Κεφάλαιο 58ο

629 19 2
                                    


Αναστασία 

Από τότε που γεννήθηκε ο άνθρωπος, ψάχνει την προσωπική του επιβίωση και ευτυχία. Κάθε μέρα σηκωνόμαστε και στεκόμαστε στα πόδια μας, έτοιμη για τη μάχη που πρέπει να δώσουμε. Ποτέ δεν ξέρουμε ποια είναι η επόμενη μάχη που δίνουμε, ούτε και αν θα μπορέσουμε να την κερδίσουμε.
Κι όμως, κάθε μέρα παλεύουμε με όλες μας τις δυνάμεις, για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε ένα εμπόδιο κάθε φορά.
Για να μπορέσουμε να κερδίσουμε μία μάχη κάθε φορά...και στο τέλος το πόλεμο.

Αλλά για ποιο πράγμα πολεμάμε;
Ο καθένας μας έχει προσωπικό όφελος πάνω σε αυτό που αντιμετωπίζει και πρέπει να ξεπεράσει.
Είτε αυτό είναι για λόγους υγείας, είτε για λόγους επιβίωσης είτε γιατί απλά ψάχνει κάτι πολύ πιο απλό...κάτι που μερικοί άνθρωποι το νιώθουν και στα πιο μικρά πράγματα. Ενώ άλλοι ενώ το έχουν δίπλα τους, δεν το αντιλαμβάνονται μέχρι που το χάνουν.

Ο ένας άνθρωπος χαίρεται μόνο που βλέπει τον ήλιο να λάμπει και τα πουλιά να πετούν ελεύθερα και χαρούμενα στον ουρανό. Ο άλλος χαίρεται μόνο όταν πληρώνεται και τα λεφτά για τα οποία δούλεψε εβδομάδες τα ξοδεύει σε λίγες μέρες. Ο καθένας μας αντιλαμβάνεται διαφορετικά τη χαρά.
Γιατί ο καθένας μας έχει βιώσει και μεγαλώσει διαφορετικά. Δε σημαίνει ότι ο ένας είναι πλεονέκτης από τον άλλον. Δεν μπορούμε να κρίνουμε την ευτυχία του άλλου.

Άλλωστε η ευτυχία είναι υπερτιμημένη.
Ψάχνεις συνέχεια τρόπους για να βρεις ανθρώπους ή καταστάσεις οι οποίες πιστεύεις ότι θα σου επιφέρουν τη χαρά και την αισιοδοξία αλλά ξεχνάς να τις ζεις .Και μην ξεχνάμε ότι η ευτυχία είναι κάτι άυλο. Δεν μπορείς να την δεις, να της ακούσεις και ακόμα περισσότερο να τη κρατήσεις και να τη διατηρήσεις.
Η χαρά και ευτυχία δεν κρατάνε πολύ αλλιώς τότε δε θα ήταν αληθινή.
Γι'αυτό μην προσπαθείς να πιάσεις και να ''αιχμαλωτίσεις'' κάτι που είναι άπιαστο.

Κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη και προσπαθώ να θυμηθώ πότε υπήρξα πραγματικά ευτυχισμένη. Και η απάντηση είναι, ποτέ.
Τουλάχιστον όχι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Πάντα γινόταν κάτι και χάλαγε αυτή την όμορφη αίσθηση της ηρεμίας και της γαλήνης.
Η πρώτη φορά  που ένιωσα αυτό το συναίσθημα, ήταν όταν άκουσα τη μητέρα μου να παίζει πιάνο. Η μελωδία της μουσικής καθώς και η εικόνας της μαμάς μου πάνω από το πιάνο να παίζει με τόση σιγουριά και ηρεμία έχουν χαραχθεί μέσα μου έντονα.
Όπως όταν ο πατέρας μου όταν με χάιδευε στα μαλλιά και με κοιτούσε με το πιο τρυφερό του βλέμμα.
Ποιος θα μου έλεγε ότι θα έφτανα σε αυτό το σημείο μαζί τους; Ποιος θα μου έλεγε ότι έστω και σε λίγο βαθμό, υπάρχει το συναίσθημα του μίσους απέναντι τους.

Διεφθαρμένοι ΆγγελοιDonde viven las historias. Descúbrelo ahora