Η Μεράια ατένιζε την Σέρα συνοφρυωμένη. Τα μάτια της, θαμπά σαν μαύρα μαργαριτάρια, καθρέπτιζαν την ανησυχία του ωκεανού που ξεδιπλωνόταν μπροστά στην ουρά της. Τα πτερύγιά της βρέχονταν σε κάθε δεύτερη ανάσα και οι θαλάσσιοι αφροί πλήθαιναν σε κάθε της βλεφάρισμα.
Ο Χάντερ καθόταν δίπλα της, χαμένος μέσα στο μαργαριταρένιο της βλέμμα. Την κοιτούσε σαν να αντίκριζε μια καινούργια Θεά, που είχε έρθει να αντικαταστήσει τον παλιό Θεό του για πάντα. Το βλέμμα του έσταζε έρωτα και αφοσίωση. Την χάζευε για ώρα από την ανατολή, αφήνοντάς την στις σκέψεις της. Καθώς όμως πλησίαζε μεσημέρι και ο ουρανός έφτασε στο απόγειο της τροχιάς του, ένιωθε πως δεν μπορούσε να συγκρατήσει πια τον εαυτό του και έσπασε την σιωπή των στοχασμών της θαλάσσιας Θεάς του.
«Τι συμβαίνει;» Η φωνή του ίσα που ακούστηκε πίσω από τον ψιθυρισμό των κυμάτων. «Πού τρέχει ο νους σου; Μοιράσου μαζί μου τις σκέψεις σου, Μεράια.»
Εκείνη δεν πήρε το βλέμμα της από τον χορό των κυμάτων καθώς του απαντούσε.
«Έκανα το μεγαλύτερο λάθος που μπορούσα να έχω διαπράξει. Σε στέρησα από την Σέρα κι εκείνη τώρα αποζητά εκδίκηση. Σε κράτησα για τον εαυτό μου και τώρα κινδυνεύουμε και οι δύο. Η Αϊλίς είχε δίκιο. Σύντομα θα είμαστε νεκροί, και εσύ και εγώ.»
Ο Χάντερ δεν φάνηκε να ταράζεται ιδιαίτερα από τα λόγια της. Την άκουγε απλώς αποσβολωμένος, απορροφημένος από τις κινήσεις των θελκτικών χειλιών της, γοητευμένος από τον ήχο της αλλόκοσμης φωνής της, χωρίς να μοιάζει να συνειδητοποιεί την αλήθεια των όσων έλεγε.
Η Σέρα άφριζε μπροστά τους, φτύνοντας θυμωμένους ψιθύρους. Η Μεράια δεν έπαψε να ατενίζει την θάλασσα, ενώ σκεφτόταν τις τελευταίες στιγμές της με την Αϊλίς.
Είχαν μείνει αγκαλιασμένες στην αμμουδιά για ώρες, δίπλα στον Χάντερ που κοιμόταν βαθιά, χαμένος στα θνητά του όνειρα. Δεν είχαν ανταλλάξει ούτε λέξη. Απλά απολάμβαναν η μία την αγκαλιά της άλλης, κοιτώντας τα άστρα.
Όταν άρχισε να ξημερώνει, η Αϊλίς σύρθηκε στο νερό και η Μεράια την αποχαιρέτισε με μια σφιχτή αγκαλιά και ένα θλιμμένο φιλί στα χείλη. Ήξεραν και οι δύο ότι ήταν επικίνδυνο να ξανασυναντηθούν έπειτα από την προδοσία της Μεράια. Οι θάλασσες δεν κρατούσαν εύκολα μυστικά και οι Σεράινες δεν φημίζονταν για την υπομονή και την κατανόησή τους.
YOU ARE READING
Η θάλασσα της ηδονής
RomanceΑρχές του 19ου αιώνα, Βόρεια Θάλασσα: Μία ομάδα από γοργόνες στοιχειώνουν τον ωκεανό, τρεφόμενες από την σεξουαλική ορμή των θυμάτων τους. Παραδομένες στον πόθο τους για έρωτα και θάνατο, τσακίζουν όσα καράβια είναι αρκετά άτυχα για να διασχίσουν τα...