Αχιλλέας: έλα έφερα ένα λευκό κρασί το προτιμώ εκτός βεβεια εσύ αν θες κόκκινο
εγώ: όχι μου αρέσει και το λευκό
Αχιλλέας: ωραία τότε
Λέει και το ανοίγει
Αχιλλέας: τα ποτήρια;
Εγώ: ααα ναι μισό
Σηκονομαι και παω στο ντουλαπάκι που έχει κάτι ποτά και δίπλα κάτι ποτήρια πήρα δύο και έκατσα πάλι στη θέση μου
Εγώ: ορίστε
Βάζει στα ποτήρια μας και πίνουμε
Αρχίσαμε να μιλάμε για διάφορα θέματα με εμένα στην αρχή να προσπαθώ να τον κόψω και γενικά κάπως να τον κάνω να τελειώνουμε αλλά αυτός τίποτα , συνέχεια έβρισκε νέα θέματα συζήτησης
Αχ είναι τόσο καλός και τόσο όμορφος και τόσο ... Αχ Αντωνία σοβαρέψου
Άρχισα να απολαμβάνω τη συζήτηση μας αλλά και το κρασί , σκευτικα πως την Αργυρώ θα την πάμε καλύτερα το πρωί ώστε να μην με δει κανένας
Ένιωθα πως είχαμε ψηλομεθησει αλλά έπρεπε να κάνουμε τη δουλειά μας
Εγώ: Αχιλλέα μου πρέπει να δουλέψουμε
Αχιλλέας: έλα βρε Αντωνία μου σε λίγο
Εγώ: όχι τώρα , έλα σε παρακαλώ
Του είπα με ένα ναζιαρικο τρόπο
Αχιλλέας: Φφφ καλά
Σηκονομαστε από τον καναπέ και πήγαμε στο γραφείο μου ξεκινισαμε τη δουλειά αλλά δεν κάναμε και τίποτα ....
Μετά από δύο μέρες
Έχω στο σπίτι μου την Αργυρώ και αναγκαστικά έμαθαν για αυτήν ο Άρης και ο Σταύρος
Αργυρώ: έλα να δούμε τι θα βάλεις
Εγώ: εεε;
Αργυρώ: τι εεε καλέ ξέχασες; Σήμερα σε κάλεσε ο Αχιλλέας σπίτι του
εγώ: Όχι φυσικά και δεν το ξέχασα αλλά σκευτομαι πως έχουν περάσει τρεις μέρες και δεν έχουμε νέα του Στέφανου
Αργυρώ: μην ξανά ακούσω λέξη για αυτόν Αντωνία ένταξη; Ο Στέφανος προτιμισε να μας πουλήσει όλους και να πάρει τα διαμάντια μας
Εγώ: δεν είμαστε και σίγουροι
Αργυρώ: εγώ είμαι 100% σίγουρη πως αυτός τα πήρε , μην σου πω κιόλας πως σε κορόιδεψε , τέλος πάντων είναι ζήτημα χρόνου να τον βρούμε από όσα ξέρουμε είναι ακόμα στην Ελλάδα
Μετά από τρεις ώρες είχα βάλει ένα κόκκινο κολλητό φόρεμα με μαύρες γόβες και ένα αντίστοιχο μακιγιάζ
Πήγα στο σπίτι του Αχιλλέα και φυσικά ήταν πολύ μεγάλο
Χτυπάω την πόρτα
Αχιλλέας: καλώς την πέρασε
Μου λέει και μπαίνω μέσα ήταν όλα τέλεια το σπίτι αυτό ήταν σαν παλάτι
Μετά από μια ώρα κάθησαμε στον καναπέ του αφού είχαμε φάει κάτι ελαφρύ που μας έφτιαξε η γυναίκα που του μαγειρεύει
Μιλούσαμε για διάφορα θέματα και κυρίως για τη δουλειά
Σχολιασαμε μάλιστα και το γεγονός ότι ο Στακας σταμματησε τα γελοία κόλπα και του με τους πυροβολισμούς εντελώς ξαφνικά
Αχιλλέας: να βάλω ένα ποτό;
Εγώ: ναι , μια βότκα
Αχιλλέας: πηγαίνει στην κάβα τους και φέρνει ένα μπουκάλι βότκα και δύο ποτήρια
Πίναμε και εγώ τον ένιωθα όλο και πιο κοντά μου
Ήταν πλέον σε απόσταση αναπνοής από εμένα
Αχιλλέας: κουράστηκα;
Εγώ: για πιο πράγμα;
Αχιλλέας: κουραστικά να κρύβω τα συναισθήματα μου επίδη εισια με τον παπάρα , Αντωνία σε θέλω
Λέει και ενώνει τα χείλη μας
YOU ARE READING
°Η διαθήκη°
General FictionΔύο αδέλφες η μία παιθανε σε τροχαίο ή έτσι τουλάχιστον φαίνεται , η άλλη πως θα αντιδράσει όταν μάθει πως η αδερφή της της αφήνει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας της; Θα την δεχτεί; Ναι ή Όχι; Και αν ναι πως θα είναι η ζωή της μετά από αυτή την...