Ο ήλιος έδινε το φως του απλόχερα ζεστενοντας όλο και περισσότερο τον θεσσαλικό κάμπο. Οι θέσεις του τραπεζιού γέμισαν ξανά στο σπίτι του Γιώργη Σταμιρη όμως για ακόμη μια φορά η θέση της Ελένης θα ήταν κενή με την απουσία της να γίνεται αισθητή και κάθε μέρα όλο και περισσότερο μη υποφερτή. Η ησυχία που επικρατούσε έπνιγε έναν έναν όλο και περισσότερο, η μικρή Σταμιρη δεν άντεξε πεταξε ένα <<εγώ χόρτασα>> στο τραπέζι και εξαφανίστηκε από το δωμάτιο. Έκλεισε την πορτα πίσω της και είδε την Ελένη που καθόταν στο κρεβάτι της κοιτώντας έξω από το παράθυρο, δεν την είχε καταλάβει, την άγγιξε μαλακα στην πλάτη της κάνοντας την να αναπηδήσει από την τρομάρα που πήρε. Τότε είδε και τα μάτια της που ήταν κόκκινα απο τα δάκρυα που κρατουσαν. Προσπάθησε να τα σταματήσει, να μην κυλήσουν στο πρόσωπο της αλλά δεν τα προλαβε, μόλις η Δροσω άγγιξε τους ώμους της κάνοντας την να την κοιτάξει στα μάτια εκείνη έπεσε με φορά στην αγκαλιά της, η μικρή δεν έκανε τίποτα απλά της χάιδευε την πλατη της προσπαθώντας να την ηρεμήσει, η ταραχή όμως δεν έβγαινε από μέσα τις και τα ερωτήματα όσο δεν της απανταγε μεγάλωναν. Σε κάποια στιγμή δεν άντεξε να την βλεπει έτσι, δεν μπορουσε να περιμένει να ξεθυμάνει στην αγκαλιά της, ήθελε απαντήσεις και τις ήθελε τώρα, την τράβηξε λίγο απότομα από την αγκαλιά της.
-Λενιώ μου, πες μου κορίτσι μου, σου έκανε κάτι αυτός; Σε πείραξε; Έκανε κάτι που δεν ήθελες;
Δεν άντεξε, λες και το στόμα της είχε πάρει μια δική της πρωτοβουλία χωρίς να σταματά αλλά ήθελε να ξέρει. Το βλέμμα της που εγνεψε αρνητικά της χαλάρωσε τους ώμους απότομα. Στήριξε την πλατη της στον τοίχο και της έκανε νόημα να κλειστεί στην αγκαλιά της, η Ελένη το δέχτηκε, αποζητουσε από ώρα μια αγκαλιά, μια ζέστη δική της αγκαλιά αλλά όχι εκείνου, σε καμία περίπτωση εκείνου. Δεν ήθελε να την δει να κλαίει, θα αναγκαζόταν να του πει τον λόγο και εκείνη δεν θα μπορούσε. Ούτε στον ίδιο της τον εαυτό δεν τολμούσε να το ξεστομίσει και από την άλλη πως να το πει; Πως να πεις στον μεγαλυτερο έρωτα της ζωής σου πως τον αρνηθηκες; Πως είχε αποφασίσει να τους ξεχάσεις όλους για εκείνον όπως έκανε και ο ίδιος, πως θα του έλεγε πως φοβόταν; Οχι όχι δεν έπρεπε να φοβόταν όχι τώρα, όχι εκεί, όχι τότε.Η Ασημίνα έκανε την εμφάνιση της στην καμαρη σταματώντας τις σκέψεις της, ξαφνικά λες και βρίσκονταν μόνο οι τρείς τους στο σπίτι ξεχνώντας τον πατερα της ξέφυγε το όνομα της αδερφής της δυνατά από τα χείλη της. Κράτησε το στόμα της απότομα και έκλεισε σφιχτά τα μάτια της προσπαθώντας να καταλάβει τι έκανε, πριν προλάβει καμιά τους τίποτα ο Γιώργης περασε την πόρτα της καμαρης. Οι μικρότερες αδερφές της τον κοιτούσαν σαν χαμένες προσπαθώντας να καταλάβουν τι είχε γίνει μόλις, η Ελένη όμως δεν έχασε ποτέ την αυτόκυριαρχία της, μάζεψε τα δάκρυα της και κοίταξε τον πατερα της με υφος σοβαρο μέσα στα μάτια. Η Ασημίνα προσπάθησε να το μαζέψει, να πει στον πατερα να περασει έξω αλλά ο Γιώργης δεν έβγαλε κουβέντα από το στόμα του, κοιτουσε με το βλέμμα του να παίρνει την ιδέα ενός θυμου, δεν κρατήθηκε, την ρώτησε.
-Για τον Σεβαστό κλαις; Για τον Γιο του Μιλτιάδη; διευκρίνισε αν και ήξερε πως δεν χρειαζόταν. Η Ασημίνα προσπαθησε να της καλύψει λέγοντας του
-Οχι βέβαια πατέρα πως σου ήρθε; Έχει περάσει τόσος καιρός από
-Ναι γι'αυτό κλαίω. Και αυτός ο Γάμος ΔΕΝ θα γίνει, δεν θα προχωρήσω την ζωή μου με κανέναν που δεν αγαπάω, με κάποιον που διάλεξες ΕΣΥ μόνο και μόνο για να μην μείνω στο ράφι.
Είπε αρκετά απότομα και σηκώθηκε βιαστικά από την θέση της, πήγαινε προς το μέρος του πατερα της, τον κοίταξε μέσα στα μάτια με την απελπισία και τον θυμό να μην αντέχουν άλλο και να βγαίνουν ανενόχλητα προς τα έξω, δεν έμεινε όμως εκεί, συνέχισε την πορεία της, μπήκε στην κουζίνα και άρπαξε το παλτο με το σαλι της που είχε ξεχάσει εκεί από την ώρα που μπήκε στο σπίτι. Πέρασε το σαλι της βιαστικά από τους ώμους της, πήγε να φυγει όμως το κράτημα του πατερα της την σταμάτησε.
-Που νομίζεις ότι πας;
-Να χαλάσω τον γάμο μου, εγώ αυτόν τον άνθρωπο δεν θα τον παρω, ΠΟΤΕ
Συμπλήρωσε και έφυγε βιαστικά από την πορτα κλείνοντας την με φόρα πισω της.
YOU ARE READING
Μέχρι Τ' Αστέρια
FanfictionΤι θα γινόταν εάν τα παρατούσαν και συνέχιζαν απο το μηδέν; Θα δεχόταν να τα αφήσει όλα πίσω της για εκείνον, τον πρώτο της έρωτα;Ή θα τα άφηνε όλα ως μια ωραία ανάμνηση για να μην χαλάσει την οικογένεια της.Εκεινος από την άλλη θα δεχόταν να μείνει...