Είσαι άρρωστος

502 47 2
                                    

Την επόμενη μέρα.

Έχω κλείσει ραντεβού σε ένα ξενοδοχείο, περιμένοντας τον να εμφανιστεί. Η αγωνία μου τρώει αργά αργά τα σωθικά. Πρέπει επιτέλους να μάθω, χρειάζομαι απαντήσεις! Ακούγεται ένα χτύπημα στην πόρτα. Αυτός είναι. Με σβέλτα κινήσεις, λυγίζω το χερούλι, αφήνοντας τον να μπει μέσα στο δωμάτιο.
«τι συμβαίνει; γιατί μου είπες να συναντηθούμε εδώ;»
Με ρωτάει, κοιτώντας σαν χαμένος τριγύρω.
«κάθισε»
Τον διατάζω, γυρίζοντας του παράλληλα την πλάτη μου.
«τι συμβαίνει μωρό μου;»
«μη με ξανά αποκαλέσεις έτσι!»
Πετάω απότομα, ρίχνοντας του μια άγρια ματιά.
«τι έπαθες;»
Με ρωτάει, φανερά έκπληκτος. Υποθέτω ότι η συμπεριφορά μου τον μπέρδεψε. Λοιπόν, ας μπω κατευθείαν στο θέμα, δεν έχει νόημα να χάνουμε κι άλλο χρόνο.
«τα ξέρω όλα»
Η έκφραση του παγώνει μόλις ακούει τα λόγια μου. Περνάνε μερικά δευτερόλεπτα, ώσπου ξαφνικά αφήνει ένα δύσπιστο γελάκι.
«ποια όλα; τι εννοείς;»
Αποκρίνεται, παίζοντας το εντελώς άνετος. Με εξοργίζει!
«ο Ορέστης σε έβαλε να με παρακολουθείς, έτσι;»
Τον ρωτάω ευθέως, χωρίς περιστροφές. Η έκφραση του παγώνει ξανά. Μόλις πιάστηκε όπως το ποντίκι στην φάκα. Μέσα μου αισθάνομαι ικανοποίηση, αλλά το σφίξιμο στο στομάχι μου με προειδοποιεί για κάτι χειρότερο. Περνάνε μερικά λεπτά σιωπής, ώσπου επιτέλους αποφασίζει να ανοίξει το στόμα του.
«πως έμαθες;»
«απάντησε σε αυτό που σε ρωτάω»
Αντιγυρίζω χαμηλόφωνα. Εκπλήσσομαι που συγκρατώ ακόμα την ψυχραιμία μου.
«ναι»
Η απάντηση του σκάει σαν κεραμίδα στο κεφάλι μου. Κλείνω στιγμιαία τα μάτια μου, παίρνοντας παράλληλα μια βαθιά ανάσα. Η συνειδητοποιήση είναι φρικτή.
«δεν μπορώ να το χωνέψω»
Μουρμουρίζω, χώνοντας τα δάχτυλα στα μαλλιά μου.
«δεν ήθελα να σε κοροϊδέψω»
«και τότε τι ήθελες;»
Πετάω απότομα, με τον τόνο μου να ανεβαίνει μερικές οκτάβες. Το βλέμμα του μένει καρφωμένο χαμηλά στο πάτωμα.
«να σε κάνω να με ερωτευτείς, με τον ίδιο τρόπο που σε ερωτεύτηκα κι εγώ»
Η απάντηση του μου προκαλεί σύγχυση, για να μη πω τρέλα.
«ο άντρας σου με προσέλαβε για να σε παρακολουθήσω, επειδή πίστευε ότι τα είχες με κάποιον άλλον...»
Προσθέτει, καθώς τσιμπάει με τα δάχτυλα την γέφυρα της μύτης του. Δεν μιλάω, επιτρέποντας του να συνεχίσει αυτό που ξεκίνησε.
«στην αρχή μου φαινόταν εύκολη υπόθεση, όπως όλες οι άλλες φυσικά. Όμως όταν άρχισα να σε παρακολουθώ...»
Κάνει παύση, και έπειτα σηκώνει τα μάτια του επάνω μου.
«έγινα κομμάτι της καθημερινότητας σου, χωρίς να το ξέρεις. Και σιγά σιγά, μέρα με την μετά... σε ερωτεύτηκα»
Με ερωτεύτηκε; με ποιον τρόπο με ερωτεύτηκε; με το να με κοροϊδεύει; Ένας ερωτευμένος άνθρωπος δεν συμπεριφέρεται έτσι. Περπατάω πέρα δώθε μέσα στο δωμάτιο, νιώθοντας το μυαλό μου έτοιμο να βγει από την θέση του.
«μου λες δηλαδή ότι όλον αυτόν τον καιρό... ήξερες τα πάντα»
Δεν μπορεί να το χωρέσει ο εγκέφαλος μου, δε δεν γίνεται!
«Νεφέλη, άφησε με να σου εξηγήσω»
«όχι!»
Πετάω αμέσως, ενώ πηγαίνω με μεγάλες δρασκελιές προς το μέρος του.
«αυτό που έκανες... είναι ασυγχώρητο»
Προσπαθώ να κρατήσω τον τόνο μου σταθερό, απαιτώ στον εαυτό μου να μην κλάψει, αλλά που να πάρει η οργή, δεν μπορώ! Δεν γίνεται να σταματήσω το ξέσπασμα μου μετά από μια τέτοια κοροϊδία.
«είσαι άρρωστος ρε! με κατέστρεψες γαμώτο μου, το καταλαβαίνεις;»
Διέλυσα όλο μου τον κόσμο για το τίποτα. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Πόσο πιο ηλίθια μπορώ να γίνω; πόσο;
«μου άρεσες από την πρώτη στιγμή που σε είδα. Σε παρακαλώ, άσε με να σου εξηγήσω»
Λέει καθώς σηκώνεται από το κρεβάτι. Αυτόματα του δίνω ένα δυνατό χαστούκι στο μάγουλο.
«δεν θέλω ρε να μου εξηγήσεις, το καταλαβαίνεις; Αυτό που έκανες ήταν άρρωστο!»
Επιμένω να φωνάζω, έχοντας επίγνωση ότι μπορεί να μας ακούσουν από τα διπλανά δωμάτια. Θεέ μου, δεν μπορώ να με ελέγξω. Πρέπει να φύγω από δω μέσα, να φύγω μακριά από αυτόν.
«δεν θέλω να είμαι εδώ»
Του δηλώνω ξεκάθαρα. Αυτόματα με αρπάζει από τα μπράτσα, για να με φέρει απότομα κοντά στο στήθος του.
«εγώ όμως σε θέλω μαζί μου. Είμαι ερωτευμένος μαζί σου, Νεφέλη. Ξέρω ότι δεν ήταν ο πιο νορμάλ τρόπος για να σου το δείξω, αλλά...»
Αγνοώ τα λόγια του, ενώ ξεκινάω να τον χτυπάω με τις γροθιές μου στο στήθος.
«άφησε με ρε. Είσαι ένας άρρωστος γαμώτο, άρρωστος!»
Συνεχίζω να φωνάζω, αλλά δεν κάνει κάποια προσπάθεια για να με σταματήσει. Το πρόσωπο του δείχνει τόσο γαμημένα γαλήνιο, σαν να μην συμβαίνει τίποτα αυτή τη στιγμή.
«φώναξε μου, σταμάτησε με, κάνε κάτι!»
Ξαφνικά, αρπάζει τους καρπούς μου και με τραβάει κοντά του, με αποτέλεσμα τα πρόσωπα μας να έρθουν κοντά μεταξύ τους.
«είμαι ερωτευμένος μαζί σου»
Ψιθυρίζει, έχοντας κλειστά τα βλέφαρά.
«είσαι ψεύτης»
«είμαι ερωτευμένος μαζί σου»
Επιμένει, προκαλώντας ακόμα περισσότερο τον θυμό μου.
«σκάσε»
Ξαφνικά, ακούγεται ένα δυνατό χτύπημα από την πόρτα. Αμέσως γυρίζω το κεφάλι μου πίσω.
«άνοιξε»
Η φωνή του Ορέστη! Επιστρέφω τα μάτια μου στα δικά του.
«εσύ του είπες να ρθει;»
Τον ρωτάω χαμηλόφωνα. Το πρόσωπο του είναι ανέκφραστο, επιβεβαιώνοντας έτσι τις υποψίες μου. Γαμώτο μου!
«άνοιξε, δεν έχω όλη την ημέρα μπροστά μου»
Η πόρτα χτυπάει ξανά, όμως ούτε εκείνος, ούτε εγώ κάνουμε κάποια κίνηση να απομακρυνθούμε.

Υπό στενή παρακολούθησηWhere stories live. Discover now