1ο κεφάλαιο

5.9K 172 5
                                    

Ο Αχιλλέας μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη, με μητέρα Ελληνίδα και πατέρα ιταλό αυτό τον έκανε μισό Έλληνα μισό ιταλό. Οι γονείς του Αχιλλέα πέθαναν όταν αυτός ήταν ακόμα 16 χρόνον και Αφού ήταν ανήλικος η γονείς του πατέρα του από την Ιταλία είχαν την κηδεμονία του μέχρι να γινότανε 18 του στέλνανε όσα χρήματα χρειαζόταν ώστε να φροντίσει τον εαυτό του, στην συνέχεια σπούδασε νομική τελείωσε της σπουδές του στα 25 και έψαχνε για ένα δικηγορικό γραφείο να κάνει την πρακτική τού. Η παππούδες του όλα αυτά τα χρόνια ήταν δίπλα του τον στήριζαν και οικονομικά αλλά και ψυχικά, τον επισκεπτοντουσαν πολύ συχνά αλλά εδω και 3 μήνες δεν τον είχαν επισκέπτη  γιατί ο παππούς του είχε αρρωστήσει και η γιαγιά του ήταν συνεχώς δίπλα του. Ο Αχιλλέας αν και ήθελε να πάει να τον δει, η γιαγιά του δεν τον άφηνε λέγοντάς του πως πρέπει να βρει μια δουλειά για το καλό του και πως ο παππούς του θα γινόταν Καλά.  Μετά από έναν μήνα ο παππούς του πέθανε το ίδιο και η γιαγιά του που πέθανε από την στεναχώρια επειδή χάθηκε ο άντρας της.

ΜΕΡΙΆ ΑΧΙΛΛΈΑ

Το αεροπλάνο προσγειώθηκε και είμαι στην Ιταλία ο χαμος τον παππουδον μου, μου κόστισε πολύ μπορεί να τους έβλεπα λίγο αλλά ήταν αυτή που με φρόντισαν όταν πέθανε η γονείς μου, μετά το ατύχημα τους με ανέλαβαν και με βοήθησαν αρκετά δεν με παράτησαν ούτε όταν ενηλικιώθηκα αλλα έμειναν εκεί να με βοηθήσουν για να γίνω κάτι σπουδεο αλλά αυτοί η άνθρωποι ήταν σπουδαίοι για μένα και να με τώρα στην κηδεία τους ο παππούς μου πέθανε από εναν πολυ υψηλό πυρετό και η γιαγιά μου από την στεναχώρια της, αγαπιοντουσαν πολύ. Καθώς βλέπω τα φέρετρα να μπαίνουν στην γη σκεφτόμουν όλα όσα είχαν κάνει δεν έκλαιγα η γιαγιά μου μου είχε πει να μην κλαίω να ειμαι δυνατός σε όλα γιατί έτσι είναι η ζωή σκληρή και μερικές φορές άδικη.  Τους έβαλα το κατακόκκινο τριαντάφυλλο και απομακρύνθηκα μετά από εμένα επαναλαμβάνοντας την ίδια κινήσει άφησε Πάνω ένα Επίσης κόκκινο τριαντάφυλλο μια κοκκινομάλλα την κοίταξα και έκανε και αυτή το ίδιο με πλησίασε και έκατσε δίπλα μου.

?:Της γιαγιάς σου της άρεσαν πολύ τα κόκκινα τριαντάφυλλα.
Αχ:Ποια είσαι?
?:Λυδία. Μου έδωσε το χέρι της για χειραψία,  την κοίταξα καλύτερα ήταν αρκετά γοητευτική και είχε ένα μυστήριο αέρα Πάνω της, δεν μπορούσα να δω τα μάτια της γιατί τα έκρυβαν τα μαύρα γυαλιά ηλίου που φορούσε.

Αχ:Αχιλλέας. Έδωσα και εγώ το χέρι μου.
Λυδ:Ξέρω ποιός είσαι μικρέ.
Σαστισα πως γίνεται να ξέρει ποιος είμαι και εγώ να μην την ξέρω?  Έμεινα να την κοιτάω σαν χαζός.

Λυδ:Θα τα μάθεις όλο σε λίγο. Την κοίταξα μην μπορώντας να καταλάβω τι εννοεί, η Λυδία άφησε το χέρι μου και άρχισε να φεύγει, μην μπορώντας να καταλάβω τι εννοούσε.

Έτσι όπως καθόμουν και σκεφτόμουν το τι θα μπορούσε να εννοούσε με πλησίασε ο δικηγόρος του παππού μου, λέγοντάς μου πως πρέπει να πάω σπίτι για να μου μιλήσει.

Και έτσι έγινε φύγαμε προς το σπίτι, το σπίτι τον παππουδον μου ήταν μια πολύ μεγάλη έπαυλη ακόμα δεν ξέρω πως είχαν τόσα πολλά λεφτά ποτέ δεν έμαθα ποτέ δεν μου είπε κάποιος αλλά και εγώ ποτέ δεν ρώτησα.

Μπήκαμε μέσα και πήγαμε στο γραφείο του παππού μου, ο δικηγόρος κάθισε στην καρέκλα του παππού μου και εγώ απέναντι του περιμένοντας να ακούσω τι έχει να μου πει.

Δικ:Κύριε Ροντριγκες σας είπα να έρθετε εδώ για να σας διαβάσω την διαθήκη του παππού σας και να σας πληροφορήσω με τι έχετε να κάνετε και να αντιμετωπίσετε.
Αχ:τι εννοείτε με αυτό? Με το "Τι έχετε να κάνετε και να αντιμετωπίσετε"?
?:Αυτό θα στο πω εγώ. Άκουσα μια φωνή από πίσω μου και γύρισα να κοιτάξω, στην πόρτα στεκόταν η γυναίκα από πριν ήταν ντυμένη μες τα μαύρα και δεν φορούσε γυαλιά αφήνοντας με να παρατηρήσω τα όμορφα πράσινα μάτια της. Μπήκε μέσα και την ακολούθησα με το βλέμμα μου, περπατούσε όλο σιγουριά και αυτοπεποίθηση στάθηκε δίπλα στον δικηγόρο.

Λυδ:Θα του τα πω εγώ Λουίτζι εσύ απλά φρόντισε να μην χαθούν τα χαρτιά,  θα εξηγήσω εγώ την κατάσταση στον μικρό. Ο δικηγόρος έφυγε και μείναμε μόνοι μας.

Αχ: Γιατί με λες συνέχεια μικρό?  Εξάλλου εσύ μπορεί να είσαι Ποιο μικρή από εμένα δεν μοιάζεις για Πάνω από 24. Αυτή γέλασε και την κοίταξα μην καταλαμβάνοντας που είναι το αστείο.

Λυδ:Σε περνάω 2 χρόνια εσύ είσαι 25 και εγώ είμαι 27 όποτε Ναι είσαι μικρός.
Αχ:σοβαρά?  Όντως φαίνεσαι για Ποιο μικρή.
Λυδ:Το ξέρω αυτό.
Αχ:Ωραία τώρα που έσπασε ο πάγος μπορώ να μάθω τι γίνεται?  Ποια είσαι εσύ? Γιατί είσαι εδώ?και τέλος τι είναι όλα αυτά που πρέπει να μάθω?
Λυδ:Για αυτό είμαι εδώ Αχιλλέα Για να στα εξηγήσω όλα. Αλλά πρώτα να σου συστηθώ επίσημα το όνομα μου είναι Λυδία Ροντριγκες.

Έμεινα να την κοιτάζω αυτή η γυναίκα είχε το επίθετο μας αυτό σημαίνει πως είναι στην οικογένεια μας?  Μα δεν την έχω ξανά δει ποτέ.

Ο ΚληρονόμοςOù les histoires vivent. Découvrez maintenant