Chapter 4

541 42 6
                                    

Αστερόβη

Ανοίγω τα μάτια μου, αισθάνομαι παντού μουδιασμένη, το κεφάλι μου είναι βαρύ και τα πάντα είναι θολά, χρειάζεται να τα ανοιγοκλείσω πολλές φορές για να αρχίσω να βλέπω καθαρά. Κοιτάζω τον εαυτό μου και ανακουφίζομαι που ακόμα φοράω το μαύρο μου φόρεμα από χθες και τα εσώρουχα μου. Προσπαθώ να σηκωθώ για να καταλάβω που βρίσκομαι και τότε συνειδητοποιώ ότι τα χέρια μου είναι περασμένα σε δύο αλυσίδες οι οποίες καταλήγουν στον τοίχο πίσω μου. Προσπαθώ να μείνω ψύχραιμη και γυρνάω το βλέμμα μου στο χώρο και από το λιγοστό φως που μπαίνει από το παράθυρο βλέπω ότι βρίσκομαι σε ένα σκοτεινό, μάλλον, υπόγειο που το μόνο που υπάρχει είναι μια παλιά ξύλινη καρεκλα και ένα στρώμα στο οποίο βρίσκομαι εγώ.

Αρχίζω και πανικοβάλομαι και προσπαθώ να ελευθερωθώ από τα δεσμά μου, γρήγορα όμως καταλαβαίνω ότι αυτό είναι αδύνατο, οπότε σταματάω πριν αρχίσουν να μελανιάζουν οι καρποί μου.

~~~

Δεν ξέρω πόσες ώρες έχουν περάσει αλλά σίγουρα πολλές μιας και πλέον το λιγοστό φως που έμπαινε πριν από το παράθυρο έχει εξαφανιστεί. Δεν έχει έρθει κανένας, ούτε έχω καταφέρει να ακούσω κάποιον ήχο όλη αυτή την ώρα. Την στιγμή που τα δάκρυα έχουν στεγνώσει στο πρόσωπο μου και αρχίζω να πιστεύω ότι θα πεθάνω εδώ μέσα, ακούω την πόρτα να ξεκλειδώνει και κάποιος μπαίνει στο χώρο.

Τον παρατηρω και δεν μου παίρνει πάνω από δύο δευτερόλεπτα για να καταλάβω ότι είναι ο άντρας από το κλαμπ. Με πλησιάζει και ασυναίσθητα μαζεύομαι όσο περισσότερο μπορώ στη θέση μου κολλώντας το σώμα μου στον τοίχο. "Γιατί είμαι εδω;" Τον ρωτάω με όσο θάρρος μου έχει απομείνει.

Εκείνος παίρνει την καρέκλα και κάθεται απέναντι μου, ακουμπάει τους αγκώνες του στα γόνατα του. Με κοιτάζει και τον βλέπω να χαμογελάει στραβά πριν μου απαντήσει "Συνηθίσε το γιατί θα μείνεις για αρκετό καιρό εδώ μεσα" Μου λέει και δάκρυα κυλούν από τα μάτια μου

"Σε παρακαλώ, άσε με να φυγω. Σου είπα κι εχθές ότι δεν έχω καμία σχέση με τις δουλειές του πατέρα μου" του λέω σιγανά σε μια προσπάθεια να τον πείσω. Με κοιτάζει και βλέπω πάλι τα μάτια του να σκουρένουν. Κατεβάζω το βλέμμα μου και συνεχίζω να κλαίω. Με πλησιάζει και πιάνει το πρόσωπο μου με το χέρι του αναγκάζοντας με να τον κοιτάξω.

"Αν θέλεις να τα πάμε καλά σταματά τα παρακάλια και την κλάψα γιατί το μόνο που καταφέρνεις είναι να με εκνευρίζεις" λέει με ήρεμο αλλά αυστηρό τόνο και πραγματικά με κάνει να φοβάμαι. Αφήνει το πρόσωπο μου και στέκεται όρθιος μπροστά μου "Θα φύγω για λίγες μέρες κι εσύ θα κάτσεις φρόνιμα εδώ." Ξεκινάει να λέει" Μην τολμήσεις να σκεφτείς καν να προσπαθήσεις να φύγεις γιατί δεν θέλεις να με δεις να νευριάζω" συνεχίζει πιο έντονα αλλά χωρίς να ανεβάζει τον τόνο του.

Ο Κύκλος Where stories live. Discover now