Κεφάλαιο 4ο

11 1 0
                                    

-"Και που λες ήρθε και η μέρα που ξύπνησε. Δεν ήμουν στο δωμάτιο εκείνη την στιγμή που με έκανε να θυμώσω αλλά όχι τόσο έντονα ώστε να εκραγώ, ούτως ή άλλος έμαθα να το ελέγχω. Είχα δει τους γιατρούς να μπαίνουν μέσα στο δωμάτιο και να τον περιποιούνται. Βρήκα μια σχισμή από τις κουρτίνες του παραθύρου, απ' όπου μπορούσα να τον δω.

Φαινόταν εξαντλημένος και ζαλισμένος, αλλά πάλι καλά ξύπνησε. Τον έβλεπα να προσπαθεί να μιλήσει, δεν μπορούσα να ακούσω γιατί οι γιατροί κάναν περισσότερο θόρυβο, αλλά κατάλαβα ότι δεν μπορούσε. Είχε τρομάξει, όλα του συνέβαιναν πολύ γρήγορα. Ακόμα και με τις τελευταίες αναμνήσεις πριν μπει σε κώμα θα τρόμαζε, δεν ξέρω ποιο από τα δύο ίσχυε, μπορεί και τα δύο συγχρώνος.

Ένα χέρι ξαφνικά έπιασε τον ώμο μου. Γύρισα απότομα και κοίταξα τον γιατρό στα μάτια, μπορεί να είχα το χαρακτηριστικό μου απελπισμένο βλέμμα, δεν ξέρω αλλά το είδα σε αυτόν. Μου είπε πως ήταν μια χαρά και ότι σε λίγο θα έδιωχναν την μητέρα του να τον άφηνε να ξεκουραστεί και μου πρότεινε σε αυτό το διάστημα να έμπαινα μέσα, γιατί με αναζητούσε. Έτσι κι έγινε λοιπόν, η μητέρα του πήγε στην καφετέρια ρίχνοντάς μου ένα άγριο βλέμμα περνώντας από μπροστά μου και εγώ μόλις έφυγε μπήκα μέσα.

Είχε γυρισμένη την πλάτη του, έλεγα να περίμενα να γυρίσει αλλά μετά σκέφτηκα ότι ήταν κουρασμένος και πήγα εγώ σε αυτόν. Κάθισα στην καρέκλα, που συνήθιζε να κάθετε η μητέρα του αλλά και γω τις πρώτες μέρες, και τον άγγιξα στην πλάτη σαν να του έλεγα πως καλύτερα είναι να κάθεται ανάσκελα. Και γύρισε απαλά και όμορφα. Μόλις με είδε το πρόσωπό του έλαμψε, από την σκοτεινάδα που είχε πριν άρχισε να λάμπει λίγο λίγο. Πήγε να μου μιλήσει αλλά τον πρόλαβα και του είπα να ηρεμήσει. Του έσφιξα το χέρι και ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό μου. Όταν έσταξε στο χέρι μου το πήρα χαμπάρι. Τον αγαπούσα, δεν ήθελα να τον χάσω, γι'αυτό έκλαιγα, από ανακούφιση. Ήθελα να του πω τα συναισθήματά μου και όλα τα γεγονότα και την ανακάλυψή μου, αλλά τον κοίταζα και τον λυπόμουν, δεν ήθελα να του φορτώσω κι άλλα βάρη.

Μετά από την πέμπτη μέρα είχε την ενέργεια να περπατήσει κι όλας, αλλά μέχρι ένα σημείο. Εγώ είχα παραδωθεί πλέον στην παλιά μου συνήθεια, το κάπνισμα. Με ηρεμούσε, και μια μέρα πήγα στο πάρκινγκ που είχε θέα το δωμάτιό του στο νοσοκομείο, για να ξέρω και τι γινόταν πήγα σε αυτό, και τότε ήταν που ανακάλυψα και την δική του ικανότητα. Μπορούσε να γίνεται αόρατος, με έβλεπε και στεναχωριόταν μεν αλλά δεν ήθελε να ξέρω ότι το ξέρει, και τότε δεν μπορούσα να τον δω αλλά τον ένιωθα πως υπήρχε στο μπαλκόνι και με κοίταζε. Το έσβησα και ανέβηκα πάνω και συμπεριφερόταν λες και δεν έγινε τίποτα. Ήξερα το μυστικό του αλλά αυτός δεν ήξερε κανένα από τα δυο. Και του τα είπα όλα."

Η ΑλλαγήOnde histórias criam vida. Descubra agora