Κεφάλαιο 2

8K 635 28
                                    

Η Αθηνά άπλωσε τα χέρια της παρασυρμένη από το πάθος που της ξυπνούσαν τα καυτά χείλη που όργωναν το σώμα της και αγκάλιασε το μυώδες σώμα που την είχε παγιδεύσει από κάτω του.

Το στόμα παγίδευσε το στόμα της και πάλι καθώς δύο ζεστά χέρια την έγδυναν. Μια αχνή φωνή στο μυαλό της της φώναζε οτι αυτό που συνέβαινε δεν ήταν σωστό αλλά δεν ήθελε να την ακούσει. Αναστέναξε με ευχαρίστηση. Όχι δεν ήθελε να σταματήσει.


Η Αθηνά προσπάθησε να ανοίξει τα μάτια της  αλλά τα  μακριά μαλλιά της που ήταν παντού γύρω της απλωμένα ήταν και πάνω στο πρόσωπό της, όπως κοιμόταν μπρούμυτα.  Με το χέρι της έκανε στην άκρη τα μαλλιά της αλλά και πάλι έβλεπε θολά λόγω της μυωπίας της.  Άπλωσε το χέρι της για να πιάσει τα γυαλιά της από το κομοδίνο δίπλα της αλλά δεν ήταν εκεί. Γύρισε και ανακάθισε στο κρεβάτι. Το κεφάλι της την πονούσε. 

Ξαφνικά κάτι κουνήθηκε δίπλα της. Η Αθηνά γύρισε και κοίταξε με τρόμο, καθώς μνήμες πάθους που νόμιζε οτι ήταν όνειρο, ξεπηδούσαν στο μυαλό της. Κοίταξε το σώμα της. Ήταν ολόγυμνη και δίπλα της κοιμόταν μακαρίως ένας ολόγυμνος άντρας.

Οι τσιρίδες της θα πρέπει να ξεσήκωσαν ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο. Ο άντρας πετάχτηκε από το κρεβάτι ξαφνιασμένος και την κοίταξε όπως θα κοίταζε έναν εξωγήινο.

"Ποια είσαι εσύ; Πως βρέθηκες στο σπίτι μου;" Της μιλούσε σα να την κατηγορούσε.

"Στο σπίτι σου;" Η Αθηνά αντιλήφθηκε τη γύμνια της και τράβηξε επάνω της  το σεντόνι. Η κίνησή της έκανε και κείνον να ατιληφθεί τη δική του γύμνια. Έψαξε με το βλέμμα και βρήκε το εσώρουχό του. Το πήρε και το φόρεσε βιαστικά.

"Λοιπόν; Ποια είσαι και τι δουλειά έχεις στο σπίτι μου;"

Η Αθηνά τύλιξε το σεντόνι γύρω της και θυμήθηκε οτι όταν ο Χρήστος την άφησε στον καναπέ ακούμπησε  τα γυαλιά της σε ένα τραπεζάκι στο σαλόνι. Σηκώθηκε κρατώντας σφιχτά το σεντόνι γύρω της  και πήγε στο σαλόνι. Ο άντρας την ακολούθησε.

"Τι θα γίνει θα μου απαντήσεις;" Ήταν θυμωμένος.

Η Αθηνά έβαλε τα γυαλιά της επιτέλους μπορούσε να δει καθαρά γύρω της.

"Χθες το βράδυ είχα πιει και ένας άντρας, ο ... Χρήστος, με έφερε εδώ μέχρι να συνέλθω." Η Αθηνά μιλούσε σχεδόν ψιθυριστά.

Μια βρισιά ξέφυγε από τα σαρκώδη χείλη του άντρα απέναντί της.

Ο Άρης θυμόταν πάντα τον Χρήστο να μαζεύει όλα τα μικρά  ζώα που χρειάζονταν περίθαλψη ή ήταν πεινασμένα και να τα φέρνει στο σπίτι, προκαλώντας πολλές φορές την αγανάκτηση της οικιακής βοηθού. Ο μικρός του αδερφός ήταν πονόψυχος. Δεν μπορούσε να βλέπει κανέναν να υποφέρει. Όμως αυτό ήταν εξωφρενικό. Πώς έφερε μια άγνωστη μέσα στο σπίτι του;

ΤΟ ΚΛΕΙΔΙDove le storie prendono vita. Scoprilo ora