Ανοιχτό Συμβούλιο

773 98 433
                                    

Οι ώρες κυλούσαν βασανιστικά. Οι θεοί είχαν σταματήσει από ώρα να μιλούν κι απλώς είχαν κλειστεί στους εαυτούς τους και χάνονταν στις σκέψεις τους, ενώ είχαν σκύψει το κεφάλι και κοιτούσαν μονάχα το μαρμάρινο πάτωμα. Η ατμόσφαιρα χαρακτηριζόταν εύκολα πιο έντονη από οποιαδήποτε άλλη ημέρα ή κατάσταση. Όλα γύρω τους ήταν πρωτόγνωρα. Ποτέ δεν είχαν συγκεντρωθεί τόσοι θεοί σε ένα δωμάτιο αμίλητοι. Ποτέ ο Ολύμπος δεν ήταν τόσο σιωπηλός και κενός από ζωή. Ποτέ η Ήρα δεν απείχε από όλους. Ποτέ δεν είχε ψυχορραγήσει θεός μέχρι εκείνη την καταραμένη μέρα.

Όλοι είχαν απορροφηθεί τόσο στις σκέψεις τους που δεν είχαν αντιληφθεί την αποχώρηση του Ερμή και η Αθηνά ένιωθε τυχερή κι ευτυχής. Ωστόσο, δε θα μπορούσε να χαρεί μέχρι να ακούσει από τον ίδιο ότι η αποστολή του στέφθηκε με επιτυχία. Ήξερε ήδη πόσο μεγάλο ήταν το ρίσκο και η πιθανότητα να μην τα καταφέρει. Είχαν περάσει χιλιετίες από την τελευταία φορά που είχε κατέβει εκεί κάτω. Αλλά, γνώριζε επιπλέον ότι θα είχε πάντα εμπιστοσύνη στον Ψυχοπομπό των θεών, τον μικρό της αδερφό.

Η ματιά της έπεσε για λίγο στην κλειστή πόρτα του δωματίου της Ήρας και του Δία. Η Ήρα δεν είχε μιλήσει όλες αυτές τις ώρες. Θα την άκουγαν αν το έκανε. Απλώς είχε κλειστεί μέσα στην κάμαρά της με τον άνδρα της κι αυτό ήταν όλο. Ούτε ένας ήχος, φωνή, ψίθυρος έστω και λυγμός. Μονάχα απόλυτη σιωπή επικρατούσε, απόλυτα εναρμονισμένη με το υπόλοιπο παλάτι.

Όλοι οι θεοί είχαν επισκεφτεί τον Δία και εύχονταν να μην ήταν αυτό το τέλος του. Προσπαθούσε κι η Αθηνά να το πιστέψει παρόλο που πια ήταν βέβαιη για το αντίθετο. Δεν ήθελε κάποιος να την κοιτάξει στα μάτια και να δει απόγνωση και λύπη. Πάλευε να νιώσει ελπίδα για όλους αυτούς γύρω της.

Η Αφροδίτη καθόταν ακίνητη σαν άγαλμα δίπλα στον Ήφαιστο, ενώ η άκρη του ματιού της έπεφτε στον Άρη. Επιθυμούσε όσο τίποτα να τον στηρίξει σε αυτό αλλά δεν είχε τη δυνατότητα. Επιθυμούσε να τον παρηγορήσει διότι γνώριζε πόσο θα του κόστιζε ο θάνατος του πατέρα του. Αν και η ίδια καθόταν σε ένα σκαμνί καλυμμένο με κόκκινο βελούδο, ο Ήφαιστος είχε επιλέξει να σταθεί όρθιος. Είχε πετάξει το μπαστούνι του πριν από πολλά χρόνια και στηριζόταν μόνο στο καλό του πόδι. Το σώμα του έγερνε και δεν ήταν δύσκολο να το παρατηρήσει κανένας. Ωστόσο, δε φαινόταν να τον πείραζε.

Η Άρτεμις κρατούσε το χέρι του Απόλλωνα στοργικά, καθώς ο τελευταίος είχε ρίξει το κεφάλι του στον στιβαρό της ώμο. Ποτέ δεν είχαν νιώσει τον δεσμό τον δίδυμων τόσο δυνατό ανάμεσά τους όσο εκείνη την ημέρα, κατά τη διάρκεια εκείνης της αφάνταστης δοκιμασίας. Η θεά του κυνηγιού κοίταξε για λίγο γύρω της, όλα της τα αδέρφια στην ίδια κατάσταση, καταρρακωμένα σαν τσακισμένα βράχια από αστραπόβροντο.

Ο Πόλεμος Των Τεσσάρων #Starterliste21Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ