***
ΛΟΥΚ* Άνοιξα τα μάτια μου και το πρώτο πράγμα που αντίκρισα ήταν τα κατάμαυρα δικά της μάτια, μαζί με εκείνο το ειρωνικό χαμόγελο... Την προσοχή μου τράβηξε η ελιά πάνω στο βλέφαρο της... Μου κόπηκε η ανάσα!
- Αριέλα; είπα, αρνούμενος να το πιστέψω, δεν μπορεί αυτή να είναι η αδελφή που νόμιζα για νεκρή! Εκείνη έδειξε τα δόντια της σε κάτι που έμοιαζε με χαμόγελο.
- Λουκ, αγαπητέ αδερφέ! Νόμιζες πως είμαι νεκρή, έτσι δεν είναι; Η φωνή της... συρτη και παγωμένη... Όποια κι αν ήταν αυτή, δεν την αναγνωρίζω ως αίμα μου πλέον...
- Ίσως καλύτερα να ήσουν! Αυτό της έκοψε το χαμόγελο και μία γκριμάτσα, σαν να πληγώθηκε, που αντικαταστάθηκε αμέσως με μίσος, ασκημηνε το πρόσωπό της. Έβγαλε μια λυσσασμένη κραυγή και πριν προλάβω να αντιδράσω, το χέρι της που κρατούσε το μικρό σουγιά, χάραξε μια πληγή στο δεξί μου μάγουλο! Εκείνη άρχισε να γελάει υστερικά...****
ΛΙΝΑ
Το πονεμένο ουρλιαχτό του μπαμπά μου, με ξύπνησε... κοίταξα το ρολόι στην οθόνη του κινητού μου... τρεις το πρωί... ουφ, πάλι εφιάλτη βλέπει! Σκέφτηκα να σηκωθώ, αλλά δεν ήθελα να ενοχλήσω τα δύο μικρότερα αδέλφια μου, που κοιμούνται ήσυχα στο ίδιο δωμάτιο με μενα. Τότε άκουσα ομιλίες και κατάλαβα ότι η μαμά ξύπνησε τον μπαμπά και του εξηγούσε ότι έβλεπε πάλι ένα κακο όνειρο. Μερικά δυνατά λόγια και έπειτα βήματα...
-Μην φύγεις, προσπάθησε να κοιμηθείς πάλι... τον παρότρυνε η μητέρα όσο πιο ήσυχα μπορούσε. Δεν άκουσα τι της απάντησε εκείνος, αλλά δεν χρειαζόταν. Ήξερα ότι ο μπαμπάς κάθε βράδυ που βλέπει εφιάλτη, μετά πάει βόλτα για να ηρεμήσει... Η μαμά πάντα στεναχωριέται.Δεν ξέρω γιατί, αλλά κάτι μέσα μου, με έκανε να σηκωθώ αθόρυβα και να τον ακολουθήσω αυτή τη φορά. Φορούσα πιτζάμες - ένα λευκό φανελάκι και ένα ροζ βαμβακερό σορτσάκι - και το μόνο που έχω να κάνω να βάλω τα παντοφλακια μου και ήμουν έτοιμη να περπατήσω ξοπίσω του...
Γιατί με έπιασε τέτοια μανία; Αναρωτήθηκα βγαίνοντας από τη πόρτα. Ο μπαμπάς μου είναι ο καλύτερος πατέρας όλου του κόσμου και δεν έχω κανένα λόγο να τον αμφισβητώ! Όμως... καμία φορά είναι λιγάκι περίεργος... τον έχω πιάσει να προσποιείται ότι πετάει τα αποφάγια, ενώ στην πραγματικότητα τα κρατάει σε κούτες και μετά εξαφανίζεται και όταν επιστρέφει, έχει τις κούτες χωρίς το φαγητό μέσα... Ίσως ταΐζει αδέσποτα... ή άστεγους... Δεν ξέρω... Τα αδέλφια μου, δεν το πήραν είδηση, αλλά πάντα εγώ ήμουν και είμαι η περίεργη της οικογένειας, οπότε δεν μου κάνει έκπληξη που εγώ παρατήρησα πρώτη τις περίεργες συνήθειες του μπαμπά μας.
ESTÁS LEYENDO
Η Γκρίζα Χώρα ~ολοκληρωμένη~
Romance-Θα φύγω στο εξωτερικό σε μερικούς μήνες... του είπε κοιτώντας τα χείλη του. -Ναι κι εγώ το ίδιο, σε άλλη χώρα όμως... -Δεν μπορούμε τότε, να είμαστε μαζί... τα λόγια της διέκοψαν τα χείλη του, με ένα καυτό φιλί! Σε μία μουντή, γκρίζα χώρ...