Κεφάλαιο Πρώτο/ part 3

646 123 157
                                    

Aγαπούσε τις μηχανές. Θεωρούσε πως του χάριζαν μία ελευθερία. Σήμερα, η βόλτα μέχρι το σπίτι του, με την μηχανή να ωρύεται εξαιτίας της ταχύτητας, θεωρείτο απαραίτητη μιας και η υπομονή του είχε φτάσει στο ζενίθ.  Πλέον δεν του χάριζε ελευθερία, μα ο παγωμένος αέρας τον βοηθούσε απλώς να μην σκέφτεται.Το σπίτι του το πατρικό, ήταν πέτρινο και παραδοσιακό, χωμένο στην βλάστηση και απομονωμένο από τα υπόλοιπα. Η μητέρα του βρισκόταν στην αυλή με την υπέρβαρη γάτα τους και ο Ρούντολφ που διόλου δεν τη συμπαθούσε, είχε αποφασίσει να την καταγγείλει ανώνυμα στην φιλοζωική, μπας και τους άδειαζε την γωνιά ο ευτραφής αίλουρος και σε συνδυασμό με αυτό, ίσως και να γνώριζε καλύτερη εμφανισιακή τύχη. Το συμπονετικό βλέμμα της γυναίκας τη στιγμή που ο νεαρός έβγαζε το κράνος του, τον τσίτωσε ακόμη περισσότερο.

«Ειλικρινά, μην το κάνεις θέμα μαμά» την πρόλαβε προτού ξεκινήσει το γνωστό λογύδριο περί ταχύτητας.

«Τι ακριβώς να μην κάνω θέμα; Θέλεις να μας βρει και άλλο κακό;» του φώναξε.

«Μας βρήκε ήδη. Πέθανε ο Ρέινε» πρόφερε κοφτά.

«Ο πατέρας σου θέλεις να πεις. Μπορεί να χωρίσαμε, μπορεί να έγινε ό,τι έγινε, ωστόσο Ρούντολφ, δεν μπορείς να παραβλέψεις το γεγονός πως είναι πατέρας σου» τον μάλωσε.

«Το γεγονός παραλείφθηκε από μόνο του εδώ και χρόνια. Δεν λέω πως χαίρομαι για τον θάνατό του, ωστόσο μην περιμένεις να κυλήσουν και κροκοδείλια δάκρυα, γιατί τέτοια θα είναι!» της μίλησε απότομα, όταν ένιωσε την ανατριχιαστική γούνα της Μίκυ να τρίβεται στο μπατζάκι του παντελονιού του. Ο Ρούντολφ τινάχτηκε πίσω, με μία έκφραση αηδίας.

«Έχει πολύ θράσος αυτό το υπέρβαρο ζωντανό, που στόμα έχει και μιλιά δεν έχει για τίποτε άλλο, εκτός του φαγητού. Σε λίγο δεν θα μπορεί ούτε να κουνηθεί. Τελοσπάντων, ήρθα για να δω πώς είσαι εσύ, αλλά αφού σε βλέπω σχετικά καλά, να πηγαίνω και εγώ γιατί έχουμε και δουλειές» πρόφερε και τη στιγμή που ετοιμαζόταν να της γυρίσει την πλάτη, άκουσε την στριγκή φωνή της.

«Ρούντολφ Έμπερχαρντ, έλα τώρα εδώ και άσε τα πείσματα!» τον συνέτισε η μητέρα του και ο νεαρός στράφηκε προς το μέρος της, όταν ταυτόχρονα το τηλέφωνό του χτύπησε και φυσικά άκουσε την φωνή του δικηγόρου του, ο οποίος αφού του ευχήθηκε συλλυπητήρια, του ανακοίνωσε πως θα έπρεπε να πραγματοποιήσουν ένα ταξίδι στην Ελλάδα, καθώς εκεί θα ανοιγόταν και η διαθήκη του συγχωρεμένου του πατέρα του.

Φοβού την διευθύντριαTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang