναμη που σιγουρα μέχρι και η Δροσω θα μπορουσε να την ακουσει που ανέβαινε την σκάλα του σπιτιού.
-ΕΞΩ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ
-Μα κορίτσι μου
-Πατέρα θέλω να μείνω μόνη μου, Ασημίνα ΕΞΩ
-Ναι κορίτσι μου σε παρακαλώ μην ταράζεσαι ελα πατερα παμε
Είπε η Ασημίνα και τον τράβηξε έξω από το δωμάτιο, η Δροσω μπήκε μέσα στο σπίτι με ορμή, και οι δύο παραξενευτηκαν που την έβλεπαν έτσι λες και έτρεχε να ξεφύγει από κάποιον. Όταν την ρώτησαν τι συμβαίνει εκείνη απάντησε
-Νόμιζα πως κάτι έπαθε η Ελένη, την άκουσα από την σκάλα και... τρόμαξα Ασημίνα
Την κοίταξαν και οι δύο περήφανα το μικρό κορίτσι τους ξεκινούσε και μεγάλωνε σιγά σιγά με τον δικό του ξεχωριστό χαρακτήρα να ξεκινά να πλαθετε και την ομορφιά της να ανθίζει σαν τα λουλουδια της άνοιξης. Η μεσαία Σταμιρη παραξενευτηκα που η μικρή δεν πηγε να δει την Ελένη όμως δεν ήθελε να δώσει συνέχεια στο παραμυθι έτρεμε, όχι τον πατερα της αλλά τον καβγά που θα δημιουργούσε ο Γιώργης έτσι και έβλεπε μέσα στο σπίτι τους τον Λάμπρο, δεν φοβόταν για εκείνη σιγά το μόνο που θα της έκανε θα ήταν να της έβαζε μια μικρή τιμωρία αλλά η αδερφή της, εκείνη θα την είχε άσχημα για πολυ καιρό, μπορεί και για πάντα.
-Καθήστε να φάμε, πατερα θα είσαι κουρασμένος κάθησε
-Κάτσε λίγο κόρη μου, πάω να βγάλω πρώτα τα ρούχα από τα χωράφια και έρχομαι να φάμε
Πήγε να φύγει για το δωμάτιο του αλλά γυρισε προς την Ασημίνα και της είπε σιγανά ώστε να μην ακουσει η Ελένη.
-Φτιάξε και ένα πιατο φαγητό και πηγενε το μέσα στην αδερφή σου
Του έκανε ένα απλό νευμα, τον είδε να φευγει για την καμαρη του πήγε να ετοιμάσει το φαγητό τους αλλά είδε την μικρή να πηγαίνει στην καμαρη και μόνο που δεν πέταξε τα πιατα από τα χέρια της για να πάει κοντά της.
-Τι νομίζεις πως κάνεις εκεί;
-Πάω στην Ελένη
-Αυτό να το ξεχάσεις, θα έρθεις να με βοηθήσεις στην κουζίνα
-Ασε με μωρε Ασημίνα να δω πως είναι
-Δροσω αυτό είπαμε το ξεχνάς έλα να με βοηθήσεις και ασε το Λενιώ να ηρεμήσει
-Τι σε έχει πιασει;
-Θέλω βοήθεια και κανένας δεν με βοηθάει
Η Ασημίνα έπαιζε καλά ακόμη τον ρόλο της, μόνο τα κλάματα δεν έβαλε προκειμένου να μην μπει η μικρή στο δωμάτιο και τελικά το πέτυχε.

Μέχρι Τ' ΑστέριαWo Geschichten leben. Entdecke jetzt