Κεφάλαιο 14ο

635 79 8
                                    

   Η κοπέλα ξέσπασε και πάλι. Τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι από τα ήδη κλαμμένα μάτια της. Ο Αχιλλέας σκούπισε διακριτικά τις άκρες των ματιών του με την ανάποδη του χεριού του. Αμέσως μετά έπιασε το πρόσωπο της Μυρτώς και με τους αντίχειρές του απομάκρυνε τα δάκρυά της. Τη χάιδεψε τρυφερά, όμως αυτό δεν την έκανε να ηρεμήσει. Αντιθέτως, έκανε το πρόσωπό της να συσπαστεί και άρχισε ξανά να κλαίει.

-"Γιατί ενδιαφέρεσαι για μένα Αχιλλέα; Γιατί; Τι έχεις να κερδίσεις;" τον ρώτησε η Μυρτώ μέσα από τα αναφιλητά της.

-"Ενδιαφέρομαι για σένα, Μυρτώ. Γιατί σου είναι τόσο δύσκολο να το πιστέψεις;"

-"Γιατί ποτέ κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για μένα, Αχιλλέα. Ποτέ, κανείς."

   Η Μυρτώ σηκώθηκε απότομα και έτρεξε προς το μπάνιο. Έκλεισε την πόρτα πίσω της, όμως ακόμη ακούγονταν οι λυγμοί της. Ο Αχιλλέας έκρυψε το πρόσωπό του στις παλάμες του. Πώς γίνεται να μην έχει ενδιαφερθεί κανείς γι' αυτήν την κοπέλα; Δεν το χωρούσε το μυαλό του.

   Λίγα λεπτά αργότερα, η Μυρτώ βγήκε από το μπάνιο πιο ήρεμη. Τα μάτια της, παρόλο που ήταν κόκκινα, δεν έτρεχαν πλέον δάκρυα. Έκατσε δίπλα στον Αχιλλέα, τον κοίταξε με λυπημένο ύφος και του ζήτησε συγγνώμη.

-"Μη μου ζητάς συγγνώμη Μυρτώ μου. Πες μου μόνο, τι έγινε και σε αναστατώνει ακόμα τόσο;"

-"Αυτές οι κοπέλες Αχιλλέα, μου συμπεριφέρονταν σαν σκουπίδι. Όχι τόσο στην αρχή, όσο στη συνέχεια, όταν πήγαμε στο Λύκειο. Με υποβίβαζαν συνεχώς, με μείωναν και με έβριζαν ακόμη και μπροστά σε άλλους. Ήταν λάθος μου που δεν ξέκοψα, το ομολογώ. Αλλά δεν είχα τη δύναμη να μείνω μόνη μου. Κάτι που τελικά βέβαια δεν το απέφυγα." Πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε. "Τους είχα πει ότι μου άρεσε ένα αγόρι από το σχολείο μας. Μια μέρα, είδα τη μία να τον φιλάει, κάτω από το σπίτι μου. Ήταν μαζί. Κι όταν τόλμησα να μιλήσω δεν ξέρεις τι άκουσα. Ότι είμαι μια ηλίθια, μια άσχημη, μια που δεν άξιζε να έχει τίποτα. Μου είπαν ότι με λυπούνταν και με έκαναν παρέα. Το χειρότερο ήταν ότι δεν τα είπαν μόνο σε μένα. Τα διέδωσαν παντού, σε όλο το σχολείο. Δεν άντεχα, δεν άντεχα. Ήταν ένα μαρτύριο να πηγαίνω κάθε μέρα εκεί. Άλλαξα σχολείο. Και άλλαξα κι εγώ. Δεν ξαναεμπιστεύτηκα κανέναν."

   Ο Αχιλλέας ήθελε να βάλει τα κλάματα. Ήταν και για κείνον μαρτύριο να τα ακούει όλα αυτά, μέσα από την ιστορία της ξαναζούσε το παρελθόν του. Δεν ήταν το ίδιο, όμως ήξερε καλά τι σημαίνει λεκτική βία και μοναξιά. Ήθελε τόσο πολύ να την αγκαλιάσει και να την ξαναφιλήσει. Όμως δεν το έκανε. Προτίμησε να κάνει κάτι άλλο. Να της πει την ιστορία του.

- - - - - - - - -

   Ένιωθε ότι είχε μιλήσει για ώρες. Το στόμα του είχε στεγνώσει και είχε μια πικρή γεύση, όμως ένιωθε ξαλαφρωμένος. Κοίταξε τη Μυρτώ. Η κοπέλα είχε κλείσει τα μάτια της και είχε πάρει μια περίεργη έκφραση που δεν μπορούσε να διαβάσει. Ξαφνικά, άνοιξε τα βλέφαρά της και τον κοίταξε κατευθείαν στα μάτια.

-"Δεν το πιστεύω ότι έκλαιγα μπροστά σου για έναν τέτοιο ηλίθιο λόγο, τη στιγμή που έχεις περάσει όλα αυτά. Συγγνώμη, ντρέπομαι πάρα πολύ."

-"Μην ξαναζητήσεις συγγνώμη, δεν στα είπα όλα αυτά για να σε κάνω να ντραπείς. Μου βγήκε να μιλήσω, ήθελα να σε εμπιστευτώ και να σου ανοιχτώ. Γιατί κι εγώ έκρυβα τόσα χρόνια τον εαυτό μου, προσπαθώντας να βγάλω κάτι άλλο στην επιφάνεια, κάτι που άρεσε σε πολλούς αλλά δεν ήταν 'εγώ'."

-"Δεν είναι το ίδιο Αχιλλέα. Εσύ είχες τόση δύναμη να τα αντιμετωπίσεις όλα, εγώ κάθομαι παθητικά και τα υπομένω. Είχαν δίκιο μάλλον, δεν αξίζω τίποτα."

Σαν μυθιστόρημαWhere stories live. Discover now