Βρισκόμουν στο τέταρτο ποτήρι κρασιού. Μόνο έτσι μπορούσα να αντέξω το σκηνικό που διαδραματιζόταν γύρω μου. Διάσπαρτοι ψίθυροι στο χώρο, από τους ανθρώπους που τριγυρνούσαν, μπερδεμένοι με το σκηνικό στο οποίο είχαν μόλις παραστεί. Γεμάτοι απορίες, τις οποίες άκουγα εγώ.
Την παντρεύτηκε για να την σώσει; Την αγαπάει; Πόσο καιρό είναι μαζί; Γιατί την έκλεψε;
Απορίες που κάλλιστα θα μπορούσα να απαντήσω αλλά δεν το έκανα. Απλώς αρκέστηκα να πάρω αλλά ένα ποτήρι με κρασί από το τραπέζι και να μείνω στην γωνία μου, ελαφρώς κρυμμένη, παρατηρώντας προσεχτικά τις κινήσεις του. Η αρμονική μελωδία που κυριαρχούσε στο χώρο με ζάλιζε ελάχιστα, όμως θα τα κατάφερνα.
Καθόταν στο θρόνο του, με μια ψυχρή έκφραση, ακούγοντας τα συγχαρητήρια που λάμβανε από τους παρευρισκόμενους. Τίποτα στο πρόσωπο του δεν μαρτυρούσε κάποιο συναίσθημα. Είχα αποκλειστεί και από τις σκέψεις του και όσο και αν προσπαθούσα να μπω σε αυτές, έπεφτα πάνω σε έναν τοίχο. Ήταν πολύ δυνατός. Στο πλευρό του στεκόταν η Μίνθη, η οποία επανειλημμένα προσπαθούσε να του εξηγήσει κάτι, αλλά εκείνος δεν έδινε σημασία. Παρατηρούσε κάτι -ή μάλλον κάποιον- στον χώρο, ιδιαίτερα εκνευρισμένος.
Ξεφύσιξα ενοχλημένη, σφίγγοντας το ποτήρι στο χέρι μου. Αυτός απέναντι μου ήταν ο εχθρός. Η αιτία που είχα υποστεί τόσα δεινά μέσα σε μια μέρα. Δεν άνηκα στον Κάτω Κόσμο. Δεν άνηκα στον Άδη. Ήμουν μια Ολύμπια Θεά και θα φρόντιζα να το καταλάβει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Θα έκανα τα πάντα για να τον καταστρέψω.
Θα έκανα τα πάντα, πριν πληροφορηθώ για την ένωσή μας. Δεν μπορούσα να τον σκοτώσω, αν δεν σκότωνα και εμένα την ίδια. Όμως θα έπαιρνα άλλα μέτρα. Η ζωή του εδώ κάτω, στον κόσμο του, θα γινόταν μια κόλαση για εκείνον.
Η ματιά του έπεσε πάνω μου, λες και ένιωσε τις σκέψεις μου. Θα μπορούσε να το είχε κάνει, αν και προσπαθούσα με κάθε τρόπο να τον κρατώ μακριά από αυτές. Δεν ξέρω βέβαια αν τα κατάφερνα. Αν και τη δεδομένη στιγμή, δεν με ένοιαζε ιδιαιτέρα αν είχε καταλάβει τις προθέσεις μου. Ρίχνοντας του ένα ειρωνικό χαμόγελο, γεμίζοντας με περίσσιο θάρρος, ήπια μεμιάς το κόκκινο υγρό που βρισκόταν μέσα στο ποτήρι μου, δίχως να χάσω την οπτική μας επαφή.
Και τότε δύο κάστανα μάτια εμφανίστηκαν μπροστά μου, κάνοντας με να πισωπατήσω ελαφρά από την έκπληξη μου.
«Ορφέα;» είπα, όντας λιγάκι αποπροσανατολισμένη.
Εκείνος απλώς χαμογέλασε. «Σε έβλεπα τόση ώρα εδώ μόνη», άρχισε να λέει, συνειδητοποιώντας μόλις τότε ότι ίσως τελικά δεν ήμουν και τόσο κρυμμένη όσο πίστευα, «και ενώ όλοι περνάνε τόσο ωραία, εσύ είσαι εδώ έτσι», αποκρίθηκε, δείχνοντας με τα χέρια του την όλη κατάσταση μου.
YOU ARE READING
Θεϊκή Μάχη: Περσεφόνη
Fantasy[ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΘΕΪΚΗ ΜΑΧΗ] Τρεις ηγέτες. Δίας, Ποσειδώνας, Άδης. Τρία ισχυρά βασιλεία. Ουράνιο, Θαλάσσιο, Αόρατο. Μία θεϊκή μάχη, με απώτερο σκοπό ποιο θα υπερισχύσει. Και μέσα σε όλα αυτά, η αρπαγή της Περσεφόνης, σηματοδοτεί έναν νέο...