-Και μετά τι έγινε;
-Δεν με άφησες να τελειώσω, της χαμογέλασε.
-Συνέχισε λοιπόν.
-"Έπειτα όπως μπορείς να φανταστείς δεν είχα πεθάνει όπως κανείς θα περίμενε αλλά μετά από λίγη ώρα κάποιος είχε ακούσει τη μουσική του κινητού μου. Άκουγα τα βήματά του, ήταν ελαφριά αλλά έτσι όπως ένιωθα το κεφάλι μου όλα ήταν δυνατά για μένα και αμέσως ξύπνησα. Έβλεπα θολά αλλά κατάλαβα πως με περιεργαζόταν ένας άντρας. Δεν φαινόταν για Έλληνας οπότε ήμουν προετοιμασμένη για εκπαίδευση των αγγλικών μου. Το όπλο ενστικτοδώς το κράταγα γερά και ήμουν έτοιμη να πατήσω την σκανδάλη μέχρι που με καθησύχασε λέγοντάς μου ότι δεν θα με πειράξει. Αμέσως μόλις αντίκρυσα την λίμνη αίματος που είχε δημιουργήσει το πόδι μου, είχα την τάση για εμετό που θα έφερε ζαλάδα και έπειτα λιποθυμία και γι'αυτό πήρα το βλέμα μου από κει. Βλέποντάς με στην κατάστασή μου, μου είπε να περιμένω ένα λεπτό και έφυγε τρέχοντας.
Όσο περίμενα έψαχνα για μουσική στο κινητό μου, αντιπερισπασμός για το μυαλό μου, και μέχρι να γυρίσει, που του πήρε πέντε λεπτά, το έκλεισα. Με ρώτησε γιατί την έκλεισα και την ξαναέβαλα να παίζει. Είχε έρθει με εφόδια από το φαρμακείο, και σύμφωνα με το ματωμένο χέρι του, παραβίασε την τζαμόπορτα για να μπει μέσα. Έβγαλε τη ζακέτα του και μου την έδωσε, μου είπε να την δαγκώσω και να γυρίσω το πόδι μου ώστε να βλέπει την πληγή. Τότε ήταν η στιγμή που ούρλιαξα περισσότερο από πριν και στίχοιμα ότι ακούστηκα σε όλη την περιοχή παρά την ζακέτα που είχα δαγκωμένη. Ένιωθα το κάψιμο να με διαπερνά, δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια μου και αυτή τη φορά όχι από λύπη ή στεναχώρια αλλά από το βράσιμο που γινόταν μέσα μου. Από το κρύο οδηγήθηκα στο καυτό και ξαφνικά μετά από αυτή τη τρελή αλλαγή, το χέρι του στον ώμο μου έφερε την ισορροπία.
Γύρισα και τον κοίταξα. Φυσικά τα μάτια μου πέρασαν και από το πόδι μου και είδα ότι το είχε περιποιηθεί καλά, είχε βγάλει τη σφαίρα, την είδα στο πάτωμα, και είχε πάρει όλα τα αίματα. Εντυπωσιάστηκα να ομολογήσω από τον χρόνο που έκλαιγα σαν ξεμωραμένο, αλλά μόλις τον κοίταξα, τα μάτια του έλεγαν το αντίθετο. Ήταν σαν την θάλασσα, γαλήνια και όμορφα, μπορούσες να αντικρύσεις, με τη φαντασία φυσικά, το πράσινο των φυκιών αλλά και αρκετά δελφίνια να κάνουν σάλτο πάνω από το νερό. Μετά από τα μάτια κοίταξα το πάτωμα κάνοντας την ντροπαλή και με πήρε στην αγκαλιά του και μου μίλαγε με όμορφες λέξεις, που ούτε αγγλικές ήταν αλλά ούτε ελληνικές, πάντως ακούγονταν ήρεμες και μελωδικές. Μπορεί και να τραγούδαγε, ποιος ξέρει;