Δαφνη...

108 13 4
                                    

Άνθη μάζευα για σένα
στο βουνό που τριγυρνούσα.
Χίλια αγκάθια το καθένα
κι όπως τα 'σφιγγα πονούσα.

Να περάσεις καρτερούσα
στο βοριά τον παγωμένο
και το δώρο μου κρατούσα
με λαχτάρα φυλαγμένο

στη θερμή την αγκαλιά μου.
Όλο κοίταζα στα μάκρη.
Η λαχτάρα στην καρδιά μου
και στα μάτια μου το δάκρυ.

Μεσ᾿ στον πόθο μου δεν είδα
μαύρη η Νύχτα να σιμώνει
κ᾿ έκλαψα χωρίς ελπίδα
που δε στα 'χα φέρει μόνη.

5 μήνες πριν

"Μανούλα τι έπαθες;"

Είδε την κόρη της να στέκεται στην πόρτα.

"Έλα εδώ μονάκριβη μου"

Προχώρησε με τα μικρά λεπτά της ποδαράκια.

Ανέβηκε στο κρεβάτι της μαμας της και πέρασε το χεράκι τής γύρω από την μέση της Δάφνης.

"Μαμα είσαι καλα;"

"Ναι αγαπη μου γιατι;"

Σηκώθηκε και κοίταξε με τα γαλανά της ματάκια κατευθείαν στα καφέ της μαμας της.

"Μαμα...Δεν θελω να στεναχωρηθεις αλλά κάτι συμβαίνει με τον κύριο Ανδρέα"

"Γιατι το λες αυτό μωρό μου;" Την κοίταξε περίεργα.

"Δεν ξερω....απλά πρόσεχε."

"Εντάξει αγάπη μου, έλα εδώ."

Η Δάφνη έκλεισε στην αγκαλιά της την μικρή Λίλη ενώ εκείνη τοποθέτησε το κεφάλι της στην βάση του λαιμού της μητέρας της.

Η νυχτα περνούσε.

Τα αστέρια όσο περνούσε η ώρα έλαμπαν ακόμα πιο πολύ.

Το κουδούνι ήχησε σε όλο το σπίτι.

Σηκώθηκε γρήγορα από το κρεβάτι προσπαθώντας να μην ξυπνήσει την κόρη της.

Άνοιξε την ξύλινη πόρτα.

"Ανδρέα;"

Δεν έβγαλε λέξη.

Την άρπαξε και την φίλησε.

Η Δάφνη ένιωθε σαν να είχε καταφέρει να φτάσει τα αστέρια.

Όσο τα χείλη του ακουμπουσαν τα δικά της ένιωθε λύτρωση.

Εκείνος πως επιτέλους βρήκε τον λιμάνι του.

Το μέρος που ανήκει.

Το μέρος που θέλει να κοιμάται και να ξυπνάει.

Τα χείλη τούς χωρίστηκαν.

Η Δάφνη άνοιξε τα μάτια της.

Έσκυψε το κεφάλι της.

𝕴 𝖍𝖆𝖙𝖊 𝖙𝖍𝖊 𝖜𝖆𝖞 𝖞𝖔𝖚 𝖑𝖔𝖔𝖐 𝖆𝖙 𝖒𝖊 -ΥΠΟ ΔΙΩΡΘΩΣΗWhere stories live. Discover now