Αυτό ειναι δικό μου!

33 8 41
                                    

18ος αιώνας, Λονδίνο Αγγλίας.

Οι πρώτες ηλιαχτίδες του ηλίου κάνουν δειλά δειλά την εμφάνιση τους πίσω από τα μικρά και μεγάλα σπιτάκια του Λονδίνου. Ο νεαρός James ήξερε πως τώρα θα ήταν ώρα να αρχίσει να ετοιμάζετε για να πάει στο σιδεράδικο αν δεν τον είχαν απολύσει εξαιτίας αυτή της παράλογης κατηγορίας που η αδελφή του αντιμετωπίζει.

Κοίταξε τον ουρανό και παρατήρησε πως δεν υπήρχε ίχνος σύννεφων στον ουρανό, πράγμα περίεργο για το Λονδίνο. Αν ήταν εδώ η Rose θα το λάτρευε, σκέφτηκε και χαμογέλασε. Ακόμα δεν μπορούσε να πιστέψει πως η μικρή του αδελφή, ο μικρός του άγγελος, είναι εξαφανισμένη εδώ και μια βδομάδα.

Αδυνατεί να καταλάβει πως προέκυψε αυτή η κατηγορία και οι αμφιβολίες για το αν αληθεύει τρώει τα σώθηκα του. Από τη μια η αδελφή του είναι, γιατί ξέρει ότι είναι ζωντανή, ένας καλός άνθρωπος με βαθιά πίστη στο Θεό. Από την άλλη όμως για ποιο λόγο να της καταλογήσουν μια τέτοια κατηγορία; Το κεφάλι του άρχισε να τον πονάει για άλλη μια φορά καθώς έπαιρνε τον δρόμο για το σπίτι.

Από τότε που ξεφανιστηκε κάθε βράδυ την ψάχνει λες και σαν θαύμα από τον Θεό θα την βρει. Ξέρει ότι δεν πρόκειται να συμβεί αυτο αλλά δεν μπορεί να μένει άπραγος. Βάζει συνεχώς τα χειρότερα στο νου του. Τι και αν είναι μόνη της και πεινάει; Τι και να κρυώνει; Τι και αν είναι κάπου παρατημένη και βιασμένη;

Τι και αν είναι νεκρ- Ωω James πάψε επιτέλους,
μαλώνει τον εαυτό του και ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του. Η μητέρα του όπως πάντα τον κοιτάει με ελπίδα.

" Κανένα νέο;" Ο James κάθεται σε μια καρέκλα και κουναει αρνητικά το κεφάλι του. Ήξερε πως τώρα η μητέρα του θα άρχιζε να κλαίει, αλλά όχι αυτή τη φορά. Στέρεψαν τα δάκρυα της...όπως και τα δικά του.

" Δεν μπορώ να καταλάβω τι έχει συμβεί. " Παραδέχεται.

" Κανένας αγόρι μου. Ήρθε και εκείνος ο νεαρός από το ραφταδικο σήμερα...ρωτούσε για εκείνη." Το βλέμμα του James αγριεύει.

" Ποιος νεαρός;"

" Ο γιος του λορδου Randal. " Το χέρι του χτυπάει το τραπέζι δυνατά. Όλο αυτό το καιρό η απάντηση ήταν μπροστά στα μάτια του και εκείνος δεν το είχε αντιληφθεί. Αμέσως χωρίς να πει κουβέντα άνοιξε την πόρτα και άρχισε να κατευθύνεται σχεδόν τρέχοντας προς το αρχοντικό των Randal.

Όλα άρχισαν να βγάζουν νόημα ξαφνικά. Εκείνο το πλουσιοπαιδο την πλήγωσε και όχι μόνο αυτό αλλά της έριξε στους ώμους μια τέτοια σοβαρή κατηγορία. Τον λόγο δεν το ήξερε αλλά αργά ή γρήγορα θα τον ανακαλύψει. Όταν φτάνει ακριβώς έξω από την μεγάλη ξύλινη πόρτα είναι έτοιμος να χτυπήσει αλλά μια φωνή τον σταματάει.

Η πυξίδα της καρδιάςWo Geschichten leben. Entdecke jetzt