4

6 0 0
                                    

Πέρασα την σακούλα με τα ψώνια από το ένα χέρι στο άλλο. Ξανά. Δεν υπήρχε καμία σωστή επιλογή. Πέρα από το συνηθισμένο κόψιμο στα δάχτυλα, το δεξί, όπως τους τελευταίους δύο μήνες, πονούσε κάθε φορά που πήγαινα να το χρησιμοποιήσω, και το αριστερό είχε μουδιάσει από την δουλειά στο μεταλλουργείο. Είχα βιαστεί να επιστρέψω μάλλον. Υπό ανθρώπινες συνθήκες, θα μπορούσα να μείνω σπίτι μου μέχρι να γίνω εντελώς καλά. Αλλά οι συνθήκες εδώ κάτω, ήταν κάθε άλλο παρά ανθρώπινες.
Κρατούσα ένα δοχείο βρύα, ένα βάζο ζουμί και λίγη σόγια. Κοινώς, είχα αγοράσει ό,τι φαγώσιμο υπήρχε στα μαγαζιά. Θα πήγαινα σπίτι, δεν είχα σχεδιάσει καινούρια συνάντηση για σήμερα. Ο Λούκα θα δούλευε μέχρι αργά, ο Νέηθαν θα πήγαινε να μιλήσει με συνεργάτες, να τους πείσει να έρθουν με το μέρος μας. Η Αμίρα υποτίθεται πως θα ερχόταν μαζί μου για να βοηθήσει με το κουβάλημα. Τελικά συνέβη κάτι με τον πατέρα της και ένα από τα αδέλφια της ήρθε να την φωνάξει σπίτι.
Ήταν απογοητευτικό, που μόνο ένας προσπαθούσε υπέρ της οργάνωσης. Στην χθεσινή συνάντηση είχα πει να μείνουν χαμηλών τόνων, μέχρι να αποκτήσουν δύναμη. Πάντα στις σκιές και στα πλαίσια του νόμου. Ήταν το λογικό, άμα θέλαμε να επηρεάσουν την ιστορία, έπρεπε να είμαστε πάνω απ' όλα ζωντανοί. Δεν εννοούσα όμως να θάψουν τον σκοπό μας στο πίσω μέρος του μυαλού τους και να συνεχίσουν τις ζωές τους σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Έστριψα στην συνηθισμένη μου γωνία, αφήνοντας πίσω την μόνη πλατεία με μαγαζιά στο σπήλαιο. Θα έφτανα σπίτι σε δέκα λεπτά με τα πόδια, αν δεν με σταματούσε κάποιος.
Ήταν η Λάνα. Δεν μου έκανε εντύπωση που δεν την είχα παρατηρήσει νωρίτερα. Το κορίτσι είναι τόσο ήσυχο που θα μπορούσε να περπατάει δίπλα μου από την ώρα που πλήρωσα στο κατάστημα, και να μην την είχα καταλάβει. Παλιά με τρόμαζε, τώρα το είχα απλά συνηθίσει.
Ήταν κοντούλα, και φαινόταν ακόμα πιο μικρή από ότι ήταν, σε αντίθεση με τον αδελφό της που αν και ήταν δεκαέξι όπως αυτή, αλλά άνετα περνούσε για συνομήλικος μας. Τα μάτια της ήταν κατάμαυρα σαν δύο κομματάκια κάρβουνο, και το στόμα κλειστό, σε μια τέλεια ευθεία από λεπτά χείλια, που ελάχιστα στρέφονταν προς τα πάνω. Το πρόσωπό της, κρυβόταν σχεδόν ολόκληρο πίσω από τα ολόισια μαύρα της μαλλιά, κάνοντάς το ακόμα πιο εύκολο στους γύρω της να ξεχάσουν ότι είναι εκεί. Από την στιγμή όμως που είχε αφήσει με τον αδελφό της την συνάντηση, η σκέψη της είχε καρφωθεί στο μυαλό μου.
«Συγγνώμη» κατάφερε να μουρμουρίσει τελικά. «Συγγνώμη που φύγαμε χτες»
«Μην ζητάς συγγνώμη. Το είχα πει. Δεν σας αναγκάσω»
« Το ξέρω. Είπες όμως κάτι σωστό και η οργάν...»
Έκλεισα το στόμα της με το ελεύθερο χέρι μου και την έσυρα στο στενό λίγο πιο δίπλα. Τσέκαρα γύρω μας. Οι ελάχιστοι περαστικοί συνέχιζαν να περπατάν σκυφτοί, χαμένοι στα δικά τους μυαλά. Κανένα ζευγάρι ματιά δεν είχε γυρίσει προς το μέρος μας. Ευτυχώς...
«Μην μιλάς για αυτό όταν έχει κόσμο γύρω» της είπε αυστηρά, και φάνηκε να φοβήθηκε. Δεν έπρεπε να με νοιάξει αυτός όμως τώρα. Μία ύποπτη κουβέντα να ακουγόταν, και μας έβλεπα παρέα στο κελί, να παρακολουθούμε η μία την άλλη να βασανίζεται.
«Εντάξει, τώρα;»
Έγνεψα, και συνέχισε.
«Ναι, εσύ είπες κάτι που θεωρώ ότι μπορεί όντως να συμβαίνει. Και η οργάνωση, είναι επικίνδυνη. Θέλω να πω βέβαια είναι κίνδυνος, αλλά και πάλι» έκανε μια παύση και κοίταξε το πάτωμα, σαν να προσπαθούσε να βρει τις λέξεις που τόσο δυσκολευόταν να πει ανάμεσα στις πέτρες. «Το θέμα είναι» είπε τελικά «ότι εγώ θέλω να βοηθήσω. Θέλω να είμαι κομμάτι όλου αυτού. Η ζωή εδώ μέσα, όσο κι αν δεν θέλουμε να το πιστεύουμε, είναι απαίσια. Ειδικά σε σχέση με όσα έλεγε η γιαγιά Λούνα στις ιστορίες της, και όσα περιέγραψες εσύ. Ο Μαξ νομίζει ότι αν με κρατήσει πίσω θα μείνω ασφαλής, αλλά η αλήθεια είναι...» σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε στα μάτια «... προτιμώ να ρισκάρω ό,τι έχω για μια μικρή πιθανότητα όσων είπες, παρά να μουλιάσω όλη μου την ζωή στο κουκούλι του σπηλαίου»
Χαμογέλασα και της έπιασα το χέρι. Μπορούσα να δω τον φόβο και τις αναστολές της να πλημυρίζουν τα μάτια της ακόμα, αλλά δεν ήταν αυτό το σημαντικό. Επέλεξε να τα αγνοήσει, και να μου χαμογελάσει για, όπως μου φαινόταν, πρώτη φορά.
«Σε ευχαριστώ Λάνα. Η βοήθειά σου θα είναι πολύτιμη»
Της εξήγησα γρήγορα όσα είχαμε πει το προηγούμενο βράδυ, ενώ ξαναπέρασα τα ψώνια στο άλλο χέρι. Πως πρέπει να μαζέψουμε κεφάλια, αλλά να είμαστε διακριτικοί. Πως, δεν πρέπει να μιλήσει για αυτό σε οποιονδήποτε υποψιαζόταν ότι θα μας πρόδιδε, ή δεν θα συμφωνούσε. Πως έπρεπε να έρχεται κάθε φορά σε κάθε συνάντηση και να δίνει κάποιου είδους αναφορά για την θέση που βρίσκεται.
Όταν ολοκλήρωσα έγνεψε, και πίεσε τα χείλια της μεταξύ τους.
«Τι είναι;»
«Νομίζω ξέρω κάποιον που μπορείς να μιλήσεις, για να αποκτήσεις περισσότερο κόσμο. Ακολούθα με»

You can't stop me Donde viven las historias. Descúbrelo ahora