Chapter One

231 10 3
                                    

Sean's pov:

Φόβος.
Ένα συναίσθημα τόσο δυνατό. Ένα συναίσθημα που σε κάνει να νιώθεις αδύναμο, ανήμπορο να ανταπεξέλθεις σε νέα δεδομένα, ευάλωτο και εύκολο θύμα των εχθρών σου.

Ένα συναίσθημα που δεν μου ταίριαξε ποτέ. Δεν θυμάμαι στιγμή στη ζωή μου να το έχω νιώσει. Δεν θυμάμαι να έχω νιώσει ποτέ εκείνο το αίσθημα της δειλίας, της ταραχής, του άγχους σε συνδυασμό με τον εντονο ήχο των παλμών μου και του αίματος μου που σφυροκοπαει στις φλέβες μου. Να τρελαίνει το μυαλό μου ενώ κρύος ιδρώτας λούζει ολόκληρο το κορμί μου. Την γρήγορη αναπνοή μου να ηχεί μέσα στα αυτιά μου και εγώ εκεί. Παγωμένος. Ανήμπορος ακόμη και να μιλήσω. Το σώμα μου ακίνητο, κοκαλωμενο από τον τρόμο.

Ποτέ μου δεν το ένιωσα. Ακόμη και τη στιγμή που τα δακρυγόνα και τα μολότοφ έσκαγαν δίπλα στο τρεμάμενο από την αδρεναλίνη σώμα μου, ακόμη και όταν ο χαρακτηριστικός ήχος των πυροβολισμών και των σειρήνων της αστυνομίας κυριαρχούσε στο χώρο, εγώ τίποτα. Κενό. Δεν ένιωθα. Ποτέ μου δεν ένιωσα.

Μέχρι τη μέρα που γνώρισα εκείνη. Τον σωτήρα μου. Την κοπέλα που ήρθε να πνίξει όλους τους δαίμονες μου και να με γλιτώσει από τη μαυρίλα και το σκοτάδι που κόντευαν να με καταπιούν. Να με φάνε ζωντανό. Εκείνη ήταν το φως στο απέραντο σκοτάδι που επιδίωκε να με γονατίσει. Εκείνη ήταν η κοπέλα που μου έμαθε την έννοια των συναισθημάτων. Την έννοια του έρωτα, της αγωνίας, του φόβου. Του φόβου, ναι. Του φόβου μην τη χάσω ή χειρότερα μην την παρασύρω στα σκοτεινά και επικίνδυνα μονοπάτια που επέλεξε η κατεστραμένη μου ψυχή να βαδίσει. Δεν μου άξιζε. Άξιζε τα καλύτερα. Αυτό το άβουλο και αθώο πλάσμα άξιζε να ήταν πραγματικά ευτυχισμένη με κάποιον που ήξερε να νιώθει. Να καταλάβαινε τα συναισθήματα του και να τα χειριζόταν σωστά. Εγώ δεν ήξερα. Δεν έμαθα ποτέ. Και όμως την ήθελα. Διάολε, τη χρειαζόμουν. Την χρειαζόμουν να με μάθει να αγαπάω. Να συμπονώ. Να νοιάζομαι. Να απογοητεύομαι. Να φοβάμαι.

Πάντα πίστευα πως ο φόβος ήταν για τους αδύναμους. Ίσως τελικά αυτό να είμαι και εγώ και τίποτα παραπάνω. Ένα αδύναμο, κατεστραμένο και άκρως επικίνδυνο τέρας. Ένας αδίστακτος και επίφοβος αναρχικός χωρίς ίχνος αληθινών συναισθημάτων. Χωρίς ίχνος ενοχής η μετανοίας για τις πράξεις μου ή για αυτά που προκάλεσα. Ή τουλάχιστον αυτός ο χαρακτηρισμός πίστευα πως μου άρμοζε. Και εκείνη με ερωτεύτηκε. Ερωτεύτηκε όχι την σκληρή και αναρχική πλευρά του εαυτού μου που είχα επιλέξει να δείχνω στην κοινωνία, αλλά το ευαίσθητο και καταπονεμένο πλάσμα που κρυβόταν βαθιά μέσα μου και πάλευε να ελευθερωθεί και να βγει στην επιφάνεια.

Και δυστυχώς έμεινε. Δεν την άφησα να φύγει. Όσο και αν προσπάθησα να μείνω μακριά της, δεν τα κατάφερα. Πάντα θα γυρνούσα. Επειδή έμαθα. Έμαθα να νιώθω. Έμαθα τι θα πει αγάπη, τι θα πει έρωτας. Επειδή διάολε.. την ερωτεύτηκα.

Οι σειρήνες των περιπολικών με έφεραν πίσω στην πραγματικότητα. Τα χείλη μου σχημάτισαν ένα πλατύ χαμόγελο αντικρίζοντας το χάος που είχαμε προκαλέσει. Αδρεναλίνη είχε καταβάλει το κορμί μου. Καπνός παντού, τα κτίρια τυλιγμένα στις φλόγες. Ένας δυνατός πυροβολισμός ήχησε στα αυτιά μου. Το σώμα μου κοκάλωσε. Έσφιξα τα χείλη μου. Προσπαθούν να με αποδυναμώσουν. Να με κάνουν να υποφέρω. Περισσότερο από όσο υποφέρω τώρα. Ένιωθα την ανάσα μου να έχει κολλήσει ανάμεσα στα πνευμόνια μου. Ένιωθα τον αφόρητο πόνο να με πνίγει και να τρώει τα συκώτια μου. Φωνές παντού. Η συμμορία μου ταραγμένη. Παντού χάος. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω στο εξαντλημένο σώμα μου, τραυματισμένο και καλυμμένο με το ίδιο μου το αίμα.
Ύστερα τίποτα. Όλα μαύρισαν. Το σώμα μου αναίσθητο και πληγωμένο, το κυρίευσε το σκοτάδι.

Αλλά ας τα πάρουμε καλύτερα από την αρχή, χμ;

𝑰'𝒎 𝑺𝒄𝒂𝒓𝒆𝒅Where stories live. Discover now