Δεν είχε ιδέα πως της ήρθε η ιδέα να βρεθεί τέτοια ώρα πίσω από το σπίτι και συγκεκριμένα μέσα στη δασώδες περιοχή. Εκείνη τη στιγμή δεν είχε χρόνο να σκεφτεί και του είπε το πρώτο μέρος που της είχε έρθει στο μυαλό. Εκεί μπορούσε να δραπετέυσει από το σπίτι χωρίς πολλές υποψίες. Βέβαια κοιμόντουσαν όλοι τους, αλλά να πάρει το αμάξι και να βάλει μπρος σίγουρα κάποιος θα ξυπνούσε, ήταν ένα ρίσκο που δεν ήθελε να πάρει τόσο βιαστικά χωρίς να υπολογίσει το πώς θα έφευγε αθόρυβα. Ήταν παρήγορο το ότι ήταν κοντά στο σπίτι της, αλλά και πάλι τόσο ευάλωτη από κάθε άλλο κίνδυνο.
Η αγωνία της κόντευε να την σκοτώσει. Ήταν τόσο σκοτεινά. Πρέπει να ήταν πολύ περασμένες δώδεκα. Είχε λίγη ψύχρα, αυτό όμως δεν την εμπόδιζε από το να ιδρώσει. Το πήρε απόφαση ότι μάλλον δε θα ερχόταν. Μάλλον δεν την εμπιστευόταν και αυτό την απογοήτευε. Είχε όλη την καλή διάθεση να του ανοίξει τα χαρτιά της. Αλλά με αυτό τον τρόπο της έδειχνε ότι αυτός δεν είχε την ίδια διάθεση. Γύρισε για να επιστρέψει στο σπίτι της, αλλά κοκάλωσε όταν άκουσε έναν θόρυβο μέσα από το δάσος. Δεν μπορούσε να ήταν ο Ζακ. Αν ήταν αυτός, θα ερχόταν από τα πλάγια του σπιτιού. Ο θόρυβος όμως ήταν μέσα από το δάσος. Πρώτη φορά στη ζωή της ένιωσε τρόμο σε αυτή την σκοτεινή μάζα που κάποτε της φαινόταν αδιάφορο. Ακούστικε ένα κλαδί να σπάει κάπου στο βάθος και ξαφνικά σταμάτησε. Άκουγε μόνο την ακανόνηστη ανάσα της και τον γρήγορο χτύπο της καρδιάς της. Κοίταξε φοβισμένη προς το δάσος και με αργά βήματα προχωρούσε προς τα πίσω προσπαθώντας παράλληλα να ελένξει της αναπνοές της. Ακούστηκε κάτι σαν σύρσιμο. Ένιωσε ένα κρύο ρίγος να την διαπερνά. Κοίταξε γρήγορα προς το σκοτεινό σπίτι της που πλέον θύμιζε χιλιόμετρα μακριά της. Ο ήχος από το σύρσιμο ακουγόταν όλο και πιο κοντά. Κάτι ή κάποιος ήταν εκεί στα σκοτάδια και έπαιζε μαζί της. Έκανε άλλο ένα βήμα πίσω και ένιωσε κάτι να της κλείνει το στόμα και να την τραβάει προς τα πίσω. Ήθελε να τσιρίξει, αλλά δε μπορούσε γιατί το στόμα της ήταν καλυμμένο και δε μπορούσε να ξεφύγει γιατί τα χέρια της με το σώμα της ήταν παγιδευμένα. Άρχιζε να τρέμει ολόκληρη. Ακούστηκε ένα σιγανό Σσς...η μυρωδιά ήταν γνώριμη. Το ίδιο και η σιγανή φωνή που ακούστηκε στο δεξί της αυτί.
<<Σταμάτα να αντιστέκεσαι και μείνε για λίγο ακίνητη.>>
Η Γκάμπι πάγωσε. Δεν μπορούσε να ήταν αυτός. Σταμάτησε να αντιστέκεται και γύρισε το κεφάλι της προσπαθώντας να τον δει. Αν και σκοτεινά, μπορούσε να διακρίνει τα χαρακτηρηστικά του. Ήταν ο Ζακ που την κοιτούσε ανήσυχος. Την άφησε και έκανε νόημα με το δάχτυλο στο στόμα του να κάνει ησυχία. Έβγαλε από την θήκη που είχε κρυμμένη μέσα στο μπουφάν ένα όπλο. Η Γκάμπι ένιωσε τα πόδια της από το σοκ να μουδιάζου και έκατσε κάτω. Το σύρσιμο ακουγόταν πολύ κοντά. Ο Ζακ σημαδεύοντας έλεγξε τον χώρο τριγύρο τους. Έμεινε για μια στιγμή ακίνητος ως που σημάδεψε στα αριστερά του. Ξαφνικά άναψε ένα φως πάνω από το όπλο. Πρόλαβε να δει μια σκιά βιαστικά πριν εξαφανιστεί πίσω στο δάσος. Ίσα που πρόλαβε να βγάλει μια στριφνή τσιρίδα πριν καλύψει με τα χέρια της το στόμα της η Γκάμπι. Ο Ζακ έκανε μερικά βήματα, αλλά δεν ήθελε να αφήσει ολομόναχη την Γκάμπι. Έλεγξε βιαστικά την περίμετρο με το μάτι του. Όποιος και να ήταν τον είχε τρομάξει με αποτέλεσμα να φύγει. Έτρεξε κατευθείαν προς την Γκάμπι και φώτισε το πρόσωπο της ανήσυχος. Το πρόσωπο της ήταν κατάχλωμο και έτρεμε ολόκληρη.
YOU ARE READING
Σκοτεινά Μονοπάτια
Mystery / ThrillerΤο βιβλίο περνάει από ένα φρεσκαρισμα από διορθώσεις. Θα ανακοινώνω κάθε νέο κεφάλαιο που θα ανανεώνεται. Η Γκάμπι ήταν ένα πρόσχαρο κορίτσι ως που μια νύχτα ξεγελάστηκε από κάποιον που της άλλαξε τελείως την ζωή. Χρόνια τώρα ζούσε με τις ανασφάλειέ...