6

73 10 14
                                    

Ο μαρκήσιος έσπρωξε το άψυχο κορμί της Karen από πάνω του και βάδισε γοργά ξοπίσω της. Αδυνατούσε να διαβάσει τις σκέψεις της. Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που το επιχείρησε, μα διαπίστωσε πως η Eve δεν είχε μόνο ανοσία στο δηλητήριό του, αλλά και σε όλες τις δυνάμεις του, μιας και, αφού δεν κατόρθωσε να διαβάσει τι έκρυβε στο βάθος του μυαλού της, προσπάθησε να το τροφοδοτήσει με τις εντολές του, πιστεύοντας πως με αυτόν τον τρόπο θα σταματούσε τα βήματά της... μα όλα ήταν απολύτως μάταια...

Η κοπέλα έτρεχε, έτρεχε γοργά στο σκοτεινό και τρομαχτικό δάσος να ξεφύγει... Όχι από τον δαίμονα, μα από τον ίδιο της τον εαυτό. Μπορεί οι δυνάμεις του να ήταν άχρηστες πάνω της, μα ήταν σίγουρος για τα αρνητικά της συναισθήματα και το σοκ που κυρίευσε την ύπαρξή της. Ένας άγγελος διέπραξε το πιο αποτρόπαιο έγκλημα. Και γιατί; Για να σώσει τη ζωή του δαίμονα που τον είχε φυλακίσει στο κάστρο του. Την ένιωθε... ήταν ένα κτήνος, μα είχε καρδιά, μια καρδιά που χτυπούσε μονάχα για 'κείνη!

Άρχισε να φωνάζει το όνομά της, όπως επικοινωνούν μεταξύ τους οι απλοί άνθρωποι, όμως άσκοπα, αφού δεν του έδινε καμία σημασία. Η θλίψη και η ταραχή τον τύλιξαν σαν μανιασμένος τυφώνας. Και τότε η μαύρη του κάπα σκίστηκε, το γυμνό του κορμί λύγισε στα δύο, τα γόνατά του έπεσαν στο νωπό από την υγρασία χώμα και το ουρλιαχτό ήχησε απ' άκρη σ' άκρη κάνοντας τις κουκουβάγιες ν' απλώσουν τα φτερά τους εγκαταλείποντας τα γυμνά κλαδιά των δέντρων, τις νυχτερίδες να τρυπώσουν βιαστικά πίσω στις σπηλιές τους, τους λύκους να κρυφτούν στις φωλιές τους και τις πυγολαμπίδες να πετούν τρελαμένες από δω κι από κει. 

Πονούσε... Τα πελώρια εβένινα φτερά του έσκισαν την πλάτη του για να αναδυθούν από την σπονδυλική του στήλη και ν' ανοίξουν καταλαμβάνοντας μια περιοχή τριών μέτρων τόσο στα δεξιά όσο και στα αριστερά του. Το κορμί του πήρε το χρώμα της στάχτης, τα νύχια των χεριών και των ποδιών του μάκρυναν και έγιναν γαμψά σαν του αετού, τρυπώντας τα γάντια και τα υποδήματά του, ενώ οι μύες του έγιναν πελώριοι, και το πρόσωπό του πήρε τη μορφή της φρίκης: είχε δυο τεράστιες τρύπες στη θέση των ματιών του μέσα από τις οποίες έβγαινε ένα έντονο κόκκινο φως, πολύ λεπτά χείλη που ίσα που κάλυπταν τα τεράστια μυτερά του δόντια, μακριά και κοφτερά αφτιά σαν καλά ακονισμένες λεπίδες, και δύο τραγίσια κέρατα στην κορφή του κεφαλιού του.

Ένας βρυχηθμός ελευθερώθηκε από τις φωνητικές του χορδές και πέταξε με όλη του τη δύναμη και με μεγάλη ταχύτητα, κόβοντας μεμιάς τα βήματα της Eve που είχε μείνει να κοιτά το απόκοσμο πλάσμα απέναντί της με τρόμο και δάκρυα στα μάτια χάνοντας την ισορροπία της και πέφτοντας στο χώμα, σπρώχνοντας προς τα πίσω το κορμί της για να σωθεί.

Δαιμόνιος έρωταςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora