Κεφάλαιο 6ο

818 80 5
                                    

-"Γιατί με κοιτάς έτσι;" τον ρώτησε η Μυρτώ και εκείνος πήρε επιτέλους τα μάτια του από πάνω της.

-"Τι διαβάζεις;" της απάντησε με ερώτηση ο Αχιλλέας. Η κοπέλα του έδειξε το εξώφυλλο του βιβλίου της. "Βίκτωρ Ουγκό; Σ' αρέσει η κλασική λογοτεχνία;"

-"Κάποια από τα κλασικά μου αρέσουν, κάποια άλλα πάλι είναι πιο 'βαριά'. Όπως και να 'χει, μ' αρέσουν όλα τα λογοτεχνικά είδη και μ' αρέσει να εξερευνώ νέα πράγματα και να διαβάζω διαφορετικά βιβλία." Κατέβασε το κεφάλι της, σαν να μετάνιωσε που αποκάλυψε τόσα πολλά για τον εαυτό της. Ο Αχιλλέας από την άλλη είχε μείνει στήλη άλατος. Δεν πίστευε ότι άκουγε αυτά τα λόγια από μια κοπέλα, από κάποιον άλλον άνθρωπο πέρα από τον εαυτό του. Ήταν ό,τι ακριβώς ένιωθε και ο ίδιος, ό,τι ακριβώς σκεφτόταν.

-"Μάλλον έχουμε κάτι κοινό." της είπε με χαμόγελο και όταν αντίκρυσε το απορημένο βλέμμα της συνέχισε: "Μας αρέσει η λογοτεχνία, όλα της τα είδη και σε όλες της τις μορφές." Την είδε να χαμογελά, είχε τόσο όμορφο χαμόγελο. Μα γιατί δεν του μιλούσε λίγο περισσότερο; Ξαναγύρισε πάλι στο βιβλίο της, ενώ εκείνος ήθελε να την ακούσει να μιλά. Δεν ήθελε όμως να την πιέσει άλλο, άλλωστε ήταν τόσο γλυκιά όταν διάβαζε, όταν τα μάτια της έτρεχαν από λέξη σε λέξη, από γραμμή σε γραμμή. Έμεινε λοιπόν εκεί δίπλα της, να την κοιτάζει και να την χαζεύει. Μέχρι που η κοπέλα τον κατάλαβε.

-"Γιατί με κοιτάς;" τον ρώτησε ξανά χωρίς όμως να φαίνεται ενοχλημένη, ήταν περισσότερο παραξενευμένη. Ο Αχιλλέας ανασήκωσε τους ώμους του αποφεύγοντας να απαντήσει. Και τι να της έλεγε δηλαδή; Ούτε ο ίδιος δεν ήξερε τι τον τραβούσε σε εκείνη. 

-"Θέλω να μάθω περισσότερα για σένα, να σε γνωρίσω καλύτερα." είπε τελικά.

-"Γιατί;" τον ρώτησε η Μυρτώ κοιτώντας τον στα μάτια κάνοντάς τον να τα χάσει. Δεν μπορούσε να μιλήσει, ούτε να αρθρώσει μια λέξη. Πες κάτι ρε ηλίθιε, είπε νοητά στον εαυτό του. Όμως τίποτα. Έμεινε εκεί να κοιτάει τα μάτια της Μυρτώς σαν μαγνητισμένος, χωρίς να κάνει τίποτα άλλο.

   Η κοπέλα χαμογέλασε και σηκώθηκε από τη θέση της. Πήρε το βιβλίο της στο χέρι και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Έβαλε το μπουφάν της και κουμπώθηκε μέχρι πάνω. Ο Αχιλλέας ακόμα την κοιτούσε. Ψιθύρισε ένα γεια και βγήκε από την αίθουσα.

Σαν μυθιστόρημαWhere stories live. Discover now