Η πρωτη επαφή

190 14 48
                                    

Αγαπάω τ' ό,τι θλιμμένο στον κόσμο,
Τα θολά τα ματάκια, τους άρρωστους ανθρώπους,
Τα ξερά, γυμνά δέντρα και τα έρημα πάρκα,
Τις νεκρές πολιτείες, τους τρισκότεινους τόπους.
Τους σκυφτούς οδοιπόρους που μ' ένα δισάκι
Για μια πολιτεία μακρινή ξεκινάνε.
Τους τυφλούς μουσικούς των πολύβουων δρόμων,
Τους φτωχούς, τους αλήτες, αυτούς που πεινάνε
Τα χλωμά τα κορίτσια που πάντα προσμένουν
Τον ιππότη που είδαν μια βραδιά στο όνειρό τους
Να φανεί απ τα βάθη του απέραντου δρόμου
Τους κοιμώμενους κύκνους πάνω στ' ασπροφτερό τους
Τα καράβια που φεύγουν για καινούρια ταξίδια
Και δεν ξέρουν καλά αν θα γυρίσουν ποτέ πίσω
Αγαπάω, και θα θελα μαζί τους να πάω,
Κι ούτε πια να γυρίσω
Αγαπάω τις κλαμένες, ωραίες γυναίκες
Που κοιτάνε μακριά, που κοιτάνε θλιμμένα.

Αγαπώ σε τούτον τον κόσμο ό,τι κλαίει
Γιατί μοιάζει με μένα.

Αγαπάω (Νίκος Καββαδίας)

Σημερα ειναι η συνεντευξη για την θεση γραμματεας.
Την χρειάζομαι αυτή την δουλεια. Πρέπει να την πάρω! Είμαι άνεργη ένα μήνα τώρα.

Το ταξί σταθμευσε έξω από την εταιρεία. Μπροστά της εμφανίστηκε ένα ψηλό κτήριο γεμάτο τζάμια. Πλήρωσε το ταξί και βγηκε έξω από το όχημα.
Πέρασε την μεγάλη γυάλινη πόρτα. Ηταν μεσα στην εταιρεία. Ένιωθε τρομαγμένη.

Το κτήριο ήταν τόσο φωτεινό, οι τοίχοι είχαν ήπια χρώματα, ο κόσμος τριγύρω ήταν σοβαρός, απρόσωπος σε αντίθεση με τα γεμάτα ζωή φυτά που κάλυπταν κάθε γωνία του κτηρίου.

Ο ιδρώτας έκανε μια δική του διαδρομή πανω στο κορμί της. Η θερμοκρασία του σώματος της από το άγχος είχε ξεπεράσει το φυσιολογικό. Πλησίασε την κοπέλα στην ρεσεψιόν.

"Καλησπέρα πως μπορώ να σας βοηθήσω;" Χαμογέλασε και εμφανίστηκαν τα λακκάκια που είχε στα μάγουλα της.

"Γειά σας. Εμ ήρθα για την θεση γραμματείας του αφεντικού." Κοιταξα διακριτικά τον χώρο γύρω μου. Παρατήρησα την διακόσμηση, ήταν μοντέρνο και καθαρό. Το πάτωμα έλαμπε κι αντανακλούσε το φως. Υπήρχε αρκετό φως και πολλά παράθυρα. Τα πάντα ήταν στοιχισμένα.

"Α ναι! Φυσικά! Περάστε στο ασανσέρ 9ος όροφος στην τελευταία πόρτα." Με καθοδήγησε ενώ το βλεμμα μου στράφηκε στον ανελκυστήρα. "Ευχαριστώ πολύ." Πλησίασε το ασανσέρ. "Κράτησε το!" Άκουσα μια βαριά φωνή να προστάζει.
Έκλεισαν οι πόρτες. "Μαλακισμενη!" Ακούστηκε έξω από το ασανσέρ η ίδια φωνή.

𝕴 𝖍𝖆𝖙𝖊 𝖙𝖍𝖊 𝖜𝖆𝖞 𝖞𝖔𝖚 𝖑𝖔𝖔𝖐 𝖆𝖙 𝖒𝖊 -ΥΠΟ ΔΙΩΡΘΩΣΗWhere stories live. Discover now