μερος 20

150 12 2
                                    

 

<< ο Τζέιμς είναι γιος αγγλίδας είναι ένας καλός άνθρωπος που το μόνο που επιθυμεί είναι να πουλάει εμπόριο και να κρατήσει ζωντανή την ζωή στην πατρίδα του με τίμιο χρυσάφι. Δεν προσπάθησε ποτέ να μου κάνει κακό, μα δεν είμαι πλέον αγνή.

Ο ιερέας αλλά και ο Τζέιμς πάγωσαν.

<< όχι στην καρδιά..

Τα μάτια της τον κοίταξαν ξανά τώρα.

<< εχεις το στρέμμα μου στην Βαλχάλα Τζέιμς.

Ένας απόηχος μιας αστραπής ήταν όλα τώρα στο μυαλό του

Με τον πόνο να τον υποδέχεται βαθιά.

<< κόρη μου;

<< δεν έπρεπε το γνωρίζω πατέρα, μα δεν το επέλεξα, συγχώρεσε με θα κάνω ότι επιθυμείς, θα ακολουθήσω τον δρόμο που μου έμαθες ,μα συγχώρεσε με και επιτρεψε στον Τζέιμς να ζήσει ελεύθερος, είναι το μοναδικό πράγμα που σου ζητώ

<< πως μου το έκανες αυτό; πως θα ζήσω έτσι;

Τα δάκρυα της ήταν ακατάπαυστα.

<< θα ορκιστω μοναχή και θα απαρνηθω καθετί άλλο .

Το βλέμμα του Τζέιμς ξεκίνησε να γίνεται παλοιρια.

<< αφήστε τον Τζέιμς να ζήσει

<< βλέπω βαρβαρε εκλεψες κάτι περισσότερο από τιμή και παρόλα αυτά δεν σε επιλέγει.

Ο Τζέιμς την κοίταξε με κατακόκκινα μάτια

<< θα τα πούμε στην Βαλχάλα ενάρετη.

Μονάχα τότε ένα δάκρυ τον πρόδωσε.

Ο ιερέας την τραβηξε προτού εκείνη μιλήσει, αφήνοντας τον Τζέιμς να κοιτάζει με σμιγμενα φρύδια το κενό

VIKINGS-  Όρκος Where stories live. Discover now