09. Χρωστούμενα

120 5 0
                                    

Μου 'χεις, ζωή, πολλά χρωστούμενα.
Πήρες απ' τα χέρια μου χρώματα, πήρες ήχους, εικόνες, μελωδίες.
Πήρες την παιδική ψυχή μου και τη μαύρισες, τη σπίλωσες· άσπλαχνη μάνα στάθηκες σε χρόνια τρυφερά.
Όχι πως άλλαξες προσέγγιση με του καιρού το πέρασμα· σκληρή ήσουν σαν πέτρα σε κάθε άγγιγμα σου.
Και σαν ήρθε η σειρά του Έρωτα να ακουμπήσει και να πλαγιάσει στο κρεβάτι μου, πήρες τα βέλη του και αδέξια τα κάρφωσες. Ακόμη μετρώ πληγές στο σώμα και στα όνειρα που στείρωσες.

Μου χρωστάς, ζωή, μάτια και χείλη· από 'κεινα που οι άνθρωποι αντλούν δύναμη να ζουν και για τη λάμψη τους πεθαίνουν,
μάτια που μου 'δειξαν φως και χείλη που απ'τα χείλη μου μού 'κλεψαν την ανάσα.
Χέρια που απλόχερα χάριζαν χάδια μου τα χρέωσες, ζωή, κι αυτά.
Μόνο μια λέξη επέτρεψες να σκεπάζει τη γύμνια της ψυχής μου: νοσταλγία.
Νοσταλγία για καθετί που άφησες να γευτώ κι έπειτα φύσηξες μακριά μου, σαν καπνό. Κάθε προσπάθεια να ενσαρκώσω τις επιθυμίες μου, ταχείας καύσεως φρόντισες να είναι.

Μου 'χεις πολλά χρωστούμενα, ζωή.
Και για τούτο το παράπονο δεν θα επικαλεστώ καμία Μούσα να μ' οδηγήσει.
Μήτε την Καλλιόπη τη πιο σεβαστή, μήτε την Ερατώ του Έρωτα την κόρη.
Στη μάνα τους την Τιτανίδα Μνήμη θα στραφώ·
σε σένα να θυμίσει πόσα, άδικα, μου πήρες
και για μένα να γίνει ο παράλληλος στη Λήθη ποταμός: να τη βρω και να ξεχάσω πίνοντάς την την αλήθεια τη δική σου.

ΗλιοτρόπιαWhere stories live. Discover now