Η Μαργετα στάθηκε στην αυλοπορτα του Στέφανου. Δεν ήταν η πρώτη φορά που την περνούσε αλλά μετά την διάλυση του γάμου τους κάθε φορά που ερχόταν αισθανόταν σαν να έφευγε από το δικό της σπίτι. Ανέβηκε δειλα τα σκαλοπάτια και χτύπησε την πόρτα. Ο Στέφανος της άνοιξε και το προσωπο του φώτισε με ένα χαμόγελο. Αντίθετα το δικό της σκοτείνιασε αμέσως.
-"Μαργετα καλησπέρα, δεν σε περίμενα. Πέρασε". Μπορεί να είχαν περάσει το προηγούμενο βράδυ μαζί αλλά ακόμα δεν ήταν σίγουροι αν ήταν και πάλι ζευγάρι. Υπήρχε μια αμηχανία ακόμη ανάμεσα τους καθ αυτό ακριβώς ήταν που η Μαργετα δεν αντεχε. Μπήκε μέσα και κάθισε στο σαλονάκι. Ο Στέφανος έτρεξε στην κουζίνα να φτιαξει δύο καφέδες και τα χέρια του σχεδόν έτρεμαν, σαν να την περιμένε ξανά στο πρώτο τους ραντεβού.
Έφερε τους καφέδες μαζί με ένα ποτήρι νερό. Η Μαργετα ήπιε μια γουλιά και χαμογέλασε.
-"Πάντα ωραίος" Ο Στέφανος την κοίταξε γεμάτος αγάπη και κάθισε δίπλα της. "Πρέπει να μιλήσουμε" τόνισε.
-"Ναι πρέπει"
-"Χτες το βράδυ, αυτό που έγινε..το ήθελα. Πολύ. Αλλά δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι. Ούτε θέλω. Δεν είμαστε πια 18 χρόνων. Σκέφτηκα λοιπόν μόλις ολοκληρωθεί και η δικη της Αλεξάνδρας, άσχετα απ την έκβαση της η όχι να παντρευτουμε. Αν βέβαια με θες. Αν μπορείς να με συγχωρέσεις. Αν μ'αγαπας..ακόμα "
Ο Στέφανος την κοιτούσε σιωπηλός. Ήθελε τοσο πολύ να την κλέψει, να πάνε να παντρεύτουν την ίδια κιόλας στιγμή. Αλλά έπρεπε να μαθει πρώτα. Δεν ήταν εύκολο να την ρωτήσει. Όμως έπρεπε.
-"Μαργετα, αγάπη μου...είσαι ο αέρας που αναπνέω. Με φιλήσες και πήρα ανάσα. Αλλά πριν προχωρήσουμε μαζί πρέπει να πούμε όλες μας τις αλήθειες".
-"Δεν σου έχω κρύψει τίποτα..."
-"Μαργετα όταν ήμασταν στο νοσοκομείο λίγο πριν λιποθυμήσεις με αγκαλιασες και έλεγες ο γιος μας...ο γιος μας". Ο Στέφανος μιλούσε με κομμένη την ανάσα. Την κοιτούσε στα μάτια με τα δικά του να έχουν γεμίσει δάκρυα και τα χέρια του κάλυπταν τα δικα της.
Η Μαργετα τον κοιτούσε παγωμένη. Του είχε αποκάλυψει το μεγαλύτερο μυστικό της ζωής τους και δεν είχε καμία ανάμνηση γι αυτο. Και όμως, την έκλεισε στην αγκαλιά του με αγάπη και δεν της μιλησε πάρα μόνο όταν ο Ιάσωνας είχε ξεπεράσει τον κίνδυνο. Δεν ήξερε τι να πει. Πως να του πει την αλήθεια μετά από 40 χρόνια; Πως να του πει ότι ο γιος του ήταν υπαίτιος για τη διαλυμένη του ζωή. Πως να του πει ότι παντρεύτηκε τον Γιώργη για να σώσει το παιδί τους;