Το επόμενο βράδυ ήταν πιο τσουχτερό από τα προηγούμενα, με αυτό να μην εμποδίζει ωστόσο τον κόσμο να βγει έξω για την χειμωνιάτικη βόλτα, έχοντας μπει ο Δεκέμβρης. Το κέντρο ήταν γεμάτο κόσμο αν και πολύ ήταν αυτοί που προτιμούσαν να μείνουν μέσα στην ζέστη του σπιτιού τους. Η Μαρία πάντως δεν ήταν ένας από αυτούς. Βρισκόταν στο διαμέρισμα της και ειδικότερα στην κρεβατοκάμαρα. Είχε ντυθεί με ζεστά, ωραία ρούχα και κοιτούσε τον εαυτό της στο ένα ολόσωμο καθρέπτη που είχε στην πόρτα της ντουλάπας της, βλέποντας τα ρούχα της αν της ταιριάζουν. Μόλις τελείωσε πήγε στην τουαλέτα ώστε να βάλλει τις τελευταίες πινελιές. Μετά από λίγο πήγε στο σαλόνι όπου έβαζε μερικά πράγματα στην τσάντα της με ανυπομονησία.
Όταν όμως έβαλε το κινητό τότε πάγωσε λίγο, είδε ότι είχε πάει εννέα παρά δέκα, με την ίδια να πηγαίνει γρήγορα στον υπολογιστή της. Τον άνοιξε στα γρήγορα και έβαλε ένα στικάκι, πληκτρολογώντας έναν κωδικό και εκεί μετέφερε ένα αρχείο και μερικές φωτογραφίες μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Μόλις τα έστειλα, ακούστηκε ξαφνικά κάποιος να κορνάρει έξω από την πολυκατοικία δύο φορές. Μόλις βγήκε έξω είδε τον Στέλιο ο οποίος ήταν μέσα στο αμάξι, κοιτώντας το παράθυρο της, με εκείνη να κλείνει την πόρτα και να κατεβαίνει με βιαστικές κινήσεις.
Όταν κατέβηκε ο Στέλιος βγήκε από το αυτοκίνητο και της άνοιξε την πόρτα, ρίχνοντας ένα χαμόγελο και με την ίδια να χαμογελάει αυθόρμητα. Ένιωσε από την πρώτη στιγμή την καλή διάθεση που είχε και που το πήγαινε. Δεν την πείραξε καθόλου. Όταν μπήκε και ο Στέλιος μέσα και άνοιξε την μηχανή, τον ρώτησε από απορία που θα πάνε αλλά εκείνος δεν της είπε. <<Θα δεις μην βιάζεσαι.>> της είπε μόνο με εκείνη να μην μπορούσε να απαντήσει. Πέρασε περίπου μισή ώρα στο αυτοκίνητο μέχρι να βγουν λίγο πιο μακριά από το κέντρο της Αθήνας, έχοντας φτάσει πιο μακριά από. Κανένας από τους δύο δεν μιλούσε στο αυτοκίνητο. Ο Στέλιος φαινόταν σκεπτόμενος σχεδόν σε όλη την διαδρομή, έχοντας δώσει όλη του την προσοχή στον δρόμο και την Μαρία να το είχε καταλάβει, βλέποντας εκείνη έξω από το παράθυρο το κέντρο το οποίο τώρα έβλεπες μόνο τα φώτα. Την είχε απορροφήσει πολύ η εικόνα του κέντρου με τα φώτα που φαίνονταν πάρα πολλά και πολύ δυνατά. Όσο πιο μακριά πήγαιναν γινόταν ακόμα πιο ωραίο, με τα φώτα να θυμίζουν σαν μικρές πυγολαμπίδες από μακριά, οι οποίες είχαν μείνει ακίνητες. Μόλις όμως πήρε στροφή με τα αμάξι έχασε την εικόνα, ανοιγοκλείνοντας γρήγορα τα μάτια της, με τον Στέλιο να λέει <<Φτάσαμε>>, βλέποντας μπροστά τους ένα εστιατόριο.
YOU ARE READING
B.J.
Mystery / ThrillerΠόσο περίεργη μπορεί να είναι η ζωή ενός δεκαοχτάχρονου μαθητή? Ο Τομ Τρίστε είναι ένας μαθητής ο οποίος ζει στο κόσμο της βαρετής καθημερινότητας για εκείνον, με μόνη απόδραση τα μαθηματικά. Ο χαρακτήρας του σοβαρός, λιγομίλητος και απόμακρος σε σχ...