"Ε θα μου πεις;" ρωτησε γελωντας
"Απλα ηθελα να δω αν εισαι καλα. Ξερεις επειδη ειχαμε μερες να μιλησουμε" ειπα διστακτικα
Εκεινη ξανασηκωσε το φρυδι της και ένα παιχνιδιαρικο υφος απλωθηκε στο προσωπο της.
"Σου ελειψα φυτο;"
...
"Καλώς ήρθατε" αναφώνησα ανοίγοντας την πόρτα στους γονείς μου.
Η μητέρα μου με αγκάλιασε σφιχτά λέγοντας πόσο της έλειψα. Ο πατέρας μου με χτύπησε φιλικά στον ώμο και χαμογέλασε.
"Ιάσονά μου τι κάνεις;" με ρώτησε η μητέρα μου καθώς έκλεινε την πόρτα πίσω της.
"Καλά μητέρα. Εσείς;" ρώτησα και κάθισα στον καναπέ
"Καλά παιδί μου" απάντησε ο πατέρας μου.
Ευτυχώς είχα θυμηθεί να βγάλω το σκουλαρίκι μου.
"Και για πες μας Ιάσονα" είπε η μητέρα μου που ήταν καθισμένη απέναντί μου
"Τι να πω;" ρώτησα
"Για την κοπέλα σου" είπε και πνίγηκα με το σάλιο μου
"Π-ποια κοπέλα μου;" ρώτησα και καλά ανήξερος
"Έλα τώρα. Λες να είμαστε χαζοί;" με ρώτησε γελώντας ο πατέρας μου αλλά δε του απάντησα. Όλα όσα είχα μάθει από τη Ρεβέκκα με έκαναν να αλλάξω στάση απέναντί του.
"Ε τι να σας πω;" είπα άβολα
"Για αυτήν ρε παιδί μου. Πόσο είναι, που τη γνώρισες, πως είναι" είπε η μητέρα μου και σοκαρίστηκα
" Ή καλύτερα φέρτην εδώ να φάμε το μεσημέρι" πρότεινε ο πατέρας μου και γούρλωσα τα μάτια μου.
Κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό.
"Ε θα δούμε;¨είπε διστακτικά
"Τι θα δούμε παιδί μου; Πες της να έρθει σήμερα. Δε σηκώνω αντίρρηση" είπε η μητέρα μου αυταρχικά και ξεροκατάπια
Σηκώθηκα από τον καναπέ και ανέβηκα στο δωμάτιό μου.
Έπιασα το κινητό μου από το γραφείο και άνοιξα τη συνομιλία μου με τη Ρεβέκκα.
"Ρεβέκκα"
"Έλα πες μου"
"Έχουμε ένα μικρό πρόβλημα"
"Για λέγε"
"Οι γονείς μου θέλουν να σε γνωρίσουν. Σε κάλεσαν σήμερα για φαγητό"
"Ξέχνα το"
"Έλα ρε κορίτσι μου. Σε παρακαλώ"
"Όχι Ιάσονα δεν υπάρχει περίπτωση"
"Μωρό μου;😔"
"Θα σε σκοτώσω γαμώτο"
"Έλα πλιζ"
"Θα είμαι εκεί στις 3"
"Τέλεια. Ευχαριστώω"
Έκλεισα το κινητό και το πέταξα πάνω στο κρεβάτι.
Η σημερινή μέρα θα ήταν δύσκολη...
[...]
Το κουδούνι χτύπησε και σηκώθηκα μαζί με τους γονείς μου. Η μητέρα μου άνοιξε την πόρτα χαμογελώντας, αλλά το χαμόγελό της έπεσε όταν αντίκρυσε την Ρεβέκκα, η οποία φορούσε αυτά.
Ops! Esta imagem não segue nossas diretrizes de conteúdo. Para continuar a publicação, tente removê-la ou carregar outra.
Το μαύρο χιλιοφορεμένο της δερμάτινο βρισκόταν στους ώμους της και κάλυπτε μερικά από τα τατουάζ της. Τα σκουλαρίκια του προσώπου της όμως, φρίκαραν τους γονείς μου.
"Γεια σας" είπε και χαμογέλασε
Ποτέ δεν πίστευα ότι η Ρεβέκκα θα μπορούσε να είναι τόσο ευγενική.
"Γεια σου" είπε μαγκωμένα η μητέρα μου και έκανε χώρο για να περάσει.
[...]
Μια από τις οικιακές βοηθούς σέρβιρε το φαγητό και ξεκινήσαμε να τρώμε.
"Και πόσο χρονών είπαμε ότι είσαι;" ρώτησε η μητέρα μου
"20" απάντησε η εκείνη
Η μητέρα μου γούρλωσε τα μάτια της και κοίταξε τον πατέρα μου για βοήθεια.
"Πως σε λένε στο επίθετο;" την ρώτησε ο πατέρας μου και η Ρεβέκκα τον κοίταξε έντονα
"Anderson" απάντησε και ο πατέρας μου χλώμιασε
"A-anderson;"
"Μάλιστα" απάντησε η Ρεβέκκα χαμογελώντας ικανοποιημένη
"Και η μητέρα σου πως λέγεται;" τη ρώτησε και η κοπέλα μου φάνηκε να θυμώνει
"Λεγόταν Ιφιγένεια" απάντησε
Ο πατέρας μου ξέσφιξε λίγο τη γραβάτα του.
"Νομίζω πως την ξέρατε. Έτσι κύριε Δημητρίου;" τον ρώτησε η Ρεβέκκα ειρωνικά και ο πατέρας μου ξεροκατάπιε
"Ε όχι νομίζω πως κάνεις λάθος" είπε σιγά
"Δε θα το λεγα" απάντησε εκείνη και η μητέρα μου την κεραυνοβόλησε με το βλέμμα της
"Μίλα καλύτερα" την επέπληξε αλλά η Ρεβέκκα δε φάνηκε να πτοείται.
"Στον βιαστή της μάνας μου θα μιλάω όπως του αξίζει" φώναξε και πέταξε το πιρούνι της στο τραπέζι.
Η μητέρα μου την κοίταξε παγωμένη, ενώ ο πατέρας μου φάνηκε να θυμώνει.
"Άκου να σου πω κοπέλα μου. Δε ξέρεις τι λες. Τι νομίζεις ότι είμαστε; Φύγε γρήγορα από εδώ και μη σε ξαναδώ στο σπίτι μου" φώναξε και σηκώθηκε όρθιος
"Θα φύγω μόνο όταν πεις την αλήθεια" του φώναξε η Ρεβέκκα