Η ερώτησή μου τον τίναξε στον αέρα, σαν να τον είχε χτυπήσει το ηλεκτρικό ρεύμα. Το βάδισμά του το αρχοντικό κόπηκε και εγώ βρέθηκα να σκοντάφτω πάνω του αδέξια για να καταλήξει να με συγκρατεί με το ένα του χέρι και από απόσταση, σαν να ήμουν ένας βρεγμένος αρουραίος των υπονόμων. Τα μάτια του τα αιωνίως ψυχρά και κακόκεφα, καρφώθηκαν επάνω μου, μονάχα για να δω να διαφαίνεται και κάτι άλλο μέσα τους αυτή τη φορά εκτός από τον θυμό. Η θλίψη. Ένα συναίσθημα ανθρώπινο που φρόντισε να αμπαρώσει εκ νέου στην καρδιά του, για να αφήσει ελεύθερες μονάχα τις αντιδράσεις που θύμιζαν μηχανή χαμηλής νοημοσύνης.
«Αυτό είναι κάτι που δεν αφορά εσάς. Θα σας παρακαλέσω να μείνουμε στα τυπικά και στα θέματα που αφορούν τη δουλειά μας και μόνο. Ο πληθυντικός που χρησιμοποίησα με θλίβει ιδιαιτέρως, αλλά ας όψεται ο πατέρας μου και η μεγάλη του καρδιά που σε χώρεσε» τελείωσε και ένιωσα ένα κύμα ψυχρού αέρα να με τυλίγει. Μάλλον ήταν η αύρα του Ρούντολφ Ες.
Κατηφής προχώρησα στον όροφό μας, για να διαπιστώσω πως το κλίμα είχε αλλάξει και πως τα σκέλια του Αιμιλιανού έτρεμαν υπό το βάρος μίας ανακοίνωσης που ούτε στα πιο τρελά του όνειρα δεν φανταζόταν. Απέναντι στο επίλεκτο μέλος του ναζιστικού κόμματος που βάδιζε δίπλα μου, είχε υιοθετήσει ένα κάλπικο χαμόγελο που θαρρείς και είχε κολλήσει παράδοξα και αντικανονικά στο κατά τα άλλα ανέκφραστο πρόσωπό του. Σαν το φίδι που σερνόταν και όχι μόνο στον δικό μου κόρφο, τον ένιωθα να παλεύει να χτίσει γέφυρες, όντας δυστυχώς και άριστος γνώστης της γερμανικής γλώσσας. Σε αυτό το σημείο μου ερχόταν να προσλάβω σαν προσωπικό μου βοηθό και μεταφραστή τον Μάρκο, μην τυχόν μου ξέφευγε κάποια κουβέντα μυστική μεταξύ του συνιδιοκτήτη αυτού του ρημαγμένου γραφείου και του Αιμιλιανού. Ο κύριος Γιάννης είχε αφεθεί για τα καλά στην αγκαλιά του Μορφέα, με τον Ρούντολφ να χτυπά τα χέρια του αναμεταξύ τους και τον δικηγορίσκο να πιάνει τις διόπτρες του τις ρυπαρές στον αέρα.
«Ω, ήρθατε!» αναφώνησε.
«Να φύγουμε καλύτερα; Μην σας ξυπνάμε κιόλας από τον ύπνο τον μακάριο» τον ειρωνεύτηκα μην αντέχοντας άλλο την αναμονή.
«Όχι δεσποινίς μου, προς Θεού! Καθίστε» πρόφερε νωχελικά.
«Εγώ να μείνω όρθιος;» έσκασε η λοιπή ειρωνεία διά στόματος του Ες.
«Καθίστε και εσείς κύριέ μου και με σκάσατε πλέον!» τσίριξε με πρωτοφανές τσαγανό και ήμουν έτοιμη να γελάσω για πρώτη φορά μέσα στη δυστυχία μου «Λοιπόν, καθώς σας ανακοίνωσα, ο κύριος Έμπερχαρντ, αφήνει την παρούσα εταιρεία κατά το ήμισυ στην δεσποινίδα Ασημακοπούλου και κατά το ήμισυ στον υιό του, Ρούντολφ Έμπερχαρντ. Από εκεί και πέρα, μπορούν να διαχειριστούν το μερίδιό τους, κατά πώς νομίζουν εκείνοι πως είναι καλύτερο» έκανε παύση, όταν άκουσα ένα χτύπημα στην πόρτα και είδα τον αρχιστράτηγο να εισέρχεται με δύο ποτήρια παγωμένο νερό, προσφέροντάς το ένα στον Ρούντολφ και το άλλο σε μένα που δεν τόλμησα καν να δοκιμάσω, υπό τον φόβο της πιθανής δηλητηρίασης.
![](https://img.wattpad.com/cover/242817632-288-k144424.jpg)
أنت تقرأ
Φοβού την διευθύντρια
مغامرةΟ κύριος Ρέινε Έμπερχαρντ είναι ένας ηλικιωμένος διευθυντής ενός τουριστικού γραφείου στον Πειραιά. Με μητέρα ελληνίδα και πατέρα Γερμανό, λατρεύει την Ελλάδα καθώς και τη Καλλίστη τη βοηθό του, η οποία βρισκόταν πάντοτε υπό την προστασία του σε ένα...