Θα με παντρευτείς;

56 12 35
                                    

18ος αιώνας, Λονδίνο Αγγλίας.

Κοιτούσε ανυπόμονα τους δείκτες του ρολογιού όσο προσπαθούσε να τελειώσει την επιδιόρθωση ενός φορέματος. Το μόνο φως που υπήρχε στην κάμαρη ήταν εκείνο της στρογγυλής σελήνης και του μικρού κεριού που τρεμοέπαιζε σε κάθε της ανήσυχο ξεφύσημα. Μόλις οι δείκτες του ρολογιού σημάνουν δώδεκα ακριβώς τα μεσάνυχτα, πετάγεται όρθια αφήνοντας το φόρεμα στην άκρη. Στρώνει το κρεβάτι της και με προσεκτικά και αθόρυβα βήματα, βγαίνει από το μικρό της δωμάτιο.

Φοράει την γαλάζια της κάπα φροντίζοντας πάντα η μεγάλη κουκούλα να καλύπτει το πρόσωπο της, δεν έπρεπε κανένας να την δει μαζί του. Πιάνει με τρεμάμενα χέρια το χερούλι της πόρτας και μια μόνο ανάσα πριν νιώσει το βραδινό αεράκι στο σώμα της, η φωνή του James την αιφνιδιάζει. Η Rose γυρίζει έντρομη και τον κοιτάζει. Η μικρή τους κουζίνα είναι εξίσου σκοτεινή, παρόλα αυτά νιώθει την άγρια και αυστηρή ματιά του να την καίει, η Rose ξεφυσάει.

" Πάλι με αυτόν θα βρεθείς;" Ο James τυλίγει τα χέρια του στο στήθος του ανασηκώνοντας το ένα του φρύδι. Ο αδελφός της την περνούσε μονάχα πέντε χρόνια αλλά έχοντας χάσει τον πατέρα τους σε μικρή ηλικία και με την μητέρα του να εργάζεται κάθε μέρα σαν σκυλί για να μπορέσει να διατηρήσει την μικρή τους οικογένεια, τα περισσότερα βάρη είχαν πέσει επάνω στους ώμους του πρωτότοκου γιου. Τουλάχιστον έτσι προσπαθούσε να δικαιολογήσει η Rose  την συμπεριφορά του κάθε φορά που την έφτανε στα όρια της.

" Δεν έχω όρεξη να μαλώσουμε πάλι για αυτό." Αναφωνεί η κοπέλα και κάνει ένα βήμα προς την πόρτα θέλοντας να του το κάνει ξεκάθαρο πως δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Είχε δικαίωμα στην ευτυχία και την αγάπη όπως κάθε άλλη κοπέλα της ηλικίας της. Ο James τραβάει την καρέκλα και κάθετε στο τραπέζι τοποθετώντας τις παλάμες του στο πρόσωπο του απελπισμένος. Η αγάπη του για την μικρή του αδελφή ήταν άπειρη και αγνή, αλλά η Rose ήταν ατίθαση και ...ερωτευμένη με κάποιον που δεν θα έπρεπε!

" Σκοπεύει τουλάχιστον να σε παντρευτεί;" Η Rose κοιτάζει το πάτωμα ταπεινωμένη. Ήξερε πολύ καλά τι γνώμη είχε ο αδελφός της για τον άνδρα που είχε κάνει την καρδιά της να χτυπάει αδιάκοπα κάθε φορά που τον σκέφτονταν ή τον αντίκριζε. Άχρηστο τον ανέβαζε, ψεύτη τον κατέβαζε. Ήταν άλλωστε γνωστό πως ο αδελφός της ήταν ένας μικρός επαναστάτης, μισούσε την μοναρχία κυρίως γιατί η βασιλεία ήταν αυτή που του στέρησαν τον πατέρα τους. Η Rose τον θυμάται αμυδρά, αλλά για τον James ήταν κάτι παραπάνω από μια θολή ανάμνηση.

Η πυξίδα της καρδιάςOnde histórias criam vida. Descubra agora