Κεφάλαιο ²⁰

249 21 5
                                    



Guillen's pov

«Δεν θα έχει ποτέ καλή ζωή μαζί σου, δεν το καταλαβαίνεις;» με ρωτάει άγρια, σαν να νοιάζεται περισσότερο εκείνος για αυτήν, παρά εγώ.

«Κάνεις λάθος. Θα είναι μια χαρά, φροντίζω εγώ για αυτό.» όσο και να τον σέβομαι αυτό παραπάει. Είναι δική μου πλέον. Εγώ ξέρω τι είναι καλύτερο για εκείνη.

«Θα την κυνηγήσω. Θα την πάρω από εσένα Γκουίλεν. Θα την σώσω από εσένα.» θυμώνω. Βγάζω το μαχαίρι μου και τον κοιτάζω.

«Πάνω από το πτώμα μου Ιγκνάσιο. Μόνο πάνω από το πτώμα μου.»

«Γκουίλεν.» ψελλίζει και αυτόματα ανοίγω τα μάτια μου, ρίχνω το βλέμμα μου πάνω της. Με κοιτάζει με ένα συνοφρύωμα στο πρόσωπο της και αναρωτιέμαι από που προήλθε.

«Τι έγινε;» καταπίνει με δυσκολία. Δεν μιλάει και απλός με κοιτάζει. «Τι τρέχει;» ρωτάω ξανά αφού δεν παίρνω καμία απάντηση και εκείνη δείχνει σκεπτική.

«Μιλούσες στον ύπνο σου.» μου ανακοινώνει και καταλαβαίνω πως μπορεί να είπα πράγματα που δεν θα έπρεπε να ακούσει. Δεν της απαντάω και συνεχίζω να την κοιτάζω για να δω που θα καταλήξει όλο αυτό.

«Γκουιλεν....υπάρχει περίπτωση αυτός που με κυνηγούσε χθες να με κυνηγούσε για εσένα;» σηκώνομαι από το κρεβάτι όρθιος και απομακρύνομαι από κοντά της.

«Γιατί το λες αυτό;"» κοιτάζω έξω από το παράθυρο και παρατηρώ ότι είναι κοντά μεσημέρι.

«Γιατί ενώ κοιμόσουν, είπες: Δεν θα την κυνηγήσεις.» σηκώνεται κι εκείνη όρθια και έρχεται δίπλα μου και κοιτάζει έξω από το παράθυρο.

«Όχι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση.» απαντάω συγκρατημένα. Όλα είναι περίεργα και δεν θα ήθελα να γίνουν περισσότερο. Δεν θα ήθελα να φοβάται και την σκιά της.

Η μόνη αλήθεια εδώ, είναι πως πιθανώς να την κυνήγησε κάποιος που με ξέρει. Κάποιος που ξέρει ότι ήμουν εδώ. Ότι θα μου το έλεγε.

Δεν μπορώ όμως να ξέρω ποιος. Υπάρχουν πολλοί. Πολλοί που θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό. Όμως θα βρω ποιος είναι. Και όταν τον βρω.. Τότε θα εύχεται να είχε σκάψει τον λάκο του και να είχε ήδη μπει μέσα. Γιατί θα του σπάσω τα κόκαλα ένα-ένα.

Χθες...όταν άκουσα την πόρτα να χτυπάει δυνατά, δεν ήξερα τι θα αντίκριζα όταν άνοιγα. Όταν γαντζώθηκε πάνω μου και με έσφιξε και άρχισε να κλαίει, τα πάντα θόλωσαν.

Rare mafia(Υπό διόρθωση)Where stories live. Discover now