12~ η εκπαίδευση του λύκου (μέρος 2)

65 6 4
                                    

Ήμουν στο σπίτι των διδύμων, συγκεκριμένα στο μπάρμπεκιου. Κοίταξα τα κορίτσια απο το παράθυρο, μύρισα το κομμάτι απο τον Εεεεεενν Έντουαρντ ; πως στο διάολο τον λένε δεν θυμάμαι, κοίταξα αριστερά και δεξιά μην με δει κανείς γιατί όλοι σε αυτήν την γειτονιά οπλοφορουν. Η Σοφία πήρε το κινητό της που λογικά όπως πάντα το είχε ξεχάσει ενώ η Μια μιλούσε στο κινητό με την Σταυριν και ταυτόχρονα ετοίμαζε την τσάντα της για να πάνε στο φροντιστήριο συγκεκριμένα στα αγγλικά ( Γιάννη με έχουν πρήξει όλο λένε «τα αγγλικά τα έχω ερωτευθεί είναι τέλεια »και τέτοια) γιατί είχαν αργήσει.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Σοφία:«Μια περνώ το κινητό μου και φεύγουμε »είπε βιαστικά.
Μια:«τώρα δύο λεπτά και φεύγουμε, λοιπόν Σταυριν σε αφήνω, αντίο γειάα» της είπε και έκλεισε το τηλέφωνο το έβαλε στην τσέπη της και έφυγε.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
« επιτέλους! Έφυγαν!»είπα με αγανάκτηση και μπήκα στην κουζίνα. Παρατήρησα ότι η μυρουδιά δεν ήταν πολύ δυνατή όπως χθες.
Άκουγα βήματα απο την τραπεζαρία άνοιξα την πόρτα του υπόγειου και μπήκα μέσα γρήγορα. Μπορούσα να δω στο σκοτάδι. Όλα τα έβλεπα πράσινα,μαύρα και μπλε ανοικτό. Κατέβαινα τις σκάλες, το κακό ήταν ότι έτριξαν και με την υπέρ ακοή ήταν αργό βασανιστήριο. Όταν τελείωσα απο τις καταραμένες σκάλες προσπαθούσα να βρώ απο που έρχεται η μυρουδιά ήταν η ίδια μυρωδιά ευτυχώς,δεν ήρθα τσάμπα άσε που μπορεί να σκοτώνα κανέναν.
Έκανα μερικά βήματα αλλά για να λέμε την αλήθεια Γιάννη πιο μεγάλο είναι το υπουργείο παρά το σπίτι τους.
Δεν άκουγα κανέναν όλοι είχαν φύγει αλλά άκουγα έναν, δεν ήταν πολύ καλός,δεν ήταν κανένας άρρωστος για να κάτσει στο σπίτι όλοι είναι μαύρα σκυλιά. Έφυγα από το υπόγειο και πήγε να όλο και πιο κοντά μέχρι που πήγα στην πισίνα. Εκεί ήταν παντού χώματα,άνοιξα την πόρτα βγήκα έξω και είδα τον αδελφό του Έντουαρντ.
Ο αδελφός του ήταν σαν τον Άκη, δηλαδή την μορφή λύκου,εξωτερικά ήταν μαύρος και είχε λίγο άσπρο κοντά στα πόδια.
« πισίνα θα φτιάξεις;ρωτάω γιατί αυτή η τρύπα μοιάζει και με τούνελ;τι φτιάχνεις;»των ρώτησα.
Γύρισε προς το μέρος μου γρίλισε και συνέχισε να σκάβει λες και δεν ήμουν εκεί. Κοίταξα τι γρατσουνιές που είχε.
« άκου αν είσαι ο αδελφός του Έντουαρντ μπορώ αν θες να σε θεραπεύσω γιατί είναι υβρίδιο μάλλον,αν θες κάτσε εδώ να σκάβεις και μετά να τον ψάχνεις,ενώ έγω ξέρω που είναι και μπορώ να σε πάρω απο εδώ » του είπα και έφυγα σιγά-σιγά.
Τι ήθελα και έφυγα όπως πήγα να φύγω με δαγκώνει απο το πόδι και με έριξε κάτω και ανέβηκε πάνω μου.
«τι έγινε; θες να έρθεις;» των ρώτησα.
Τότε μου έκανε νόημα να μπούμε στο σπίτι και κατέβηκε από πάνω μου. Είχα αφήσει την πόρτα ανοιχτή και μπήκε μέσα συγκεκριμένα στο δωμάτιο που ήταν του νεκρού αδελφού της Σοφία.
Τον ακολουθούσα,η πόρτα ήταν μισάνοιχτη την άνοιξα και είδα έναν ψηλό γυμνασμένο άντρα που φορούσε τα ρούχα του μακαρίτη. Γύρισε σε μένα και μου χαμογέλασε,τα μάτια του ήταν σκουρόχρωμα κόκκινα.
«με λένε Ελάιτζα εσένα γερό;»είπε με ικανοποίηση λες και ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος άνθρωπος στον κόσμο. Μάλλον φταίει που το χρώμα μου ήταν γκρι. Γύρισα το βλέμμα μου προς το γραφείο του,είχε μια φωτογραφία που ήμουν εγώ μαζί με τα κορίτσια στο γυμνασίο,την πήρα την κοίταξα και του τα είπα όλα γιατί ηρθα ποιος είμαι γενικά όλα.
Όση ώρα μιλούσα για τα συναισθήματα μου και τις σκέψεις μου, κρατούσα την φωτογραφία όσο πιο δυνατά μπορούσα μέχρι που άλλαξα χρώμα. Ναι άλλαξα χρώμα απο γκρι είχα μαύρο τρίχωμα και ήμουν διαφορετικός,αν ήμουν ως γκρι 1,80 με δικεφάλους και κοιλιακούς, ώς μαύρος ήμουν 2,10 με τεράστιους και κοιλιακούς που φαινόντουσαν απο χιλιόμετρα μακριά.
«ωραίος είμαι τώρα με σύγκριση απο πριν» είπα στον εαυτό μου, με αυτοπεποίθηση ενώ ο Ελάιτζα καθόταν στην καρέκλα και με κοιτούσε.

Το ημερολόγιο ενός εφήβου λυκανθρωπου Η Αρχή🐺Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang