Είπαμε με τα παιδιά να πάμε για καφέ σήμερα αφού είναι Σάββατο.
Το ξέρω πρωτότυπο αλλά έτσι αποφασίσαμε. Φυσικά εγώ έφτασα πρώτη και περίμενα τους άλλους να έρθουν. Θέλω να μάθω τι έγινε με τον Άαρον και την Έμιλι. Από ότι φαίνεται θα μάθω γιατί έρχεται ο Άαρον.
"Καλημέραααα" είπα και τον κοίταξα καλύτερα. Το πρόσωπο του ήταν χτυπημένο, πολύ χτυπημένο.
"Καλημέρα" είπε και κοίταξε κάτω. Λες και δεν θα έβλεπα τα χτυπήματα που είχε σε όλο το πρόσωπο του.
"Είσαι καλά;"
"Ναι... Μια χαρά"
"Τι έγινε; Και μην μου πεις ότι σου έπεσε ένα βιβλίο στο κεφάλι όπως την προηγούμενη φορά" του είπα και σήκωσε το κεφάλι του να με κοιτάξει.
"Έπαιξα ξύλο με κάτι τυπαδες" είπε και κοίταξε αμήχανα τον δρόμο για να δει αν έρχονται οι άλλοι.
"Να μιλήσουμε για κάτι ποιο ευχάριστο...τι έγινε με την Έμιλι;" Του είπα και τον χτύπησα απαλά στον ώμο. Εκείνος χαμογέλασε και έπιασε αμήχανα τον σβέρκο του.
"Εεε...να...την φίλησα..."
"Και..;;" Είπα χαρούμενη γιατί ήξερα την απάντηση.
"Με φίλησε και αυτή..."
"Αωωωωω είμαι πολύ χαρούμενη για εσένα" του είπα και εκείνος χαμογέλασε.
"Επ τι κάνουν τα παιδιά;" Είπε ο Γουίλ και ήρθε προς το μέρος μας.
"Καλά" είπα.
"Πώς εισαι;" Είπε ο Γουίλ στον Άαρον.
"Καλά έτσι και αλλιώς δεν ήταν τίποτα" του είπε ο Άαρον και ο Γουίλ κοίταξε να δει αν έρχονται οι άλλοι.
"Γεια σαααςς" είπε η Τσάρλι και η Κάμι χαιρέτησε με το χέρι τής.
"Τι έπαθες εσύ;" Είπε η Τσάρλι στον Άαρον.
"Έπαιξα ξύλο με κάτι τυπαδες" είπε.
"Φαντάζομαι ότι έχασες" είπε η Κάμι και γέλασε.
"Πόσο άργησα;" Είπε η Λιβ και όταν είδε τον Άαρον έμεινε ακίνητη για λίγο.
"Τι έπαθες;" Είπε.
"Έπαιξε ξύλο με κάτι τυπαδες" είπα για να τον γλυτώσω από το να ξαναπεί τι έγινε.
"Περαστικά" του είπε η Λιβ. Ήρθαν και τα αγόρια και πήγαμε μέσα στην καφετέρια και καθίσαμε σε ένα μεγάλο τραπέζι.
"Λοιπόν παιδιά" είπε ο Νικόλας.
"Ο Νικ έχει κάτι να σας πει" είπε ο Νόα.