Κεφάλαιο 26

142 31 31
                                    

Αλκινόη

Η νύχτα έπεσε, αλλά ο Καλλίας δεν είχε φανεί και ακόμη και η Νεσρίν άρχιζε να δείχνει σημάδια ανυπομονησίας. Αφού έβγαλε τα φρύδια της, άλλαξε φόρεμα, κοσμήματα και κόμμωση, δεν ήξερε πια τί να κάνει για να περάσει η ώρα.

- Μα τί κάνει, λοιπόν;

Είπε η Νεσρίν, αναστενάζοντας και πρόσθεσε λίγη μπογιά, στα μάγουλά της. Προσπάθησα να καθίσω και το τραύμα μου, μου τράβηξε το πλευρό.

- Και αν του συνέβη τίποτε;

Η Νεσρίν κούνησε το κεφάλι.

- Μέσα στο στρατόπεδο; Κανένας κίνδυνος.

Με είδε να στραβομουτσουνιάζω και άφησε ένα μικρό γέλιο.

- Μη σε νοιάζει είναι επώδυνο για την ώρα, αλλά δεν είναι τίποτε.

- Τίποτε; Πέρασα τη νύχτα λιπόθυμη!

- Ένα βράδυ, κορίτσι μου.

Με διόρθωσε.

- Μόλις ένα βράδυ. Και έχω την εντύπωση ότι οι συγκινήσεις είναι πιο σημαντικές από την απώλεια αίματος, που ήταν -λυπάμαι που σε απογοητεύω- ελάχιστη.

- Αφού δεν ήταν το δικό σου αίμα!

Ξέσπασε σε ένα χαριτωμένο γέλιο και ήρθε να καθίσει δίπλα μου, για να δει το πρησμένο μου πλευρό.

- Σε δυο-τρεις ημέρες, αυτή η άσχημη πληγή θα είναι μόνο μια μακρινή ανάμνηση. Το βέλος πέρασε κάτω από το δέρμα, σαν μεγάλη ακίδα. Ευτυχώς που είχες την ασπίδα σου.

- Νεσρίν... Μίλησες για έναν ξένο, όμως οι άνδρες που πήραν τον Αλέξανδρο ήταν Σπαρτιάτες, θα μπορούσα να το ορκιστώ.

- Δεν ξέρω αν είναι Σπαρτιάτης.

Έτεινε προς το μέρος μου ένα βαθύ πιάτο με πλιγούρι.

- Φάε. Κανείς δεν ξέρει από πού έρχεται, όμως τα έχει πολύ καλά με τον Μαρδόνιο, από το γένος του Δαρείου. Ξέρεις ποιός ήταν ο Δαρείος;

- Ο πατέρας του Ξέρξη.

- Ναι. Ο Μαρδόνιος είναι που ενεθάρρυνε τη Θεϊκή Μεγαλειότητά του να εισβάλει στην Ελλάδα. Όλος ο κόσμος ξέρει ότι θέλει να την κυριεύσει. Αυτός ο ξένος μας επέτρεψε να... Δηλαδή, ήρθε εδώ και λίγο καιρό, συνοδευόμενος από κάποιον άλλον άνδρα, κάποιον Εφιάλτη, που μίλησε στον Ξέρξη και στον Μαρδόνιο για την ύπαρξη εκείνου του φρικτού μονοπατιού μέσα στα βουνά.

- Για την Ανοπαία... Ένας προδότης; Αυτό είναι πραγματικός εφιάλτης...

- Ο Μαρδόνιος, για να ευχαριστήσει τον ξένο, τον γέμισε δώρα, όμως εκείνος ήθελε μόνο ένα πράγμα: έναν φυλακισμένο. Έναν Σπαρτιάτη. Όταν τον περιέγραψε, ήμουν με τον Μαρδόνιο, έπαιζα μουσική και μου κινήθηκε η περιέργεια.

✓Book of Curse #2: "Love Bound" (Ολοκληρωμένη)Where stories live. Discover now