Το μαχαίρι ήταν τεράστιο για τα μικρά δάχτυλα της Μέι και καθώς έκοβε την ντομάτα φανταζόταν κόκκινο αίμα να στάζει από τα δάχτυλά της. Οι περισσότεροι στην Σχολή της ήταν καλύτεροι, μα η Μέι Φόρστεκ δεν θα παρατούσε και αυτήν την ευκαιρία.
Ποτέ το όνειρό της δεν ήταν να γίνει Σεφ, αλλά η Μέι δεν έβρισκε καμία άλλη ενδιαφέρουσα ενασχόληση με την οποία μπορούσε να τα βγάλει πέρα. Ο κόσμος στον οποίο μεγάλωσε ήταν ψεύτικος, φτιαγμένος από τηλεοπτικές σειρές, βιβλία φαντασίας και ανύπαρκτους χαρακτήρες με τους οποίους δενόταν περισσότερο από όσο δέθηκε ποτέ με κάποια φίλη.
Η ζωή της, μόνο όπως την σχεδίαζε δεν ήταν. Συζούσε με το αγόρι της, τον Μικ σε ένα μικρό διαμέρισμα και χρησιμοποιούσε το αμάξι που της έκανε δώρο η μητέρα της όταν έφυγε από το Λονδίνο πολύ σπάνια για να μην ξοδεύει πολλά χρήματα. Θα έλεγε κανείς πως αυτά που είχε ήταν αρκετά και πως θα έπρεπε να ήταν χαρούμενη, όμως η Μέι ποτέ της δεν αγάπησε στα αλήθεια τον Μικ παρά τον ένα χρόνο που μέναν μαζί και ήξερε πως όλο αυτό έχει ημερομηνία λήξης.
<<Συμβαίνει κάτι;>> ρώτησε η Μέρι, ένα καστανόχρωμο αδύνατο κορίτσι που η Μέι συνήθιζε να κάνει παρέα. Αν και δεν ένιωσε ποτέ της πραγματικά φίλη της, ήταν καλό να περνάει την ώρα της συζητώντας μαζί της. <<Κόβεις τόσο νευρικά που θα μου βγάλεις κανένα μάτι στο τέλος>>
<<Είμαι κουρασμένη από εχθές απλά.>> είπε η Μέι με ένα προσποιητό χαμόγελο.
<<Για πες μου, ο Μικ; Σε τάραξε για τα καλά ε;>>
<<Όχι δεν είναι αυτό>> απάντησε η Μέι. <<Απλά ήπια παραπάνω καφέ και κοιμήθηκα αργά>>
<<Σίγουρα.>> είπε ειρωνικά η Μέρι
<<Σκάσε>>
Η αλήθεια ήταν πως ο Μικ ήταν καλός στον έρωτα. Κάθε φορά η Μέι στα αλήθεια απολάμβανε την πράξη, και ας μην τον αγαπούσε. Ήταν γυμνασμένος, πολύ σκούρος για να θεωρηθεί λευκός και πολύ λευκός για να θεωρηθεί σκούρος. Τα μάτια ήταν γαλανά, όπως και τα δικά της. Ήταν όμως απλά ο κολλητός της, όσο και αν τον απολάμβανε σαρκικά.
<<Δε με βλέπω να περνάω στο μάθημα>> είπε τελικά η Μέρι. <<Μα τι βλακείες μας λένε εδώ, εγώ περίμενα να κάνω λίγο από αυτά και πολύ ζαχαροπλαστική. Μας έχουν ρημάξει στις σαλάτες.>> έπιασε χωρίς γάντι ένα μαρούλι και το σήκωσε αηδιασμένη. Η Μέι δεν συγκράτησε το χαμόγελο.
Πριν περάσουν είκοσι λεπτά από την συζήτηση, μια ντομάτα πετάχτηκε από το πουθενά στο πιάτο της Μέι και αυτή τρόμαξε.
<<Μέσα!>> κραύγασε ένα παιδί από τα απέναντι τραπέζια εργασίας. <<Στο είπα ηλίθιε, άνετα το έβαζα. Πενήντα στερλίνες!>> Ο φίλος του Γκρέγκορ έβγαλε τα χρήματα και του τα παρέδωσε. Στην Μέι δεν έκανε εντύπωση. Ο Γκρέγκορ Έντκινς ήταν ένας ξανθός πανίβλακας που ποτέ δεν πήρε το μάθημα στα σοβαρά και που η Μέι αμφέβαλλε πολύ για το αν θα περάσει.
<<Τι κάνεις ρε ανάπηρε, πόσο ανώριμος μπορείς να γίνεις;>> είπε η Μέρι.
<<Αν θέλεις έλα εδώ να σου δείξω. Βέβαια μετά θα πρέπει να κουβαλάς για εννιά μήνες τα δίδυμα Έντκινς.>> Απάντησε και οι φίλοι του τον επευφήμησαν θαρρείς και κέρδισε κανένα κύπελλο.
Η Μέρι έκανε να απαντήσει αλλά την φασαρία διέκοψε το άνοιγμα της πόρτας. Μέσα μπήκε η κοντόχοντρη καθηγήτρια των γαλλικών κ. ΜακΚέρνευ με τα πορτοκαλί σγουρά μαλλιά συνοδευόμενη από δύο ψηλούς άνδρες ντυμένους σε αστυνομική στολή.
<<Η Δεσποινίς Μέι Φόρστεκ;>> είπε η καθηγήτρια.
<<Παρούσα>> είπε απορημένα η Μέι.
<<Η αστυνομία σε ζητάει στο γραφείο των καθηγητών.>>
<<Συμβαίνει κάτι;>> ρώτησε η Μέι.
<<Θα σας εξηγήσουμε δεσποινίς, αν έχετε την καλοσύνη, ελάτε.>> απάντησε ο ένας από τους δύο αστυνομικούς.
Η Μέι ανέβηκε με τους αστυνομικούς στο γραφείο των καθηγητών. Ήταν ευρύχωρο, με γαλαζοπράσινους τοίχους και πολλά καφέ αντικείμενα, ώστε να δείχνει και ιστορικό αλλά και μοντέρνο. Οι καθηγητές έλειπαν.
<<Δεσποινίς Φόρστεκ. Για τα τυπικά, που ήσασταν εχθές στις επτά το απόγεμα;>>
<<Σπίτι μου, βλέποντας Χάρι Πότερ.>> είπε ολίγον κοροϊδευτικά.<<Ποιο το νόημα όλου αυτού;>>
<<Εμείς ρωτάμε πρώτοι δεσποινίς. Θα σας παρουσιάσουμε μια λίστα με ονόματα να μας πείτε εάν τα γνωρίζεται.>>
<<Βεβαίως.>>
<<Μέλανι-Έλεν Σερόφιεν, Κολ Κινγκ, Τράβις Στόουντερ και Μάρσαλ Πρέστορ.>>
<<Δε γνωρίζω κανένα από τα παραπάνω>> απάντησε η Μέι. <<Γιατί ρωτάτε;>>
<<Βρέθηκαν νεκροι, οι δύο με σπασμένους λαιμούς και οι άλλοι δύο με μια σφαίρα στο κεφάλι κατόπιν μιας... ας το πούμε τελετής, από ότι φαίνεται.>>
<<Και πιστεύετε πως το έκανα εγώ;>> είπε δύσπιστα η Μέι.
<<Τσεκάρουμε κάθε ενδεχόμενο. Πιστεύουμε πως ο θάνατός τους συνδέεται με αυτόν του Πάτερ Κρίστοφερ Ζάντιαν.>>
<<Είναι νεκρός ο Πάτερ Κρίστοφερ;>> η Μέι δε πίστευε στα αυτιά της. Ο συγκεκριμένος Πάτερ ήταν πολύ γνωστός με τον πατέρα της και πριν αυτός χωρίσει με την μητέρα της και αποστασιοποιηθεί από την Μέι, ο Πάτερ Κρίστοφερ έφερνε δώρα και έμενε για μέρες ως φιλοξενούμενος σπίτι τους. Ένιωθε σαν ένα κομμάτι από μέσα της να έχει εξαφανιστεί.
<<Βρέθηκε πνιγμένος μέσα στο ίδιο του το αίμα χωρίς κανέναν προφανή λόγω. Ανάμεσα στα θρησκευτικά του αντικείμενα που βρήκαμε στις τσέπες του, υπήρχαν επίσης κάποια περίεργα πράγματα: Ένα πουγκί με διάφορα αηδιαστικά πράγματα στο εσωτερικό του και ένα χαρτί με το όνομα Μέι Φόρστεκ και μία διεύθυνση, το οποίο είναι δεμένο με ένα κλειδί. Υποθέσαμε ότι σας ανήκει.>>
Η Μέι κοίταξε προσεκτικά το κλειδί και αποφάσισε πως της ήταν άγνωστο, όπως και η διεύθυνση. <<Δεν γνωρίζω τίποτα από αυτά>>
<<Εμείς οφείλουμε να σας τα δώσουμε.>>
<<Τέλος πάντων>> η Μέι πήρε τα αντικείμενα και τα έχωσε στην τσέπη της πράσινης ζακέτας της. <<Αν αυτό ήταν όλο...>> είπε και έκανε να φύγει.
<<Μείνετε λίγο. Θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε εάν γνωρίζετε το όνομα...Τζέιμς Ντεβίς.>>
<<Δε νομίζω>>
<<Και κάτι ακόμα..από που γνωρίζατε τον Πάτερ που πέθανε...γιατί, με όλο το σεβασμό, δε μου μοιάζετε με ευσεβής Χριστιανή>> είπε δείχνοντας το σκουλαρίκι στη μύτη της και τις πράσινες ανταύγειες στα μαύρα μαλλιά της.
<<Οικογενειακός φίλος>> απάντησε εκνευρισμένη.
<<Θα είμαστε σε επαφή>>
<<Μη παραλείψετε, θα στεναχωρηθώ>> ειρωνεύτηκε.
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Witchcraft in Manchester
ParanormalΝιώθει κανείς ασφαλής στα φώτα των μεγάλων πόλεων του 2019, όταν δε βλέπει το σκοτάδι που διαφεύγει της προσοχής των ανθρώπων. Σε μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της Αγγλίας, η Mey Fortesque συνειδητοποιεί ότι ούτε η Σχολή της, ούτε το αγόρι της γεμί...