Είχε ήδη νυχτώσει όταν γύρισε η Έιντζελ στο σπίτι.
Άφησε την τσάντα της στον καναπέ και φώναξε την Αμάντα, αλλά δεν πήρε απάντηση.
Το βλέμμα της έπεσε σ' ένα χαρτί που υπήρχε στο τραπέζι.
Το πήρε στα χέρια της και το διάβασε.
Ήταν απ' την Αμάντα, της έγραφε πως θα αργούσε το βράδυ."Αμάν βρε Αμάντα" μονολογησε "σήμερα βρήκες να λείπεις που σε χρειάζομαι."
Είχε μόλις βγεί απ' το ντουζ,όταν άκουσε το κουδούνι της πόρτας.
Ντύθηκε γρήγορα και πήγε ν' ανοίξει.
Απ' έξω στεκόταν ο Μάικλ με άνεση ακουμπισμένος στο δεξί πλαϊνό τοίχωμα της πόρτας. Αυτός ο άντρας ήταν πάντοτε τόσο αυθόρμητος στις κινήσεις και στα λόγια, σαν ένα μικρό παιδί που δεν έχει έγνοια τι εντύπωση θα σχηματίσουν οι άλλοι γι' αυτό.
Μόλις την είδε της έσκασε ένα φωτεινό χαμόγελο.
Η Έιντζελ παραξενεύτηκε με την απροειδοποίητη επίσκεψη του, αλλά δεν άφησε να φανεί αυτό το συναίσθημα στο πρόσωπο της."Μάικλ εσύ; Πως κι από 'δω;" του είπε καθώς του έκανε χώρο να περάσει μέσα.
"Ήρθα για να δω αν είσαι εντάξει,ανησυχούσα" της είπε με φωνή γεμάτη ενδιαφέρον.
"Δεν χρειάζεται ν' ανησυχείς μια απλή λιποθυμία ήταν, μάλλον απ' την κούραση μου έπεσε η πίεση, γι' αυτό λιποθύμησα"του είπε με όσο μπορούσε πιο ήρεμη φωνή.
Είχαν ήδη περάσει στο καθιστικό και η κοπέλα αν κι ένιωθε κάπως άβολα, του πρότεινε να καθίσει και να τον κεράσει κάτι να πιεί.
Δεν ήταν ότι δεν συμπαθούσε τον Μάικλ, αντιθέτως με τον έξω καρδιά χαρακτήρα του την είχε κερδίσει απ' την πρώτη στιγμή.
Απλώς η σημερινή μέρα ήταν πολύ συναισθηματικά φορτισμένη και ήθελε να μείνει λίγο μόνη της να ηρεμήσει." Η Αμάντα που είναι;" τον άκουσε να την ρωτάει.
"Λείπει,είναι έξω με μια φίλη της."
Ο τρόπος που του μιλούσε του έδωσε να καταλάβει οτι κάτι την προβλημάτιζε.Αν και δεν την γνώριζε πολύ καιρό είχε μάθει όλες τις αντιδράσεις της.
Ήξερε κάθε φορά,μόνο με τον τρόπο που χρωμάτιζε την φωνή της τι ακριβώς ένιωθε.
Ήταν ένα χάρισμα που το είχε από μικρός, μπορούσε να διαβάσει τους ανθρώπους, όπως πολύ σωστά του είχε πεί κάποτε η μητέρα του."Έιντζελ τι έχεις;Δεν φαίνεσαι καλά" της είπε ενώ μετακινούσε το σώμα του για να καθήσει δίπλα της.
"Είμαι καλά σου είπα, πάψε ν' ανησυχείς."
Ο Μάικλ είχε στυλώσει το βλέμμα του στα μάτια της,την στιγμή
που άπλωνε το χέρι του και της χάιδευε τα μαλλιά.
Η κοπέλα στην αρχή παραξενεύτηκε αλλά μετά σκέφτηκε πως έτσι είναι ο Μάικλ, πάντα διαχυτικός με τους άλλους.
Μόνο που τα μάτια του αυτή την φορά την κοιτούσαν διαφορετικά πιο σοβαρά, πιο σκοτεινά,τους έλειπε αυτή η παιχνιδιάρικη λάμψη που είχαν τις προηγούμενες φορές όταν την κοιτούσε.
VOCÊ ESTÁ LENDO
Αιχμάλωτοι στην χρυσή γή #JAWBC18
Conto"Αυτές εδώ τι θα τις κάνουμε;"είπε και ένιωσα την ματιά του πάνω μου. " Αυτές είναι παρθένες, πάνε στην χρυσή γή." Η Έιντζελ ποτέ δεν περίμενε ότι μετά από ένα ξέφρενο πάρτι και μια τυχαία γνωριμία θα κατέληγε στα χέρια δουλεμπόρων. "Έχουν περάσει...