Κεφάλαιο 7

39 6 3
                                    

Η Άβα μόλις είχε βγει από το αμάξι της. Το παρκάρισμα της δεν ήταν ιδανικό, αλλά ήταν ήδη αρκετά κουρασμένη απο τη δουλειά για να προσπαθήσει περισσότερο.
Καθώς έκλεισε την πόρτα, κρατώντας στο άλλο χέρι ένα ταλαιπωρημένο στριφτό τσιγάρο, κοίταξε τον εαυτό της στο καθρέφτη.
Ο αέρας είχε τραβήξει τα μαλλιά πίσω από κεφάλι της, ερεθίζοντας το λαιμό της με μικρές σταγόνες υγρασίας.

Τύλιξε το κασκόλ της πιο προσεκτικά αυτή τη φορά, γιατί δεν ήθελε να πιάσει κάνα κρύωμα και ύστερα έπαιξε με τις καστανές μπούκλες της, καθώς τις μετέφερε πάλι μπροστά από τον ώμο της. Αφαιρέθηκε για λίγα δευτερόλεπτα σε μια μικρή, ασήμαντη λεπτομέρεια και δεν παρατήρησε πως κάποιος ερχόταν από πίσω της.

"Συγνώμη, σας έπεσε αυτό ...", μια βαθιά ανδρική φωνή την γοήτευσε και γύρισε τα μάτια της στην φιγούρα που αντίκρισε μέσα από τον καθρέφτη.

Μόλις γύρισε, έσκυψε το βλέμμα της στα χέρια του συνομιλητή της, ο οποίος κράταγε ένα μεταξωτό άσπρο μαντήλι. Ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακό και φάνταζε ακριβό, μα δεν ήταν δικό της.

Γέλασε αμυδρά και πριν προλάβει να του το πει, το μαντήλι βρισκόταν ήδη στο πρόσωπο της.
Αρσενικό, σε μικρή αλλά ικανοποιητική δόση, που για να την κοιμήσει ήταν αρκετό.

Όταν ξανάνοιξαν τα μάτια της, το μόνο που αντίκριζε ήταν ένας πανιασμένος τοίχος, προσβεβλημένος από μούχλα, εδώ και καιρό. Δεν χρειαζόταν να το δει. Το μύριζε στον αέρα.
Σε μια απόσταση ευθύγραμμη από το ύψος των ματιών της, κρεμόταν άτσαλα ένας πίνακας. Τον αναγνώριζε!

"Ο θάνατος και η ζωή" , του Έντβαρντ Μουνκ, που τόσο η ίδια θαύμαζε, βρισκόταν σε μια...κάπως ακατάλληλη στιγμή μπροστά της. Θα της άρεσε να βρίσκεται μπροστά σε αυτό το θέαμα, σε μια άλλη εκδοχή, στο μουσείο του Όσλο, θαυμάζοντας και τα υπόλοιπα έργα της πινακοθήκης, αλλά τώρα δε μπορούσε παρά να αδιαφορήσει για αυτό.

Προσπάθησε να σηκωθεί από το στρώμα στο οποίο βρισκόταν ήδη ξαπλωμένη, ούτε η ίδια δεν ήξερε για πόση ωρα, όταν άκουσε την πόρτα να ανοίγει.

"Δεν είναι συναρπαστικό;", ακούστηκε να λέει η πλέον γνώριμη μπάσα φωνή.
"Η απεικόνιση του θανάτου και της ζωής... Του έρωτα που κάνει αυτά τα δύο αταίριαστα πλάσματα να συνυπάρχουνε ! "

Η Άβα ξανακοίταξε τον πίνακα πνίγοντας το δωμάτιο με σιωπή.

"Βλέπεις, υπάρχει κάτι εύθυμο σε αυτόν τον πίνακα.", πήγε λίγο πιο κοντά, όχι σε αυτήν, αλλά στον πίνακα, για να μην τη τρομάξει. Άγγιξε τον βαμμένο με άτονα χρώματα καμβά, έλκοντας τη προσοχή της σε δύο άμορφες φιγούρες που βρίσκονταν στα δεξιά.
"Τι βλέπεις εδώ; ", τη ρώτησε με έναν απαλό τόνο.

Sleeping Beauties Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora